Το Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2020 το βράδυ, ο Καθολικός Ναός Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου στο κέντρο της Αθήνας, έσφυζε από ζωή. Οι εκατοντάδες καλεσμένοι και επισκέπτες, ήρθαν να παρακολουθήσουν την χορωδία «Aγκόπ Παπαζιάν», του πολιτιστικού και μορφωτικού συλλόγου «Χαμαζκαΐν», υπό την διεύθυνση του μαέστρου Κρικοριάν Μικιρντίτς. Την εκδήλωση διοργάνωσε το περιφερειακό συμβούλιο του «Χαμαζκαΐν» και ήταν αφιερωμένη στα 150 χρόνια της γέννησης του μεγάλου δασκάλου της αρμενικής μουσικής, Αρχιμανδρίτη Κομιτάς. Οι 30 χορωδοί, με την άρτια καθοδήγηση του μαέστρου και την συνοδεία των chimes (μικρές μελωδικές καμπάνες), ερμήνευσαν 14 χορωδιακά έργα από την πλούσια γκάμα, που συνέλεξε και περιέσωσε ο μεγάλος αυτός δάσκαλος. Ακούστηκαν εκκλησιαστικά, πατριωτικά, ερωτικά και παραδοσιακά τραγούδια, ενώ κατά την διάρκεια της συναυλίας υπήρχε παρουσίαση και περιγραφή των έργων στην αρμενική και συγχρόνως, προβολή των κειμένων στην ελληνική γλώσσα σε γιγαντοοθόνη. Ο αναγεννησιακός ρυθμός του ναού, η ακουστική του χώρου, η άψογη οργάνωση και η πολύ καλή προετοιμασία της χορωδίας, συντέλεσαν στην δημιουργία μιας κατανυκτικής ατμόσφαιρας καθ’ όλη την διάρκεια της εκδήλωσης. Το θερμό και παρατεταμένο χειροκρότημα, μαζί με τις καλές κριτικές που απέσπασαν, ήταν η ανταμοιβή και η βράβευση τους, για την πολύμηνη προσπάθεια όλων. Με αφορμή αυτή την εκδήλωση, στις αρχές του Φεβρουαρίου, συναντήσαμε τον μαέστρο Μικιρντίτς Κρικοριάν και τον ακολουθήσαμε στην πορεία της ζωής και του έργου του, η οποία χρόνια είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την μουσική και πολιτιστική δραστηριότητα της αρμενικής κοινότητας των τελευταίων δεκαετιών. Η συμβολή του ως χορωδός και μαέστρος από πολύ μικρή ηλικία, όχι μόνο στον πολιτιστικό σύλλογο «Χαμαζκαΐν», αλλά κυρίως στις αρμενικές εκκλησίες της Αθήνας, ήταν καθοριστικές για την μετέπειτα εξέλιξη της ζωής του.

Στην Βερζίν Καραμπετιάν Ιανουάριος- Μάιος 2020, τεύχος 103
Πόσο νωρίς κατέλαβε η μουσική την ζωή σας; Η μουσική ήταν, είναι και θα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου, διότι η μέρα μου ξεκινάει και τελειώνει με μουσική, από την ημέρα που θυμάμαι τον εαυτό μου μέχρι σήμερα. Γεννήθηκα και μεγάλωσα σε μια οικογένεια όπου ο πατέρας έπαιζε, ερασιτεχνικά βέβαια, ακορντεόν η θεία μου τραγουδούσε υπέροχα και γενικότερα δεν έλειπε ποτέ η μουσική και το αντίστοιχο περιβάλλον από το σπίτι. Η μελωδία και το τραγούδι, θαρρείς και ήταν ενσωματωμένα τολμώ να πω από την νηπιακή μου ηλικία, στην καθημερινότητά μου. Ξεκίνησα μαθήματα πιάνου από δέκα ετών και αργότερα παρακολουθούσα μαθήματα φωνητικής στον Πειραϊκό Σύνδεσμο. Διέκοψα για λίγα χρόνια, λόγω στρατιωτικών υποχρεώσεων και σπουδών και συνέχισα αμέσως μετά, με θεωρητικά μαθήματα και διεύθυνση χορωδίας καθώς και μαθήματα κοντά σε καταξιωμένους Έλληνες διευθυντές χορωδιών.
Εκτός από την ενασχόλησή σας με το πιάνο και την μουσική, η διεύθυνση χορωδίας ήταν ανέκαθεν στα σχέδια σας; Όσο κι αν ακούγεται παράξενο, η πρώτη φορά που διεύθυνα χορωδία ήταν στα 13 μου χρόνια, όταν ήμουν μαθητής γυμνασίου. Στο εξατάξιο γυμνάσιο της περιοχής μου, είχαμε μία καθηγήτρια μουσικής ανά πέντε γυμνάσια, διότι δεν υπήρχαν πολλοί διορισμένοι καθηγητές. Εγώ τότε, ήμουν μέλος της δίφωνης χορωδίας του γυμνασίου, που απαρτίζονταν από είκοσι άτομα περίπου. Από την τελευταία φορά που κάναμε μαθήματα μουσικής με την καθηγήτρια μας, μέχρι την επόμενη που ξαναέρχονταν η σειρά μας, εκτελούσα χρέη αναπληρωτή διευθυντή χορωδίας. Το ρεπερτόριο βέβαια ήταν σχολικά πατριωτικά και εορταστικά τραγούδια και οι χορωδοί ήταν οι φίλοι μου που παίζαμε μαζί στα διαλείμματα, αλλά για μένα αποτελούσε μία πρόκληση που έπρεπε να αντεπεξέλθω. Πιστεύω, ότι αυτή η σχολική μου εμπειρία μαζί με την επίδραση τής αρμενικής εκκλησίας στην ζωή μου, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της πορείας μου.
Ποια ήταν η επιρροή της αρμενικής εκκλησίας και πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε στην ζωή σας; Κατ’ αρχήν να διευκρινίσω, πως δεν νοείται αρμενική εκκλησία χωρίς χορωδία. Σε κάθε εκκλησία, εκτός από τους ψάλτες, οι λειτουργίες και αρκετά μυστήρια συνοδεύονται από χορωδία. Έτσι λοιπόν και στην Ελλάδα, όλες οι εκκλησίες μας έχουν χορωδίες είτε μονόφωνες, δίφωνες και βεβαίως τετράφωνες. Για μένα, τα πρώτα μου ακούσματα και κατ’ επέκταση το πρώτο μεγάλο σχολείο, ήταν η Αρμενική εκκλησία του Αγίου Ιακώβου, στην Κοκκινιά. Από πολύ μικρός, παρακολουθούσα κάθε Κυριακή την λειτουργία με τους ψάλτες και την χορωδία και σε ηλικία επτά ετών, ξεκίνησα να τραγουδώ στην χορωδία της εκκλησίας. Είχα την τύχη να μαθητεύσω δίπλα στον μεγάλο δάσκαλο και πρωτοψάλτη του Αγίου Ιακώβου, Γκάρο Μινασιάν. Θυμάμαι, πήγαινα από τις επτά το πρωί και έμενα εκεί μέχρι τις δύο το μεσημέρι. Αναπόφευκτα λοιπόν, γνώρισα, μελέτησα και ακόμη μελετώ τον θεμελιωτή της αρμενικής μουσικής, τον Αρχιμανδρίτη Κομιτάς. Ως γνωστόν, σε αυτόν οφείλεται η συλλογή, η διάσωση και το «φιλτράρισμα» από τα ξένα στοιχεία, της εκκλησιαστικής και της παραδοσιακής μας μουσικής. Όποιος ασχολείται με την αρμενική μουσική, είτε επαγγελματικά είτε ερασιτεχνικά, ο δρόμος πάντα, ξεκινά και καταλήγει σε αυτόν. Και δεν σταματάς ποτέ ν’ ανακαλύπτεις, ν’απορείς και να εκστασιάζεσαι με την σχεδόν μαθηματική ακρίβεια που είναι δομημένη η μουσική του. Οι καινοτομίες του, όπως για παράδειγμα, αν εξετάσουμε ένα χορωδιακό έργο του Σούμπερτ, παρατηρούμε πως υπάρχει μία κύρια μελωδία και οι υπόλοιπες φωνές συνοδεύουν και γεμίζουν την κύρια μελωδία. Με τον Κομιτάς, συμβαίνει ακριβώς αντίθετο. Η κάθε φωνή, μιας τετράφωνης χορωδίας, αποτελεί μία ξεχωριστή μελωδία από μόνη της. Είναι εκπληκτικό πώς τέσσερις ξεχωριστές μελωδίες ενσωματώνονται σε ένα τραγούδι και βγαίνει ένα υπέροχο αποτέλεσμα. Επίσης, δύσκολα βρίσκεις χορωδιακό τραγούδι του Κομιτάς, που είναι μόνο για τέσσερις φωνές. Συνήθως τα τραγούδια του είναι γραμμένα για περισσότερες από τέσσερις φωνές. Αυτά και πολλά άλλα τον καθιστούν ένα πολύ μεγάλο μουσικό κεφάλαιο, όχι μόνο για μας, αλλά και για τους ξένους μελετητές. Χάριν λοιπόν της εκκλησίας, ξεκίνησα ως χορωδός, πέρασα από το στάδιο του ψάλτη και το 1986 με παρότρυνση του Αρχιεπισκόπου Αρμενίων εν Ελλάδι Σαχάκ Αϊβαζιάν, διεύθυνα την πρώτη μου τετράφωνη μεικτή χορωδία 25 ατόμων, στον ιερό ναό Αγίου Ιακώβου. Έκτοτε, δεν έχω σταματήσει να διευθύνω σε εκκλησιαστικές χορωδίες και τα τελευταία χρόνια διευθύνω την χορωδία της μητρόπολης ορθοδόξων Αρμενίων, στο κέντρο της Αθήνας. Για μένα, δεν νοείται Κυριακή χωρίς να πάω στην εκκλησία.
Ένα μεγάλο κομμάτι της πορείας σας, περνά μέσα από τον πολιτιστικό σύλλογο «Χαμαζκαΐν». Θέλετε να μας πείτε πώς προέκυψε αυτή η «σχέση» σας; Σχολείο, εκκλησία, σύλλογος και τύπος. Αδιάσπαστη τετράδα, όπου η ελληνοαρμενική κοινότητα οφείλει τα εκατό χρόνια ύπαρξης της. Μαζί με τα σχολεία, τις εκκλησίες και τον αρμενικό τύπο, ένας πολύ σημαντικός θεσμός είναι και οι σύλλογοί μας. Όπως οι γονείς μου, ήταν ενεργά μέλη της κοινότητας, το ίδιο και εγώ και εν συνεχεία τα παιδιά μου, ήμασταν και είμαστε μέλη σε κάποιο αρμενικό σύλλογο. Λόγω της αγάπης μου για την μουσική, από μικρός παρακολουθούσα τις εκδηλώσεις του «Χαμαζκαΐν» και ιδιαίτερα της χορωδίας. Μαέστρος ήταν τότε, ο ίδιος ο Αγκόπ Παπαζιάν και η χορωδία πάνω στην σκηνή του θεάτρου «Κεντρικόν» στην Αθήνα, φάνταζε στα μάτια μου, αριστουργηματική. Στην ηλικία των 18 ετών, όταν σταθεροποιήθηκε η φωνή μου, μπήκα στην χορωδία του «Χαμαζκαΐν». Μαέστρος, αμέσως μετά τον Αγκόπ Παπαζιάν, είχε αναλάβει ο Χοβανές Ντουμανιάν. Παράλληλα με τον Ντουμανιάν, διεύθυνε και ο ιερωμένος Ντερ Χράϊρ Νιγκολιάν και για περίπου οκτώ χρόνια ήμασταν υπό την διεύθυνση και των δύο. Όταν το 1986 ο ιερωμένος Ντερ Χράϊρ Νιγκολιάν έφυγε για Καναδά, μου ανατέθηκε η διεύθυνση της τετράφωνης, μεικτής χορωδίας 40 ατόμων του συλλόγου. Για 20 χρόνια, μέχρι το 2007, που παραιτήθηκα για προσωπικούς λόγους, η χορωδία εκτός από τις συναυλίες που διοργάνωνε, συμμετείχε σε όλες τις πολιτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις της παροικίας. Το ρεπερτόριό μας κάλυπτε ένα μεγάλο κομμάτι από τα έργα του Κομιτάς αλλά και αρκετούς άλλους Αρμένιους συνθέτες. Από το 2016, που επανήλθα ως διευθυντής χορωδίας και παραμένω έως σήμερα, το ρεπερτόριό μας ανανεώνεται και διανθίζεται όχι μόνο με νέους Αρμένιους συνθέτες αλλά και ξένους.
Παρακολουθείτε αντίστοιχα δρώμενα που γίνονται στην Αρμενία; Εκτός από το μεγάλο μου ενδιαφέρον, είναι και επιτακτική ανάγκη να παρακολουθώ και να είμαι σε άμεση και συχνή επαφή με τους επαγγελματίες χορωδούς και συνθέτες της Αρμενίας, οι οποίοι υποστηρίζονται από το υπουργείο πολιτισμού της χώρας. Ανταλλάσσουμε ιδέες και παρτιτούρες, έχω πρόσβαση στην μουσική βιβλιοθήκη και γενικά έχει δημιουργηθεί ένα πολύ καλό κλίμα σύμπραξης και συνεργασίας μεταξύ μας. Άλλωστε με αυτόν τον κρίκο, παραμένω επίκαιρος στις νέες τάσεις και στον εκσυγχρονισμό του ρεπερτορίου.
Μετά την επιτυχημένη συναυλία σας για τα 150 χρόνια της γέννησης του Κομιτάς, δημιουργήθηκε πολύ ενθουσιασμός. Υπάρχει κινητικότητα και ενδιαφέρον από την ευρύτερη περιοχή της Ελλάδας; Επίσης τι χρειάζεται να γνωρίζουν, όσοι θέλουν να μπουν στην μεγάλη οικογένεια της χορωδίας του «Χαμαζκαΐν»; Υπάρχει ενδιαφέρον από πολλές περιοχές και κυρίως από την Βόρεια Ελλάδα, για να παρουσιάσουμε την συναυλία μας σε διάφορες πόλεις. Γνωρίζουμε ότι είναι δύσκολο έργο να φτιάξεις και να συντηρείς μια χορωδία και σίγουρα χρειάζεται να την αναδείξεις, αλλά πρέπει να έχουμε υπόψη και πόσο δύσκολη είναι η μετακίνηση των περίπου τριάντα πέντε ατόμων που την απαρτίζουν. Αυτή την στιγμή ενισχύουμε τις οργανωτικές δομές μας, για να μπορέσουμε να αξιολογήσουμε και ν’ ανταποκριθούμε σε όλες τις προτάσεις που μας γίνονται. Ότι αφορά για τα νέα μέλη, ας μην ξεχνάμε πως η χορωδία του «Χαμαζκαΐν», απαρτίζεται από ερασιτέχνες χορωδούς. Η αγάπη τους για την μουσική και μια σωστή φωνή είναι το μόνο που χρειάζεται για να μπουν στην χορωδία. Από κει και έπειτα, θα καλύψουμε μαζί τα τεχνικά θέματα όπως είναι η αναπνοή, η φωνητική συμπεριφορά μέσα σε μια τετράφωνη χορωδία, ο συγχρονισμός της φωνής και άλλα πολλά. Το κυριότερο όμως για μένα είναι να δουλεύουν σαν ομάδα και σαν μία οντότητα. Μαζί με τις φωνές τους, να δεθούν και οι χαρακτήρες τους για να ενταχθούν σε ένα σύνολο, σε μια οικογένεια. Γιατί, το καλό κλίμα βγάζει και μια καλή εικόνα. Άρα λοιπόν, άτομα ανεξαρτήτως αν έχουν κρατήσει τις σχέσεις τους με την αρμενική κοινότητα ή όχι, που γνωρίζουν λίγο ή ελάχιστα την αρμενική γλώσσα, είναι ευπρόσδεκτα να δοκιμάσουν τις φωνές τους και να τους υποδεχτούμε στην οικογένεια μας. Η χορωδία μας αλλά και ο σύλλογος του «Χαμαζκαΐν» είναι ενεργοί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης στο διαδίκτυο υπάρχουν τηλέφωνα επικοινωνίας και από εκεί θα μπορούν να πληροφορηθούν οι ενδιαφερόμενοι για λεπτομέρειες και για τις ημερομηνίες των open class που διοργανώνουμε, όπου θα μπορούν να παρακολουθήσουν από κοντά τις πρόβες μας.
Ποιά είναι τα σχέδιά σας για το μέλλον; Ετοιμάζεστε για νέα συναυλία; Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους τους χορωδούς, για την υπέρβαση που υπέδειξαν και το εξαίρετο αποτέλεσμα που παρουσιάστηκε, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο την δυσκολία που χαρακτηρίζουν τα έργα του Κομιτάς αλλά και στην a capella παρουσίαση τους, δηλαδή χωρίς την συνοδεία κάποιου μουσικού οργάνου. Έχω πλήρη εμπιστοσύνη σε αυτή την ομάδα και γνωρίζω πως και γι’ αυτούς, οι καινοτόμες ιδέες και ο εκμοντερνισμός του ρεπερτορίου μας, αποτελεί πρόκληση. Στην επόμενη συναυλία μας, που πιστεύω ότι θα είναι κατά το τέλος του χρόνου, θα παρουσιάσουμε έργα νέων Αρμενίων συνθετών, ξένα κλασσικά κομμάτια και κάποια που θα σας αφήσουν έκπληκτους και θα κεντρίσουν το ενδιαφέρον των νέων, όπως για παράδειγμα κινηματογραφικά έργα του Andrew Lloyd Webber ή γνωστά έργα του Karl Jenkins και ένα πλήρες ανανεωμένο ρεπερτόριο που δεν έχει παρουσιαστεί ξανά από την χορωδία του «Αγκόπ Παπαζιάν». Είμαι σίγουρος, πως και αυτή την φορά, η ανταμοιβή όλων μας θα είναι η επικρότηση και το θερμό σας χειροκρότημα.
|