Εκδίκηση για τον Ταλαάτ Πασά |
Του Τανέρ Ακτσάμ Μετάφραση: Άνι Ντεοκμετζιάν Απρίλιος-Ιούνιος 2012 Τεύχος 73
Ο Χράντ Ντινκ ας γίνει ο δικός μας Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Όπως οι άλλοι συγκεντρώνονται γύρω από τους Ραούφ Ντενκτάς και Ταλαάτ Πασά, ας συσπειρωθούμε και εμείς γύρω από τον Χράντ. Ο Ντινκ και το «1.500.000 + 1» ας γίνει λοιπόν το σημείο διάκρισης ανάμεσα στη δημοκρατία που αξιώνουμε και τη “δημοκρατία” που μας επιβάλουν.*
Η απόφαση της δίκης για τον φόνο του Χράντ Ντινκ προκάλεσε μεγάλη σύγχυση. Αυτό είναι θετικό. Αποτελεί δείγμα άδολης κι αγνής σκέψης, απόδειξη ότι ακόμη υπάρχουν καθαρές συνειδήσεις. Ωστόσο θα είχαμε αποφύγει όλη αυτή τη σύγχυση, εάν γνωρίζαμε τις θέσεις και τα σχέδια όλων αυτών που υποθάλπουν τους φονιάδες του Χράντ Ντινκ. Αν τους ξέραμε, πιθανότατα θα τους ακούγαμε να λένε: «Τρελαμένοι είναι τούτοι; Πώς πιστεύουν ότι θα επιτρέψουμε να βγει έστω και μια πέτρα από τα θεμέλια του (τουρκικού) κράτους;». Το γεγονός ότι δεν βλέπαμε καθαρά τη σχέση μεταξύ της Γενοκτονίας του 1915 και της δολοφονίας του Χράντ Ντινκ προκάλεσε την παραπάνω αντίδρασή μας. Η αλήθεια είναι ότι θα έπρεπε να απορούμε με το πόσο ανυποψίαστοι είμαστε. Στην πραγματικότητα, η δολοφονία του Χράντ Ντινκ αποτελεί πράξη εκδίκησης για το θάνατο του Ταλαάτ Πασά. Όλα σχεδιάστηκαν έτσι ώστε να θυμίζουν την εκτέλεση του 1921. Μάθαμε ότι ο Γιασίν Χαϊάλ, ένας από τους οργανωτές της εκτέλεσης του Χράντ, ζητούσε πληροφορίες από τον πατέρα του για τον τρόπο με τον οποίο είχε δολοφονηθεί ο Ταλαάτ. Αλήθεια, γιατί δεν δολοφόνησαν τον Χράντ Ντινκ μπροστά από το σπίτι του; Ή γιατί δεν τον απήγαγαν πρώτα, ώστε να έχουν το χρόνο να τον σκοτώσουν και να πετάξουν κάπου το πτώμα του χωρίς να τους αντιληφθεί κανείς; Αντίθετα, προτίμησαν να τον πυροβολήσουν πισώπλατα στην είσοδο του πολυσύχναστου δρόμου που βρισκόταν η εφημερίδα Αγκός, μπροστά στα μάτια όλων. Κάτι αντίστοιχο συνέβη και στο Βερολίνο στις 15 Μαρτίου του 1921, όταν ο Σογομόν Τεχλιριάν εκτέλεσε τον Ταλαάτ. Με τον τρόπο που επέλεξαν, και εκδίκηση πήραν για λογαριασμό του Ταλαάτ και ανακάλεσαν στη μνήμη των Αρμενίων ότι η Γενοκτονία του 1915 πραγματοποιήθηκε με σκοπό να πνίξουν μια για πάντα την ανεξάρτητη φωνή τους. Η δική μας σύγχυση σχετικά με τα γεγονότα και την έκβασή τους δεν μας επέτρεπε να συνδέσουμε τη δολοφονία του Χράντ Ντινκ με τη Γενοκτονία του 1915. Ευτυχώς, ο Μεγαλοδύναμος έτεινε χείρα βοηθείας και την ίδια μέρα που το δικαστήριο εξέδιδε την απόφαση για την δολοφονία του Ντινκ κάλεσε κοντά του τον Ραούφ Ντενκτάς. Σαν να μας έλεγε: «Είστε τυφλοί; Ανοίξτε τα μάτια σας, αντιληφθείτε επιτέλους!». Προσπαθούσε να μας φωτίσει, δείχνοντάς μας ξεκάθαρα όλους αυτούς -τα ανώτερα στελέχη του κράτους μας- που είχαν παραταχθεί στην κηδεία του Ντενκτάς.
Επιτροπή… μίσους Ποιος ήταν όμως ο Ραούφ Ντενκτάς; Πρόκειται για τον επικεφαλής της ομάδας που μεθοδικά προετοίμαζε το έδαφος για τη δολοφονία του Χράντ Ντινκ. Η «Επιτροπή Ταλαάτ Πασά», της οποίας πρόεδρος ήταν ο Ντενκτάς, είχε επανειλημμένως οργανώσει πανευρωπαϊκές συγκεντρώσεις στη μνήμη του: στη Λωζάνη το 2005, στο Βερολίνο το 2006, στο Παρίσι και στη Βόρεια Κύπρο το 2007. Ο σκοπός για τον οποίο ιδρύθηκε η εν λόγω επιτροπή ήταν ξεκάθαρος: η οργανωμένη καλλιέργεια μίσους έναντι των Αρμενίων σε Ευρώπη και Τουρκία. Πολλοί εκ των ιδρυτών της δε, αυτή τη στιγμή δικάζονται με την κατηγορία της τρομοκρατίας στην υπόθεση «Εργκένεκον». Την ίδια ώρα λοιπόν που αφέθηκαν ελεύθεροι οι πραγματικοί εγκληματίες -αυτοί δηλαδή που σχεδίασαν και αποτέλεσαν ουσιαστικά τους ηθικούς αυτουργούς της εκτέλεσης του Χράντ Ντινκ- τα στελέχη και οι ανώτεροι υπάλληλοι του κράτους μας έσπευδαν σύσσωμοι να παραστούν στην κηδεία του Ντενκτάς. Κατά τη διάρκειά της μάλιστα μας έλεγαν: «Εσείς με ποια λογική απαιτείτε τη διαλεύκανση της δολοφονίας του Χράντ Ντινκ; Ακόμα δεν έχετε καταλάβει ότι όλοι μας είμαστε με τον Ραούφ Ντενκτάς και ότι βρισκόμαστε στο πλευρό του Ταλαάτ Πασά;»! Η πολιτική της άρνησης της γενοκτονίας επί 97 χρόνια, μας παραπλάνησε. Τυφλωθήκαμε. Εκείνοι βεβαίως γνώριζαν εξαρχής, αλλά εμείς δεν βλέπαμε τη σχέση μεταξύ του 1915 και του Χράντ Ντινκ. Εκείνοι ποτέ δεν ξέχασαν, αλλά εμάς μας έκαναν να ξεχάσουμε. Μας μπέρδεψαν τόσο πολύ, ώστε υπάρχουν μεταξύ μας ορισμένοι, οι οποίοι ακόμη νιώθουν άβολα στο άκουσμα της λέξης Γενοκτονία. Ο Χράντ ωστόσο είναι το κλειδί. Σαν και εκείνο που παραδόθηκε στον ήρωα παλιού παραμυθιού για να ανοίξει την πόρτα της τεσσαρακοστής απόκρυφης αίθουσας με τα πολύτιμα μυστικά. Εάν διαλευκανθεί η δολοφονία του θα φωτιστούν και τα απόκρυφα της ίδρυσης της (Τουρκικής) Δημοκρατίας μας. Ωστόσο η τωρινή κυβέρνηση δεν έχει ούτε τη βούληση, ούτε και τη διάθεση να το κάνει. Ο πρωθυπουργός, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Μπουλέντ Αρέντς κι άλλα κυβερνητικά στελέχη εξέφρασαν τη δυσαρέσκειά τους για την απόφαση της δίκης. Δήλωσαν ότι τους τρώνε οι τύψεις. Σαν να βρήκαν τον καλύτερο τρόπο να μας κοροϊδέψουν. Εσείς, που είχατε πρόσβαση στις κρυψώνες των αξιωματούχων, στα πιο απόκρυφα των «κοσμικών δωματίων», επιμένετε ακόμη ότι είστε ανίκανοι να φανερώσετε αυτό που έχει ήδη αντιληφθεί όλη η κοινωνία. Από τα μάτια σας κυλούν κροκοδείλια δάκρυα, ενώ τα λόγια σας προσβάλουν εκείνους που απαιτούν τη διαλεύκανση της υπόθεσης Χράντ Ντινκ. Όταν παλαιότερα τον κρίνατε ένοχο [άρθρο 301], ο Χράντ είχε σκεφτεί να εγκαταλείψει μαζί με την οικογένειά του τη γενέτειρά του την Μαλάτια [Μελιτηνή] και να φτάσει πεζός ως την έρημο του Ντερ Ζορ, «…όπως ακριβώς υποχρεώθηκαν να κάνουν αμέτρητοι πρόγονοί μου στις πορείες θανάτου προς την έρημο».
Ύψιστο χρέος Αλλά ο Χράντ είχε βαθιά επίγνωση του 1915. Ένιωθε ως το μεδούλι του τη σχέση μεταξύ αυτών που ο ίδιος είχε υποστεί και της Γενοκτονίας. Πριν τη δολοφονία του, μιλώντας για την επερχόμενη δίκη του σχετικά με τη χρήση της λέξης Γενοκτονία, είχε δηλώσει πως: «…Ναι, το 1915 έγινε Γενοκτονία! Και το δικαστήριο θα γίνει έδρα Ιστορίας…»! Η ευκαιρία δεν του δόθηκε. Το νήμα κόπηκε. Έχουμε χρέος ν’ ανοίξουμε τα μάτια μας και να αφήσουμε το φως να διώξει το σκοτάδι από τα μυαλά μας. Η δολοφονία του Χράντ Ντινκ ήταν η εκδικητική απάντηση για τη εκτέλεση του Ταλαάτ. Ο Χράντ είναι «1.500.000+1». Εάν δεν συνειδητοποιήσουμε αυτήν την αλήθεια, είναι αδύνατον να κατανοήσουμε το έγκλημα και να το διαλευκάνουμε. Το 2015 πλησιάζει. Εάν δεν βροντοφωνάξουμε: «Το 1915 έγινε Γενοκτονία, οφείλετε να το αναγνωρίσετε!», εάν δεν τολμήσουμε να πούμε: «Δολοφονήσατε τον Χράντ, για να υπενθυμίσετε τους Χράντ του 1915!», δεν θα διαλευκανθούν ποτέ τα αίτια της εκτέλεσής του. Αν θέλουμε να απελευθερωθούν από τα χέρια των σύγχρονων εγκληματιών, δεν έχουμε άλλη επιλογή. Γνωρίζω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας Αρμένιος που ζει στην Τουρκία. Κατανοώ και νιώθω αυτούς που σκοπεύουν να αφήσουν τη γενέτειρα γη επειδή απλά δεν αντέχουν. Δεν ξέρω εάν αρκεί η δύναμή μου, μα θέλω να κραυγάσω: «Εσείς είστε για μας το φως με το οποίο θα επαναπροσδιορίσουμε τον τουρκισμό μας. Εσείς είστε η αφορμή για να υπενθυμίσουμε στους σύγχρονους μωαμεθανούς της Ανατολίας ότι η εξολόθρευση των Αρμενίων το 1915 δεν έχει θέση στο Κοράνι. Φεύγοντας εσείς από εκεί, θα χαθεί μια για πάντα το νόημα και η πιθανότητα εξαγνισμού του τουρκισμού και του μωαμεθανισμού. Χάρη σε εσάς και την επιμονή σας θα δοθεί η ευκαιρία ώστε αυτός ο τόπος να απελευθερωθεί απ’ τους εγκληματίες και απ’ αυτούς που τους υποθάλπουν». Δεν προσπαθώ να σας πείσω. Απευθύνομαι στους Φίλους του Χράντ. Εσείς γρά-φετε Ιστορία. Πραγματώνετε το αδύνατο σ’ αυτόν τον τόπο. Επί πέντε χρόνια παρακολουθείτε τη δίκη λέγοντας «Μέχρι εμείς να πούμε ΕΛΗΞΕ, αυτή η δίκη δεν θα τελειώσει». Εκπροσωπείτε την αξιοπρέπεια και το μέλλον της Τουρκίας. Αποδεικνύετε ότι αυτή η χώρα δεν ανήκει στους εγκληματίες και σ’ αυτούς που τους υποθάλπουν αλλά είναι η πατρίδα όλων, ανεξαρτήτως θρησκείας και εθνότητας. Ο Χράντ Ντινκ ας γίνει το σύμβολό σας. Ο Χράντ Ντινκ ας γίνει ο δικός μας Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Όπως εκείνοι συγκεντρώνονται γύρω από τους Ραούφ Ντενκτάς και Ταλαάτ Πασά, εμείς ας συσπειρωθούμε γύρω από τον Χράντ. Ο Χράντ και το «1.500.000 + 1» ας γίνει το σημείο διάκρισης ανάμεσα στη δημοκρατία που αξιώνουμε και τη «δημοκρατία» που μας επιβάλουν.
*Το άρθρο του Τανέρ Ακτσάμ δημοσιεύτηκε: στα τουρκικά στην εφημερίδα «Ταράφ» στις 24.1.2012 και στα αρμενικά στην εφημερίδα «Αγκός» στις 27.1.2012
|