Δρ Χαρίκλεια - Μαγδαληνή Κεφαλίδου |
Δρ Χαρίκλεια - Μαγδαληνή Κεφαλίδου Στην Τακουή Βακιτζιάν Μάιος- Αύγουστος 2021, τεύχος 107 Γνωρίσαμε την Δρα Χαρίκλεια-Μαγδαληνή Κεφαλίδου τον Απρίλιο του 2021, με αφορμή το εξ αποστάσεως σεμινάριο που έδωσε στην Εταιρεία Αρμενικών Μελετών της INALCO (του Εθνικού Ινστιτούτου Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμών). Στην Inalco, η οποία παρέχει την πληρέστερη πανεπιστημιακή εκπαίδευση πάνω στις Αρμενικές σπουδές σήμερα στη Γαλλία, η αρμενική γλώσσα διδάσκεται από το 1798! Στο σεμινάριο αυτό, η κ. Κεφαλίδου, απόφοιτος του Τμήματος Ξένων Γλωσσών Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστημίου, με μεταπτυχιακούς τίτλους στη Γενική και Συγκριτική Γραμματολογία, παρουσίασε εν συντομία τη διδακτορική διατριβή της που είχε υποστηρίξει τον Δεκέμβριο του 2019 στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης, με θέμα «Μύθοι, σύμβολα και ταυτότητες στο μεταίχμιο: η λογοτεχνική έκφραση της αρμενικής ταυτότητας στη Γαλλία και στην Αμερική από τις αρχές του εικοστού αιώνα μέχρι σήμερα». Αξίζει να σημειωθεί ότι η κ.Κεφαλίδου διετέλεσε υπότροφος του Ιδρύματος Γκιουλμπενκιάν (Fundação Calouste Gulbenkian), δίδαξε λογοτεχνία, πολιτισμική ιστορία και διαπολιτισμικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου, ενώ από το 2020 διδάσκει την αγγλική γλώσσα στο Πανεπιστήμιο της Caen στην Νορμανδία. Στη διδακτορική σας διατριβή ασχοληθήκατε με το λογοτεχνικό έργο τεσσάρων Αρμενίων, των Ντενίς Ντονικιάν και Βίκτωρ Γκαρντόν, που έζησαν στη Γαλλία, και των Ουίλιαμ Σαρογιάν και Ντέιβιντ Κερντιάν, που έζησαν στις ΗΠΑ. Τι είναι όμως αυτό που σας κέντρισε το ενδιαφέρον στην αρμενική λογοτεχνία; Το ενδιαφέρον μου είναι προσωπικό αλλά και επιστημονικό. Η προσφυγική μου καταγωγή και η συνύπαρξη με Αρμένιους στις προσφυγικές γειτονιές της Αθήνας είχαν κεντρίσει από πολύ νωρίς το ενδιαφέρον μου για την αρμενική κοινότητα. Αργότερα, ως ερευνήτρια της λογοτεχνίας που πραγματεύεται τον διωγμό, θέλησα να μελετήσω συγκριτικά τον τρόπο που η εμπειρία του διωγμού αποτυπώθηκε στην ελληνική αλλά και στην αρμενική λογοτεχνία. Από την αρχή της έρευνάς μου διαπίστωσα πως τα λογοτεχνικά έργα που έχουν γραφτεί πάνω σε αυτό το θέμα από Αρμένιους της διασποράς είναι όχι μόνο πολυάριθμα αλλά και εξαιρετικά ενδιαφέροντα για κάποιον που μελετά λογοτεχνικά έργα σε διάφορες γλώσσες. Μετά τη Γενοκτονία, οι Αρμένιοι εγκαταστάθηκαν σε πολλές διαφορετικές χώρες και άρχισαν να γράφουν τις μαρτυρίες τους –αλλά και μυθοπλαστικά αφηγήματα– στη γλώσσα της χώρας υποδοχής. Η επιρροή της γλώσσας, του πολιτισμού και της κοινωνίας της χώρας εγκατάστασης στο έργο τού κάθε συγγραφέα βρίσκεται στο επίκεντρο της προβληματικής μου, ιδιαίτερα στην περίπτωση συγγραφέων που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στη χώρα υποδοχής, όπως ο Σαρογιάν, o Κερντιάν και ο Ντονικιάν. Γιατί επιλέξατε τους συγκεκριμένους συγγραφείς; Τι κοινό έχουν; Και οι τέσσερις συγγραφείς κατάγονται από περιοχές της Δυτικής Αρμενίας που προσαρτήθηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. O Γκαρντόν, αλλά και οι γονείς των άλλων συγγραφέων, έζησαν στην περιοχή αυτή και εκδιώχθηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες το 1915, με μόνη εξαίρεση τους γονείς του Σαρογιάν, που εγκατέλειψαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία περίπου οκτώ χρόνια πριν τη Γενοκτονία. Η προσπάθεια σύγκρισης διαφορετικών εμπειριών (των ίδιων των επιζώντων, της δεύτερης γενιάς και εκείνων που βίωσαν τον απόηχο στο ευρύτερο περιβάλλον τους) ήταν το κριτήριό μου για την επιλογή των συγγραφέων. Θα ήθελα επίσης να συμπεριλάβω στη διατριβή μου και τη γυναικεία οπτική, κάτι που δεν κατάφερα στα περιορισμένα πλαίσια μιας εργασίας αλλά σκοπεύω να εξετάσω στο μέλλον. Μιλάτε αρμενικά; Πόσο εύκολη ήταν για εσάς η πρόσβαση στην εργογραφία τους, στα προσωπικά τους αρχεία; Έχω κάνει μαθήματα αρμενικών, γιατί πιστεύω πως μέσα από την κοινή γλώσσα μπορούμε να αντιληφθούμε βαθύτερα έναν λαό. Το ενδιαφέρον μου για τη γλώσσα είναι περισσότερο προσωπικό παρά επιστημονικό, καθώς οι τρεις από τους τέσσερις συγγραφείς που μελέτησα γράφουν αποκλειστικά στα αγγλικά και στα γαλλικά. Η συγγραφή σε αυτές τις γλώσσες ήταν είτε πολύ φυσική για αυτούς, ειδικά για όσους γεννήθηκαν στη χώρα υποδοχής, είτε αναπόφευκτη λόγω των συγκυριών, ή πάλι μια έκφραση της ανάγκης τους να επισφραγίσουν συμβολικά με την πένα τους την ένταξή τους στην κοινωνία. Τέτοια είναι η περίπτωση του Γκαρντόν, που αν και είχε δημοσιεύσει ένα έργο στα αρμενικά και είχε εργαστεί σε αρμενόφωνες εφημερίδες της Γαλλίας, αποφάσισε να γράψει την ιστορία της παιδικής του ηλικίας στα γαλλικά, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο με το οποίο συμμετείχε στην αντίσταση στη Γαλλία κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (Βίκτωρ Γκαρντόν) και όχι το αρμενικό του όνομα (Βαχράμ Γκακαβιάν), αποδεικνύοντας έτσι πως ναι μεν δεν ξέχασε τον τόπο καταγωγής του, αλλά εντάχθηκε στη χώρα υποδοχής και πάλεψε για οικουμενικές αξίες. Πώς αυτοπροσδιορίζονταν αυτοί οι δημιουργοί; Ποια εικόνα προέβαλλαν στο κοινό τους (στο αρμενικό κοινό και στο κοινό της χώρας υποδοχής); Με εξαίρεση τoν Γκαρντόν, που δηλώνει 100% Αρμένιος και 100% Γάλλος, το έργο των υπόλοιπων συγγραφέων διαπνέεται από ένα αίσθημα δυσφορίας ως προς την ταυτότητα. Ο Κερντιάν, στα νεανικά του χρόνια, εκφράζει άρνηση να ταυτιστεί με τα «θύματα» και έντονη επιθυμία να ανήκει στη χώρα υποδοχής, να θεωρείται ένας από τους «δυνατούς». Ο Ντονικιάν αποδίδει τη δυσφορία του στην άρνηση της Γενοκτονίας από το τουρκικό κράτος. Νιώθει αποξενωμένος όχι μόνο από την εθνική του ταυτότητα αλλά και από την ίδια την ανθρώπινη υπόστασή του, ως συνέπεια της διαδικασίας απανθρωπισμού των θυμάτων αλλά και της άρνησης της Γενοκτονίας. Έτσι, προβάλλει στο έργο του την κατακερματισμένη του ταυτότητα ως ένδειξη διαμαρτυρίας προς τους αρνητές της Γενοκτονίας. Επίσης, διεκδικεί μια υβριδική ταυτότητα ως αποτέλεσμα της ζωής του στη διασπορά μέσα σε πολυπολιτισμικές κοινωνίες. Όμως, όλοι ανεξαιρέτως οικοδομούν την ταυτότητα του συγγραφέα που ξεπερνά τα εθνικά σύνορα και αγγίζει και προβάλλει με το έργο του τον Άνθρωπο. Διακρίνεται μια βαθύτατα ηθική και πανανθρώπινη θέαση των πραγμάτων στο έργο και των τεσσάρων συγγραφέων: μια διάθεση υπεράσπισης των αδυνάμων, μια επιθυμία ελευθερίας και αντίστασης στην αδικία, σε οτιδήποτε καταπιεστικό και αυταρχικό. Χρησιμοποιούν τη λογοτεχνική τους φωνή ως θεραπεία κατά της δυσφορίας, ως εφαλτήριο για την προβολή όλων αυτών που ενώνουν τους ανθρώπους, της πανανθρώπινης ταυτότητας. Έτσι, το ειδικό (η αρμενική μνήμη και ταυτότητα) ανάγεται πάντα στο γενικό και αγγίζει κάθε αναγνώστη, ανεξαρτήτως καταγωγής. Πώς κατέγραψαν το τραύμα της Γενοκτονίας και της προσφυγιάς; Μέσα από το έργο του Γκαρντόν προβάλλεται η ιστορία όχι μόνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και της Τρανσκαυκασίας και της Ρωσικής Αυτοκρατορίας κατά την περίοδο των βίαιων ανακατατάξεων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που οδήγησε εκατομμύρια ανθρώπους στην προσφυγιά. Τα βιώματα του συγγραφέα προβάλλονται με τη μορφή παραμυθιού, με έντονα μυθοπλαστικά στοιχεία. Ο συγγραφέας τότε ήταν παιδί και ανήμπορος να αντιδράσει σε όλα όσα υπέστη. Η μετατροπή των αναμνήσεών του σε παραμύθι, όπου, για παράδειγμα, η μορφή ενός Αρμένιου πρίγκιπα εμφανίζεται μπροστά του και του ζητά να είναι θαρραλέος ώστε να σώσει τον λαό του, τα διάφορα εσχατολογικά οράματα που προβλέπουν τη συντριβή των εχθρών της Αρμενίας, όλα αποτελούν μηχανισμούς επιβίωσης του παιδιού απέναντι σε βίαιες και ανυπέρβλητες καταστάσεις, ή ακόμα και τη στρατηγική του Γκαρντόν ως ενήλικα ώστε να ανασύρει και έπειτα να εκφράσει αυτές τις τραυματικές παιδικές εμπειρίες. Ο Σαρογιάν, στο έργο του, εξέφρασε με περισσή τρυφερότητα και ακρίβεια τη νοσταλγία της χαμένης πατρίδας και την ανάγκη των Αρμενίων να ξαναχτίσουν την Αρμενία σε οποιοδήποτε μέρος βρίσκονταν. Το έργο του περιγράφει όλες τις μειονότητες και τις ομάδες μεταναστών της Καλιφόρνια αλλά και την ξενοφοβία που υπέστησαν, προβάλλοντας ταυτόχρονα τον θαυμασμό του για τη δύναμη και την αντοχή του ανθρώπου, και ιδιαίτερα του μετανάστη. Το έργο του Κερντιάν και του Ντονικιάν εκφράζει προβληματισμούς της δεύτερης γενιάς, όπως τη δυσκολία του συγκερασμού των δύο ταυτοτήτων αλλά και τη δυσκολία να αναλάβει η δεύτερη γενιά τον ρόλο της επούλωσης του τραύματος και το βάρος της άρνησης της Γενοκτονίας. Πόσο μεγάλο έργο άφησαν αυτοί οι λογοτέχνες; Πόσο γνωστό είναι; Έχει δημοσιευτεί; Με εξαίρεση τον Γκαρντόν, ο οποίος δημοσίευσε μόνο μια τριλογία στα γαλλικά και άλλο ένα έργο στα αρμενικά, αλλά έφυγε από τη ζωή πριν προλάβει να πραγματοποιήσει τα σχέδιά του για μερικά ακόμα βιβλία, οι υπόλοιποι συγγραφείς ήταν (ή είναι) εξαιρετικά παραγωγικοί. Ο Ουίλιαμ Σαρογιάν είχε εξαιρετικά πλούσια σταδιοδρομία όχι μόνο στη λογοτεχνία αλλά και στο θέατρο, με πολλές παραστάσεις στο Broadway και ένα βραβείο Πούλιτζερ, το οποίο αρνήθηκε να παραλάβει –χαρακτηριστικό δείγμα του ιδιαίτερα αντισυμβατικού του χαρακτήρα. Ο Ντέιβιντ Κερντιάν είναι γνωστός συγγραφέας στην Αμερική, με πολλά μυθιστορήματα και συλλογές ποίησης στο ενεργητικό του. Διατέλεσε επίσης αρχισυντάκτης διαφόρων λογοτεχνικών περιοδικών, όπως του πολύ γνωστού Ararat Quarterly, ενώ βραβεύτηκε για τη λογοτεχνική προσαρμογή των απομνημονευμάτων της μητέρας του. Ο Ντενίς Ντονικιάν πέρα από συγγραφέας είναι και γλύπτης. Ζει στα προάστια του Παρισιού και συνεχίζει να γράφει, πολύ συχνά μάλιστα δημοσιεύει άρθρα στο μπλογκ του, Ecrittératures, όπου σχολιάζει καυστικά την επικαιρότητα. Τα περισσότερα βιβλία του διατίθενται σε δίγλωσση έκδοση από τον εκδοτικό οίκο Actual Art, που δραστηριοποιείται στην Αρμενία. Έχει βραβευτεί στη Γαλλία για το μυθιστόρημά του Vidures (2010), το οποίο όμως δέχτηκε ανάμεικτες κριτικές στην Αρμενία λόγω της αρκετά ωμής και ζοφερής αναπαράστασης της κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης της χώρας. Ποια είναι τώρα τα ερευνητικά σας ενδιαφέροντα; Συνεχίζω να ασχολούμαι με τις αναπαραστάσεις των μειονοτήτων και της μετανάστευσης στη λογοτεχνία και στις τέχνες. Δραστηριοποιούμαι στον τομέα των exile studies ως συγκριτολόγος. Χρησιμοποιώ συχνά τον όρο «exile» στα αγγλικά, ή «exil» στα γαλλικά, γιατί μπορεί να μεταφραστεί με διάφορους τρόπους στα ελληνικά: ως εξορία και ως ξεριζωμός, σύμφωνα με την αρχική, ιστορική του σημασία, αλλά έχει χρησιμοποιηθεί και για να περιγράψει μορφές περιθωριοποίησης. Με ενδιαφέρει, λοιπόν, ιδιαίτερα να εξερευνήσω αυτή την πολυσημία (αλλά και τα όριά της, ώστε να αποφύγω τις γενικεύσεις) και να επεκτείνω τις έρευνές μου προς τις αναπαραστάσεις ευρύτερων μορφών «εξορίας» ή «αυτοεξορίας», όπως η περιθωριοποίηση διαφόρων κοινωνικών ομάδων, αλλά και προς τη μελέτη της αναπαράστασης του περιθωρίου και της υποκουλτούρας στη λογοτεχνία και στις τέχνες, καθώς και τον τρόπο που συνυπάρχουν όλες αυτές οι διαφορετικές μορφές εξορίας και περιθωριοποίησης στην τέχνη και στη λογοτεχνία. |