Ιωάννης Γ. Ασπροποταμίτης Εκτύπωση

Πρόσφατα κυκλοφόρησε από το περιοδικό μας η μελέτη του ιστορικού Ιωάννη Γ. Ασπροποταμίτη «Το Αρμενικό Ζήτημα στον 19ο αιώνα μέσα από τον ελληνικό Τύπο».
Το βιβλίο αυτό συγκαταλέγεται μέσα στις σημαντικότερες εκδόσεις μας, είναι μια πραγματικά εξαιρετική εργασία για την οποία ο συγγραφέας της χρειάστηκε να διαθέσει πολύ χρόνο και μόχθο. Μία έρευνα που θα πλουτίσει τις γνώσεις όλων αυτών που ενδιαφέρονται να γνωρίσουν την πραγματική πλευρά της αρμενικής ιστορίας και θα αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για τους μελλοντικούς μελετητές. Η παρουσίαση των γεγονότων, μέσα από τα άρθρα και την ειδησεογραφία της εποχής, δημιουργεί στον αναγνώστη την αμεσότητα και τον εισαγάγει στο κλίμα της εποχής, παρουσιάζοντας τον ρόλο των δυνάμεων στην προσπάθεια επίλυσης του Αρμενικού Ζητήματος και την επιρροή που άσκησε στο Κρητικό Ζήτημα.
Ο συγγραφέας ανταποκρίθηκε άμεσα στην πρόταση μας για την έκδοση της μελέτης του, την οποία μας εμπιστεύτηκε αφιλοκερδώς. Με την ευκαιρία της έκδοσης ο συγγραφέας μας παραχώρησε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη.

aspropotamitis

Στον Μάικ Τσιλιγκιριάν

Αύγουστος -Οκτώβριος 2018, τεύχος 98

Πώς ξεκίνησε η σκέψη να πραγματοποιήσετε αυτή την ιστορική έρευνα που πραγματεύεται το «Αρμενικό Ζήτημα»;
Το ερευνητικό μου ενδιαφέρον για το Αρμενικό Ζήτημα προέκυψε μέσα από την μελέτη της νεώτερης ελληνικής ιστορίας κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Μέσα από αυτές τις αναγνώσεις, στο πλαίσιο του Ανατολικού Ζητήματος που σχετιζόταν με την τύχη της παρακμάζουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διέκρινα την καταλυτική επίδραση που είχαν οι πολιτικές και διπλωματικές ενέργειες τόσο των Μεγάλων Δυνάμεων όσο και της Οθωμανικής Διοίκησης στην κοινωνική ζωή και την ασφαλή διαβίωση των χριστιανικών μειονοτήτων της Αυτοκρατορίας. Έτσι, αποφάσισα να κατευθύνω την έρευνά μου προς ένα ιστορικό θέμα που πάντα αποτελούσε για μένα τόπο αναζήτησης και σχετιζόταν με την ιστορικότητα των αρμενικών πληθυσμών που κατοικούσαν σε διάφορες περιοχές της Αυτοκρατορίας.

Ποιές ήταν οι πηγές που επικεντρωθήκατε και με ποια μέθοδο εργαστήκατε;
Η επιθυμία μου να αναδείξω απλές καθημερινές πτυχές των γεγονότων με ώθησε να ανατρέξω στο αρχείο των ελληνικών εφημερίδων της εποχής, όπου ανακάλυψα τον πλούτο και την επάρκεια των δημοσιευμάτων που σχετίζονταν με το Αρμενικό Ζήτημα. Έτσι αποφάσισα να στηρίξω την έρευνά μου αποκλειστικά σε ορισμένες από αυτές. Θέλησα να αναδείξω την «αντίδραση» της ελληνικής κοινής γνώμης απέναντι σε ένα ζήτημα που επηρέαζε έμμεσα τα ευαίσθητα εθνικά και βαλκανικά ζητήματα της εποχής, το οποίο τελικά εξελίχθηκε σε ένα καθαρά ανθρωπιστικό ζήτημα.
Η μελέτη των ελληνικών ημερήσιων φύλλων έγινε στην Κεντρική Βιβλιοθήκη της Βουλής και στο νεοσύστατο αρχείο εφημερίδων του πρώην Δημόσιου Καπνεργοστασίου της οδού Λένορμαν. Χρησιμοποιήθηκε το διαθέσιμο αρχείο σε μικροφίλμ, καθώς δεν είχε ακόμα ολοκληρωθεί η ανάρτηση ψηφιοποιημένων φύλλων των εφημερίδων στο διαδίκτυο.
Τα δημοσιεύματα που καταγράφηκαν αφορούσαν κυρίως την ελληνική αρθρογραφία, ωστόσο πολλά από αυτά προέρχονταν από τον διεθνή και κυρίως τον ευρωπαϊκό Τύπο της εποχής, χωρίς να αποκλείονται και εκείνα που προέρχονταν από τον οθωμανικό Τύπο. Προσπάθησα να καταγράψω με «σχολαστική» συνέπεια την αρθρογραφία των εφημερίδων της περιόδου που μελέτησα, χωρίς παρεμβατική διάθεση απέναντι σε κάθε καταγεγραμμένη άποψη.

Θα μπορούσατε να εστιάσετε σε κάποια συμπεράσματα που θα αποκομίσει ο αναγνώστης διαβάζοντας το βιβλίο σας;
Το κεντρικό θέμα της έρευνάς μου έχει απασχολήσει στο παρελθόν πολλούς ιστορικούς ερευνητές της περιόδου, στην πλειονότητά τους αρμενικής καταγωγής και λιγότερους άλλων εθνικοτήτων μεταξύ των οποίων και ορισμένους Έλληνες, με αποτέλεσμα την έκδοση ενός πλούσιου συγγραφικού έργου. Η ιδιαιτερότητα του βιβλίου έγκειται στο ότι έρχεται να φωτίσει ένα ιστορικό θέμα, στην περίπτωσή μας το Αρμενικό Ζήτημα, μέσα από τις σχετικές καθημερινές στήλες των εφημερίδων της περιόδου που εξετάζεται. Απευθύνεται σε αναγνώστες που θέλουν να ενημερωθούν επαρκώς πάνω σε αυτό το ζήτημα, μέσα από μια συνεχόμενη ειδησεογραφική ροή των γεγονότων που σχετίστηκαν με αυτό. Επομένως, η αποκόμιση των όποιων συμπερασμάτων προέρχεται μέσω μιας προσιτής αναγνωστικής διαδικασίας που στηρίζεται στη δημοσιογραφική «ματιά» του ελληνικού Τύπου της εποχής. Με τη μέθοδο αυτή διασφαλίζεται ότι ο αναγνώστης θα καταφέρει να αποκτήσει σε μεγάλο βαθμό αυτό που αποκαλείται ως «άρωμα της εποχής», κάτι που πολλές φορές είναι το ζητούμενο για την σε βάθος κατανόηση των γεγονότων μιας ιστορικής περιόδου.

Εάν θα επιχειρούσατε να κάνετε μια αξιολόγηση της ελληνικής δημοσιογραφίας της εποχής, ποια είναι τα σημεία που θα εστιάζατε;
Η ελληνική δημοσιογραφία διαχειρίστηκε την ενημέρωση του αναγνωστικού κοινού σε ένα τόσο σημαντικό ζήτημα για τον ελληνισμό όπως το Αρμενικό Ζήτημα, με συνέπεια και υπευθυνότητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις δεν διστάζει να εμφανίσει απροκάλυπτα σημάδια συμπάθειας προς τον δοκιμαζόμενο αρμενικό λαό, που αντικατοπτρίζουν τη συναισθηματική φόρτιση της ελληνικής κοινωνίας από την αποκάλυψη των δραματικών γεγονότων στις αρμενικές περιοχές που επηρέασαν αρνητικά την ασφαλή διαβίωση των χριστιανικών πληθυσμών της Αυτοκρατορίας. Προσπαθεί να αφυπνίσει την ελληνική κυβέρνηση στα μείζονα θέματα της εξωτερικής πολιτικής και την κοινή γνώμη στην Ελλάδα για την αντιμετώπιση του ανθρωπιστικού προβλήματος που δημιουργήθηκε με την άφιξη των πρώτων Αρμενίων προσφύγων.

Κατά την διάρκεια της έρευνάς σας υπήρξε κάτι που να σας εντυπωσίασε;
Θα εστιάσω στα εξής βασικά σημεία. Στην πλούσια και ανεκτίμητη ιστοριογραφική καταγραφή των γεγονότων από τους «λειτουργούς» της μάχιμης δημοσιογραφίας μέσα σε ένα ιδιαίτερα εκρηκτικό πολιτικό και κοινωνικό «κλίμα», όπως εκείνο που επικρατούσε στις αρμενικές περιοχές της Αυτοκρατορίας την περίοδο της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα. Είναι άξιο προσοχής το δύσκολο δημοσιογραφικό έργο που εκτελέστηκε εκείνη την περίοδο μέσα σε καθεστώς μεγάλης ανασφάλειας. Με τις διαρκείς παραινέσεις προς την ελληνική κυβέρνηση, κατανοείται η δυναμική με την οποία η δημοσιογραφία μπορεί να ασκήσει τον ρόλο της στην πολιτική ζωή μιας χώρας ως «τέταρτη εξουσία». Θα τονίσω επίσης την αντίσταση και το ψυχικό σθένος με το οποίο οι αρμενικοί πληθυσμοί αντιμετώπισαν την εχθρική και σε πολλές περιπτώσεις εξοντωτική στάση της οθωμανικής διοίκησης. Θα σταθώ στην απογοητευτική αλλά μέχρι κάποιο σημείο αναμενόμενη ανοχή και παθητικότητα των Δυνάμεων απέναντι στα παραπλανητικά σχέδια του σουλτάνου. Τέλος, θα εκθειάσω την στάση της ελληνικής κοινής γνώμης απέναντι στον αγώνα του αρμενικού λαού, με έμφαση στην περίοδο που το βαθιά ανθρωπιστικό ζήτημα των Αρμενίων προσφύγων, «έκρουσε» την πόρτα της ελληνικής κυβέρνησης και κοινωνίας για να προσφέρουν στήριξη στους κατατρεγμένους αρμενικούς πληθυσμούς της Ανατολής, τη στιγμή που άλλα κράτη αρνήθηκαν να τους δεχθούν.

Ποιό είναι το σημαντικότερο πράγμα που αποκομίσατε από τη συγγραφή του βιβλίου σας;
Πιστεύω ότι η εκπόνηση μιας ιστορικής μελέτης αποτελεί από τη φύση της μια υπεύθυνη, ιδιαίτερα επίπονη και έντονα εμπειρική συνδυαστική διεργασία. Οι ιστορικοί μελετητές καλούνται κάθε φορά μέσα από το έργο τους να επαληθεύσουν ότι «ταύτην την επαγγελία επιτελούσι ..... προς την αλήθειαν και το δίκαιον αποβλέποντες, και τον βίο ανυψούντες εις τύπου αρετής, υπό την σκέπην της Σοφίας.», τιμώντας την επιστήμη που αξιώθηκαν να υπηρετήσουν. Η σωστή επιλογή και η προσεκτική προσέγγιση των πηγών θα εξασφαλίσουν το ποιοτικό αποτέλεσμα της έρευνάς τους. Στη συγγραφή του βιβλίου, η επιλογή δύο αξιόπιστων μέσων της έντυπης δημοσιογραφίας μου έδωσε τη δυνατότητα να προσεγγίσω με μεγαλύτερη συνέπεια, αξιοπιστία και αμείωτο ενδιαφέρον το θέμα μου. Το «ξεδίπλωμα» των γεγονότων μέσα από την ανάγνωση των εφημερίδων μου αποκάλυψε – και το ίδιο εύχομαι για τους αναγνώστες του βιβλίου – τις κρυμμένες αλήθειες τις οποίες πάντοτε επιδιώκω να ανακαλύπτω πίσω από τα ίδια τα γεγονότα.

Ο Ιωάννης Γ. Ασπροποταμίτης γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1967. Υπηρέτησε ως αξιωματικός στο Πολεμικό Ναυτικό από όπου αποστρατεύτηκε με τον βαθμό του Πλοιάρχου Π.Ν. ε.α. Είναι απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών στην Ιστορία από το Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ασχολείται με τον τομέα της Ναυτικής και Στρατιωτικής Ιστορίας, έχοντας παρακολουθήσει μεταπτυχιακές σπουδές στο American Public University (Master in Naval History). Έχει συγγράψει και δημοσιεύσει σχετικές μελέτες και άρθρα και έχει εκτελέσει πληθώρα διαλέξεων με σχετικά θέματα. Δίδαξε (με τη χρήση νέων τεχνολογιών) το μάθημα της Ναυτικής Ιστορίας στις παραγωγικές σχολές του Πολεμικού Ναυτικού και σε σταδιοδρομικά σχολεία. Παράλληλα, μελετώντας την ευρωπαϊκή και παγκόσμια ιστορία προσέγγισε τα εγκλήματα γενοκτονίας που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, με αποκορύφωμα εκείνα μέσα στον 19ο και 20ο αιώνα. 
Είναι παντρεμένος με τη μαθηματικό Δήμητρα Χατζηνικολάου και έχουν δύο παιδιά, τον Γιώργο και την Ευαγγελία.