Mεσρόπ Αμπελιάν
Ιανουάριος - Μάρτιος 2014 Τεύχος 80
Το περασμένο καλοκαίρι επισκέφτηκα με την οικογένειά μου το Κράσνονταρ στη Ρωσία, μια περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, που βρίσκεται στις δυτικές απολήξεις του Καυκάσου και βρέχεται από τη Μαύρη θάλασσα.
Πρόκειται για μια μεγάλη γεωγραφική έκταση με πυκνά δάση, φαράγγια, καταρράκτες, πλούσια χλωρίδα και πανίδα...
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός, ότι από τον 16o και 17o αιώνα η αρμενική παρουσία ενισχύεται σε όλη την περιοχή του βορείου Καυκάσου και της Κριμαίας. Οι Αρμένιοι εγκαταστάθηκαν αμέσως μετά τις ρωσικές κατακτήσεις, ενώ κατά καιρούς οι Τσάροι, ξεκινώντας από τον Μέγα Πέτρο, παραχώρησαν πολλά προνόμια στους Αρμενίους. Αυτοί με τη σειρά τους συνέβαλλαν στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής, η οποία είχε μεγάλη στρατηγική σημασία για τη Ρωσία. Έτσι, στη διάρκεια των αιώνων, είτε αναγκασμένοι από ιστορικά γεγονότα, είτε δελεασμένοι από τα προνόμια, οι Αρμένιοι εγκαταστάθηκαν κατά χιλιάδες σ’ αυτές τις περιοχές. Χτίζουν μοναστήρια, εκκλησίες, σχολεία, ολόκληρες πόλεις και χωριά, το εμπόριο και οι τέχνες ανθίζουν, ενώ ξεχωρίζουν για τα στρατιωτικά τους επιτεύγματα. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, διάφορα ιστορικά γεγονότα όπως οι Ρωσο-περσικοί και Ρωσο-τουρκικοί πόλεμοι, συνέβαλλαν στην αύξηση του αρμενικού πληθυσμού, όμως η τάση αυτή κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια των χαμιτικών σφαγών και της γενοκτονίας του 1915.
Από τους επιζώντες της γενοκτονίας ήταν και η οικογένεια Χαντζιάν, η οποία μαζί με άλλες οκτώ αρμενικές οικογένειες εγκαταστάθηκαν στην κοιλάδα Παντοβίσλα, κοντά στην περιοχή Γκοριατσί Κλιούτς (θερμές πηγές). Με τον καιρό οι άλλες οικογένειες έφυγαν, εκτός από εκείνη του Κεβόρκ Χαντζιάν, ο οποίος παντρεύτηκε και έκανε 12 παιδιά, έξι γιους και έξι κόρες. Ζούσαν ειρηνικά στη μέση μιας κοιλάδας, μέσα στο άγριο δάσος και δίπλα σε ένα ποτάμι, μέχρι τη στιγμή που ξέσπασε ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος… Το 1942, η ευρύτερη περιοχή μετατράπηκε σε πεδίο πολεμικών συγκρούσεων. Οι γερμανοί φασίστες προσπάθησαν πάση θυσία να καταλάβουν το λιμάνι Τουάπσε για να προελάσουν προς τις ζωτικής σημασίας πετρελαιοφόρες περιοχές της Κασπίας. Στην κοιλάδα, όπου ζούσε η οικογένεια Χαντζιάν, εγκαταστάθηκε πρόχειρο στρατιωτικό νοσοκομείο. Οι Χαντζιάν, ως γνώστες της περιοχής, βοήθησαν με κάθε τρόπο τους τραυματίες. Τα αγόρια κάτω από τη βροχή των οβίδων τους προμήθευαν με ότι διέθεταν, τα κορίτσια με τα ελάχιστα φρόντιζαν τους τραυματίες, ανάμεσά τους και η Αρσαλούις… Έχοντας ως όπλο τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής, τους ενθάρρυνε, τους έδινε ελπίδα. Οι στρατιώτες την αγάπησαν, την αποκαλούσαν αδελφή «Σούροτσκα», την παρακαλούσαν να μην τους εγκαταλείψει, γνωρίζοντας ότι η βέβαιη κατάληξη θα ήταν ο θάνατος. Οι συνθήκες ήταν δύσκολες, μακριά από τους κεντρικούς δρόμους επικοινωνίας, αποκομμένοι μέσα στο δάσος. Λίγοι επέζησαν και χιλιάδες ενταφιάστηκαν σε ομαδικούς τάφους. Η Αρσαλούις είχε δώσει το λόγο της, ότι δεν θα τους εγκαταλείψει. Χρόνια μετά ο «λόγος», σύμφωνα με την αντίληψη αυτής της απλής Αρμένισσας, ήταν ένα είδος όρκου. Με τη λήξη του πολέμου, όλοι εγκατέλειψαν σταδιακά την περιοχή, όλοι εκτός της Αρσαλούις, η οποία ακόμα και μετά το θάνατο των γονιών της, έμεινε μόνη μέσα στο δάσος, χωρίς ρεύμα και νερό… Παρέμεινε ως φύλακας των τάφων, σε ένα ρόλο, όπου η ίδια είχε δώσει στον εαυτό της. Κάθε πρωί καθάριζε και στόλιζε με άγρια λουλούδια τους τάφους, «μίλαγε» με τις ψυχές των νεκρών, διηγούμενη πως αλλάζει ο κόσμος. Το δάσος και το ποτάμι για αυτήν ήταν φαρμακείο και μαγαζάκι, κυνηγούσε και μέχρι τα γεράματα ήταν άριστη σκοπευτής. Από τη φύση είχε αποκτήσει μια σοφία μοναδική: «μιλούσε» με αυτήν, δεν την φόβιζαν ούτε οι λύκοι, ούτε οι αρκούδες, ούτε όμως και οι άνθρωποι. Οι ντόπιοι αναφέρουν, ότι κάποτε αποφασίστηκε να κτίσουν φράγμα και να μετατρέψουν την κοιλάδα σε τεχνητή λίμνη, όταν μπήκαν τα πρώτα τρακτέρ και οι μπουλντόζες, πήρε το όπλο της και βγήκε μπροστά τους. Χρειάστηκαν προειδοποιητικές βολές για να τους σταματήσει και να αποτρέψει την καταστροφή των τάφων, πράγμα ανήκουστο για τα σοβιετικά χρόνια. Το γεγονός αυτό ήταν αφορμή να μάθουν οι άνθρωποι και η κυβέρνηση «την ιερή τοποθεσία», άλλωστε έτσι χαρακτηρίζονται σύμφωνα με τη σοβιετική παράδοση τα σημεία όπου βρίσκονται ενταφιασμένοι στρατιώτες του «μεγάλου πατριωτικού πολέμου». Μετά τις ανασκαφές ανακαλύφθηκαν ομαδικοί τάφοι, συνολικά 1500-2000 στρατιωτών. Αμέσως ανακηρύχθηκαν μνημεία και άρχισε να συρρέει πλήθος για να τιμήσει τους πεσόντες. Η ηρωική αυτή γυναίκα παρέμεινε εκεί 55 ολόκληρα χρόνια, μέχρι το θάνατό της, πιστή στον όρκο της να μην τους εγκαταλείψει ποτέ… Σήμερα, αυτό το μέρος είναι γνωστό σε όλη τη Ρωσία. Άνθρωποι από όλα τα μέρη έρχονται να τιμήσουν τους πεσόντες, αλλά και τον τάφο της Αρσαλούις. Μετά το θάνατό της το 1998, οι ντόπιοι Αρμένιοι έχτισαν ένα εξωκκλήσι (μαντούρ) στη μνήμη της, ενώ το 2003, χτίστηκε μια μικρή ρωσική εκκλησία. Επίσης, κάθε Σεπτέμβρη ένας αρμένιος κληρικός μαζί με τους πιστούς τελεί ομαδικές βαπτίσεις στο κοντινό ποτάμι…
|