Ίμβρος Το νησί που μας γέμισε οδύνη Εκτύπωση E-mail


Πα­κράτ Ε­στου­κιάν* 

Με­τά­φρα­ση Κου­ήν Μι­να­σιάν.

Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2012 τεύχος 74

 

 

Οι α­κρο­για­λιές του Αι­γαί­ου, πλού­σιες με τα χνά­ρια πα­νάρ­χαιων πο­λι­τι­σμών, εί­ναι και εκ­θαμ­βω­τι­κές με τη μο­να­δι­κή φυ­σι­κή τους ο­μορ­φιά. Ε­κεί, με κά­θε βή­μα σου ει­σπνέ­εις την κλη­ρο­νο­μιά ό­σων α­πέ­μει­ναν α­πό την αρ­χαιό­τη­τα. Οι κά­πο­τε λα­μπρές πό­λεις που φέρ­νει στο φως η αρ­χαιο­λο­γι­κή σκα­πά­νη, α­κού­σια σε με­τα­φέ­ρουν νο­ε­ρά χι­λιε­τη­ρί­δες πί­σω. Το πα­ρόν ό­λου του Αι­γαί­ου και της δυ­τι­κής πλευ­ράς της Α­να­το­λί­ας εί­ναι άρ­ρη­κτα δε­μέ­νο με τα ποι­κί­λα δείγ­μα­τα της λάμ­ψης των αρ­χαί­ων.

Η νή­σος Ίμ­βρος, ό­λως πε­ριέρ­γως, στε­ρεί­ται αρ­χαιο­λο­γι­κών ευ­ρη­μά­των. Ε­κεί, με το πα­ρελ­θόν σε συν­δέ­ουν μό­νο τα με­γά­λα πλα­τά­νια. Εί­ναι οι μο­να­δι­κοί ζωντα­νοί μάρ­τυ­ρες, φυ­σι­κά μνη­μεί­α α­πό τα πο­λύ πα­λιά. Ό­μως αυ­τό που α­προ­κά­λυπτα εί­ναι συ­γκλο­νι­στι­κό, α­φο­ρά το πρό­σφα­τό της πα­ρελ­θόν. Προ­κα­λεί θλί­ψη στους ε­πι­σκέ­πτες της Ίμ­βρου η ό­ψη των μό­λις πριν 40-50 χρό­νια ε­ρη­μω­μέ­νων χω­ριών. Η θλί­ψη γί­νε­ται ο­δύ­νη, ό­ταν συ­να­ντού­με τη μια χού­φτα γη­γε­νείς Έλ­ληνες και Ελ­λη­νί­δες που έ­χουν α­πο­μεί­νει στο νη­σί.

“Τε­λευ­ταί­οι Μο­ϊ­κα­νοί”, τα­πει­νω­μέ­νοι α­πό τις κα­τα­πα­τή­σεις και λε­η­λα­σί­ες της γης τους, σή­με­ρα ξε­περ­νούν το φό­βο και τολ­μούν να μι­λή­σουν για ό­σα τρα­γι­κά συ­ντε­λέ­στη­καν στο νη­σί. Κου­βα­λούν στο πε­τσί τους τα ση­μά­δια της βαρ­βα­ρό­τη­τας συ­νο­μή­λι­κων μας, αν­θρώ­πων της γε­νιάς μας που έ­δρα­σαν υ­πό την αι­γί­δα του τουρ­κι­κού κρά­τους. Η συ­νο­μι­λί­α μας με μια 80χρο­νη γε­ρό­ντι­σα, την Ε­λέ­νη, μας βα­ραί­νει α­κό­μη πε­ρισ­σό­τε­ρο την καρ­διά: “Μέ­χρι πρό­σφα­τα μας ή­ταν α­δύ­να­τον να μι­λή­σου­με, φο­βό­μα­σταν!”. Η κυ­ρί­α Μα­ρί­κα έ­χει έ­ναν ε­πι­πλέον κα­η­μό. Έ­χα­σε τον ά­ντρα της, τον συ­μπα­θή για­τρό του νη­σιού, τον κ. Φώ­τη: “Ένας πιω­μέ­νος ο­δη­γός τον χτύ­πη­σε με το α­μά­ξι του, ε­δώ πιο κά­τω”. Η α­να­φο­ρά της μας εκ­πλή­σει, πώς εί­ναι δυ­να­τόν! Τα σο­κά­κια του χω­ριού εί­ναι τό­σο δύ­σβατα γε­μά­τα λα­κού­βες, που ο δι­κός μας ο­δη­γός κι­νεί­ται με τα­χύ­τη­τα χε­λώ­νας. Είναι α­πί­στευ­το και α­δια­νό­η­το να πέ­θα­νε άν­θρω­πος α­πό αυ­το­κι­νη­τι­στη­κό α­τύχη­μα σε ε­τού­τους τους δρό­μους. “Κι ό­μως, σ’ αυ­τό το δρό­μο τον χτύ­πη­σαν!” μας επι­βε­βαιώ­νουν.

Πα­ράλ­λη­λα με τις α­σύ­λλη­πτες α­φη­γή­σεις, εκ­με­τα­λευό­μα­στε τις πλη­ρο­φο­ρί­ες που μας προ­σφέ­ρει το πε­ριε­χό­με­νο του βι­βλί­ου που έ­χει εκ­δώ­σει το τουρ­κικό υ­πουρ­γεί­ο Πο­λι­τι­σμού. Ε­κεί δια­βά­ζου­με, ό­τι σύμ­φω­να με τις α­πο­γρα­φές του 1960 στο νη­σί κα­τοι­κού­σαν πά­νω α­πό 6.000 Έλ­λη­νες. Οι Τούρ­κοι δεν ξε­περ­νού­σαν τους 200. Πα­ρά το ό­τι δεν α­να­φε­ρό­ταν στο βι­βλί­ο, ε­μείς δεν δυ­σκο­λευτή­κα­με να κα­τα­λά­βου­με ό­τι και οι 200 δεν ή­ταν πα­ρά κρα­τι­κοί υ­πάλ­λη­λοι, που εί­χαν με­τα­τε­θεί ε­δώ για ε­πί­βλε­ψη. Σή­με­ρα τα δε­δο­μέ­να έ­χουν α­να­τρα­πεί ε­ντε­λώς: α­πό τους 8.000 σύγ­χρο­νους κα­τοί­κους (ε­ποί­κους) μό­νο οι 200 εί­ναι Έλ­λη­νες. Ο Φουά­ντ Ντιου­ντάρ έ­χει ε­φεύ­ρει μια εκ­πλη­κτι­κή έκ­φρα­ση που ε­πε­ξη­γεί παρό­μοια φαι­νό­με­να: “Αρ­χι­τε­κτο­νι­κή ε­ποι­κι­σμού”. Εί­ναι μια άλ­λη ό­ψη της ε­θνοκά­θαρ­σης! Η Τουρ­κι­κή Δη­μο­κρα­τί­α συ­χνό­τα­τα και με πολ­λούς τρό­πους έ­χει υ­ιο­θε­τή­σει και υ­λο­ποι­ή­σει αυ­τές τις με­θό­δους ε­θνο­κά­θαρ­σης και έ­χει υπο­χρε­ώ­σει τους ι­θα­γε­νείς πλη­θυ­σμούς να “α­φή­σουν” την πα­τρί­δα τους.

Το κε­φα­λο­χώ­ρι της νή­σου φαί­νε­ται πως ή­ταν το Ντε­ρέ­κιο­ϊ, α­φού το 1960 εί­χε πάνω α­πό 1950 οι­κο­γέ­νειες. Ε­κτός α­πό τις εκ­κλη­σί­ες, εί­χε 22 κα­φε­νέ­δες, 2 αί­θου­σες κινη­μα­το­γρά­φου, πο­λι­τι­στι­κά κέ­ντρα και πά­ρα πολ­λά μα­γα­ζιά ό­που ερ­γά­ζο­νταν ρά­φτες, κου­ρείς, πε­τα­λω­τές, ξυ­λουρ­γοί και άλ­λοι μα­στό­ροι. Σή­με­ρα στο ί­διο χω­ριό, υ­πάρ­χει μό­νο έ­νας μπα­κά­λης και 2 κα­φε­νέ­δες, κυ­ρί­ως για τους ε­πι­σκέ­πτες.

Στην υ­λο­ποί­η­ση των α­παι­τή­σε­ων της “Αρ­χι­τε­κτο­νι­κής ε­ποι­κι­σμού” το τουρκι­κό κρά­τος δεν δυ­σκο­λεύ­τη­κε κα­θό­λου. Αρ­χι­κά εκ­με­τα­λεύ­τη­κε το νη­σί ως “ανοι­χτή” φυ­λα­κή, που ση­μαί­νει πως οι κά­θε εί­δους βί­αιοι λη­στές, κλέ­φτες, δολο­φό­νοι κυ­κλο­φο­ρού­σαν ε­λεύ­θε­ρα στα χω­ριά και με τα ε­γκλή­μα­τά τους προ­καλού­σαν φό­βο και τρό­μο στους φι­λή­συ­χους Έλ­λη­νες κα­τοί­κους. Το ε­πό­με­νο σχέδιο ή­ταν να χτι­στούν νέ­α χω­ριά, ώ­στε να ε­ποι­κη­θούν α­πό Τούρ­κους. Έ­τσι δη­μιουρ­γή­θη­κε το με­γα­λύ­τε­ρο σή­με­ρα χω­ριό της Ίμ­βρου, το Ου­γουρ­λού. Οι κά­τοικοί του με την “προ­τρο­πή” του κρά­τους, με­τα­φέρ­θη­καν α­πό τις πε­ριο­χές Μούγλα και Μπουρ­ντου­ρί.

Μας πα­ρα­ξέ­νε­ψε η πα­ντε­λής έ­λει­ψη των α­μπε­λιών. Στρε­φό­μα­στε και πά­λι στο βι­βλί­ο του υπουρ­γεί­ου, ό­που γρά­φει: “Μέ­χρι πριν 50 χρό­νια κά­θε ελ­λη­νι­κή οικο­γέ­νεια εί­χε τα δι­κά της α­μπέ­λια”. Και δεν δυ­σκο­λευό­μα­στε να υ­πο­θέ­σουμε τη συ­νέ­χεια, α­φού αυ­τή την ι­στο­ρί­α την έ­χου­με δια­πι­στώ­σει σε πολ­λές περιο­χές της Μι­κράς Α­σί­ας. Ό­που έ­χουν ε­ποι­κή­σει μου­σουλ­μά­νοι Τούρ­κοι, πρώ­τη τους δου­λειά εί­ναι πά­ντα το ξε­ρί­ζω­μα των α­μπε­λιών. Βλέ­πεις, α­πό το στα­φύλι βγαί­νει κρα­σί και το κρα­σί εί­ναι α­νε­πι­θύ­μη­το στο Ι­σλάμ.

Το βι­βλί­ο του υ­πουρ­γεί­ου μας γνω­στο­ποιεί κά­τι α­κό­μη: “...Την ποι­κι­λί­α των ψαριών της θά­λασ­σας που πε­ρι­βά­λλει το νη­σί”. Με την α­πο­μά­κρυν­ση των Ελ­λή­νων έ­πα­ψε και η α­λιεί­α. Για να ξε­πε­ρα­στεί κι αυ­τό το πρό­βλη­μα, το κρά­τος ε­πι­δίδε­ται στις γνω­στές με­θό­δους. Αυ­τή τη φο­ρά με­τα­το­πί­ζει τους κα­τοί­κους α­πό έ­να ψα­ρο­χώ­ρι της Μαύ­ρης Θά­λασ­σας, το Σα­χίν­κα­για Τρα­πε­ζού­ντας, για ε­ποι­κισμό στο ο­μώ­νυ­μο χω­ριό που ι­δρύ­θη­κε για αυ­τούς. Αρ­χι­κά, οι νέ­οι αυ­τοί έ­ποικοι ε­πι­δό­θη­καν στη γνω­στή τους τέ­χνη, την α­λιεί­α, ό­μως, δεν κα­τέ­στη δυ­νατόν να πα­ρα­μεί­νουν ε­κεί. Σή­με­ρα στο Νέ­ο Σα­χίν­κα­για ε­ξα­κο­λου­θούν να ζουν μό­λις με­ρι­κές οι­κο­γέ­νειες. Οι υ­πό­λοι­ποι με­τα­κό­μι­σαν στο κέ­ντρο του νη­σιού, στο Γκιοκ­τσέ­α­ντα, κι άλ­λα­ξαν ε­πάγ­γελ­μα. Έ­τσι ε­ξη­γού­νται οι τα­μπέ­λες πάνω α­πό τα μα­γα­ζιά τους με την επιγραφή: “Ο Φούρ­νος του Κα­ρά­ντε­νιζ ”, “Υ­περα­γο­ρά Κα­ρά­ντε­νιζ”, “Ε­πι­πλο­ποιεί­α Κα­ρά­ντε­νιζ*” κλπ.

Αυ­τό που συν­θλί­βει την ψυ­χή των Ελ­λή­νων της Ίμ­βρου, ή­ταν ο­δυ­νη­ρό και για μας τους ί­διους. Τα πα­νέ­μορ­φα α­κρο­γιά­λια, τα κρυ­στάλ­λι­να κα­θα­ρά νε­ρά της θάλασ­σάς της, δεν κα­τά­φε­ραν να δρο­σί­σουν την ψυ­χή μας α­πό τον κα­ημό για το ά­δι­κο. Με αί­σθη­μα α­πο­τρο­πια­σμού για τα βά­σα­να που άν­θρω­ποι υ­πο­βάλλουν σε αν­θρώ­πους, στο όνο­μα του Έ­θνους, στο ό­νο­μα της Θρη­σκεί­ας, α­πο­χω­ρή­σαμε ε­ξορ­γι­σμέ­νοι α­πό την Ίμ­βρο.

 

* Κα­ρά­ντε­νιζ στα τουρ­κι­κά ση­μαί­νει Μαύ­ρη θά­λασ­σα.

*Ο Πα­κράτ Ε­στου­κιάν εί­ναι αρ­χι­συ­ντά­κτης υ­πεύ­θυ­νος των αρ­με­νι­κών σε­λί­δων της δί­γλωσ­σης (τουρ­κι­κά-αρ­με­νι­κά) ε­φη­με­ρί­δας “Α­γκός” της Πό­λης, ι­δρυ­τής της ο­ποί­ας ή­ταν ο α­δι­κο­χα­μέ­νος Χρά­ντ Ντιν­κ. Αυτό το άρ­θρο δη­μο­σιεύθη­κε στην “Α­γκός”, στις 04-07-2012.

Share
 

Για να εξασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία του ιστότοπου, μερικές φορές τοποθετούμε μικρά αρχεία δεδομένων στον υπολογιστή σας, τα λεγόμενα «cookies». Οι περισσότεροι μεγάλοι ιστότοποι κάνουν το ίδιο. Περισσότερα...

"Δέχομαι"

Kantsaran Banner

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΩΝ

typografia


διαφήμιση στο αρμενικά

armenian community

Online Επισκέπτες

Έχουμε 161 επισκέπτες συνδεδεμένους