Στην Ταλίν Μαρντικιάν Ιούλιος- Οκτώβριος 2017, τεύχος 94
Βιρτουόζος πιανίστας μόλις 30 ετών κι έχει ήδη καταφέρει να στρέψει πάνω του το διεθνές ενδιαφέρον της τζαζ μουσικής σκηνής και να έχει στο ενεργητικό του 9 δίσκους. Γεννήθηκε το 1987 στο Γκιουμρί της Αρμενίας και έζησε εκεί τα πρώτα 10 χρόνια της ζωής του. Έπειτα μετακόμισε με την οικογένειά του στο Γερεβάν και από εκεί στο Λος Άντζελες. Το 2013 επέστρεψε και πάλι στο Γερεβάν. Ξεκίνησε να παίζει πιάνο όταν ήταν 3 ετών και μέχρι σήμερα έχει βραβευτεί σε πολλούς διεθνείς διαγωνισμούς. Παίζει κυρίως πρωτότυπες τζαζ συνθέσεις, οι οποίες επηρεάζονται έντονα από τη λαϊκή αρμενική παράδοση. Με αφορμή την πρώτη του συναυλία στην Αθήνα στις 07 Οκτωβρίου, τα «Αρμενικά» τον συνάντησαν και είχαν μια σύντομη συζήτηση μαζί του.
Από την Αθήνα ξεκινάει η περιοδεία σου για την παρουσίαση του καινούριου σου δίσκου «An Ancient Observer» («Ένας αρχαίος παρατηρητής») . Μίλησε μας λίγο γι’ αυτή σου τη δουλειά. Είναι ένας δίσκος που αποτελείται κυρίως από σόλο πιάνο, εκτός από κάποια κομμάτια με φωνητικά και λίγη ηλεκτρονική μουσική. Πρόκειται για δικές μου αυθεντικές συνθέσεις, εκτός από λίγες αρμενικές μελωδίες τις οποίες και έχω διασκευάσει. Η ιδεολογία γύρω από αυτό το άλμπουμ είναι το ταξίδι στον χρόνο και σε διαφορετικές περιόδους. Τα περισσότερα κομμάτια είναι εμπνευσμένα από αρμενικές ιστορίες, όπως το κομμάτι «Nairian Odyssey», που είναι για τον αρμένιο ποιητή Γεγισέ Τσαρέντς Υπάρχει, όμως, κι ένα κομμάτι, το «Egyptian poet», εμπνευσμένο από την αρχαία αιγυπτιακή ποίηση, που πάει 4.000-5.000 χρόνια πίσω, κι ένα ακόμα, το «Leninagone», αφιερωμένο στην γέννηση και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης από τα μάτια κάποιου που έχει γεννηθεί στο Γκιουμρί (σ.σ. κατά τη Σοβιετική Ένωση το Γκιουμρί λεγόταν Leninakan, εξού και το λογοπαίγνιο με τον τίτλο του τραγουδιού). Με γοητεύει πολύ η τέχνη της παρατήρησης, γι’ αυτό και ονόμασα τον δίσκο έτσι. Όταν είσαι στη φύση περικυκλωμένος από βουνά, είναι σαν να κοιτάς σε παλαιότερες χρονικές περιόδους, διότι αυτά τα στοιχεία ήταν ανέκαθεν εκεί. Για παράδειγμα, όταν κοιτάω από το παράθυρό μου στο Γερεβάν, βλέπω μέρος του Αραράτ, τη φύση και τα δέντρα που ήταν πάντα εκεί, αλλά ταυτόχρονα βλέπω ταράτσες με δορυφορικά πιάτα, κεραίες, αυτοκίνητα, ανθρώπους με μοντέρνα ρούχα. Είναι ένα συνονθύλευμα διαφορετικών εποχών. Πρόκειται για ένα συναίσθημα βαθιά υπαρξιακό που σε κάνει να σκέφτεσαι τι θα αφήσεις εσύ πίσω σου ως καλλιτέχνης.
Ο προηγούμενος σου δίσκος, ο «Luys i Luso», αφορούσε την ιερή μουσική της Αρμενίας. Θεωρείς ότι αυτός ο υπαρξιακός προβληματισμός που προανέφερες σε ώθησε να ασχοληθείς και με τη θρησκευτική μουσική; Έχω περάσει από διάφορα στάδια πνευματικότητας μέχρι να φτάσω στο σημείο να πιστέψω στο Θεό. Την αρμενική ιερή μουσική την ανακάλυψα όταν ήμουν 13, την ίδια περίοδο πάνω κάτω που ανακάλυψα και την παραδοσιακή μουσική, και έπαθα σχεδόν εμμονή με αυτούς τους ήχους. Άκουγα συνέχεια ύμνους και εκκλησιαστικά άσματα των Κρικόρ Ναρεκατσί, Νερσές Σνοραλί, Μεσρόπ Μαστότς, Κομιτάς κ.ά. Έκτοτε υπήρχε πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου και ήξερα ότι κάποια στιγμή θα ασχοληθώ με αυτό. Αλλά κατανοούσα επίσης ότι είναι μεγάλη ευθύνη να «αγγίξεις» αυτές τις μελωδίες αν δεν είσαι έτοιμος. Έπρεπε, δηλαδή, να ξέρω ακριβώς τι κάνω. Οπότε, το 2013, μετά από παραπάνω από 10 χρόνια μελέτης της μουσικής αυτής, αποφάσισα να κάνω τις πρώτες ενορχηστρώσεις, συνδυάζοντας το πιάνο με τη χορωδία. Ήταν ένα μεγάλο βήμα για μένα, γιατί ποτέ μέχρι τότε δεν είχα ενορχηστρώσει έργο που περιείχε χορωδία ή θρησκευτικό θέμα. Το έργο το παρουσιάσαμε το 2015 και το σημαντικό ήταν ότι η περιοδεία περιελάμβανε σταθμούς από το Γερεβάν έως την Κωνσταντινούπολη. Ήθελα το έργο αυτό να είναι ένας φόρος τιμής σε αυτούς τους συνθέτες και αγίους που συνέθεσαν αυτές τις μελωδίες, γι’ αυτό και επεδίωξα να το παρουσιάσουμε στους τόπους όπου έζησαν και δημιούργησαν αυτοί οι άνθρωποι. Κατά κάποιο τρόπο να «επιστρέψουμε» τις μελωδίες αυτές στους τόπους όπου γεννήθηκαν. Για παράδειγμα, παίξαμε στο Αχταμάρ, όπου μπορεί το Ναρεκαβάνκ να μην υπάρχει πια, αλλά τουλάχιστον καταφέραμε να είμαστε κοντά στην περιοχή όπου ζούσε ο Ναρεκατσί. Πήγαμε στο Καρς, το Ανί και σε άλλα πολλά, με τελευταίο σταθμό την Κωνσταντινούπολη.
Πώς ήταν η αποδοχή από το τουρκικό κοινό; Πολύ καλή! Ειδικά στην Κωνσταντινούπολη έχω μεγάλο κοινό, κάναμε εκεί δυο συναυλίες και ήταν και οι δύο sold out. Από τότε, όμως, δεν έχω ξαναπάει στην Τουρκία, είναι λίγο δύσκολο. Είχαμε ένα θέμα όταν πήγαμε να παίξουμε στο Καρς, από το οποίο μάλιστα κατάγομαι… Δεχθήκαμε απειλές από το γραφείο του Δημάρχου του Καρς, όπως επίσης και από τους Γκρίζους Λύκους. Το θέμα τότε είχε πάρει πολύ δημοσιότητα στον Τύπο, είχε αναφερθεί σε αυτό και ο Γκάρο Παϊλάν στο Κοινοβούλιο, και τελικά ο υπερεθνικιστής που το υποκίνησε όλο αυτό καταδικάστηκε σε 7 μήνες φυλάκιση για ρατσιστικά σχόλια κατά μειονότητας. Αυτό που κρατάμε, όμως, απ’ όλη αυτήν την ιστορία είναι ότι το κοινό υποδέχθηκε πολύ θερμά αυτήν τη συναυλία. Για την ιστορία, να αναφέρω ότι τελικά καταφέραμε και παίξαμε τότε στο Καρς, απλά όχι στον αρχικό χώρο που είχαμε κλείσει.
Πέραν της αρμενικής παραδοσιακής μουσικής έχεις μελετήσει μουσικές κι άλλων χωρών; Μου αρέσει πάρα πολύ η σκανδιναβική παραδοσιακή μουσική όπως επίσης και ορισμένες αφρικανικές, όπως για παράδειγμα από το Μαλί και την Αιθιοπία. Μεγάλη επιρροή για μένα είναι και η ινδική κλασική μουσική. Είμαι ανοιχτός στην παραδοσιακή μουσική γενικότερα, απλά τα συγκεκριμένα ακούσματα είναι πιο κοντά σε μένα.
Τι είναι αυτό που σε εμπνέει περισσότερο; Η μουσική από μόνη της είναι μια έμπνευση. Ο κάθε ήχος σε οδηγεί αλλού και με τον έναν ή τον άλλο τρόπο η μουσική γεννιέται. Αλλά δεν μπορώ να την ξεχωρίσω από τις άλλες τέχνες. Με συναρπάζει και ο κινηματογράφος και η φωτογραφία.
Θα σε ενδιέφερε, δηλαδή, να ασχοληθείς με τη μουσική επιμέλεια μιας ταινίας; Θα ήθελα πολύ να γράψω μουσική για τον κινηματογράφο, αλλά δεν θέλω να το δω σαν «υποχρεωτική» δουλειά. Με άλλα λόγια, δεν θέλω να γράφω μουσική για ταινίες απλά για να βγάζω τα προς το ζην. Θα ήθελα να βρω έναν σκηνοθέτη που θα συνεργαστούμε για να κάνουμε ταινίες τέχνης, όχι διαφημίσεις ή εμπορικές ταινίες. Όταν βρω έναν τέτοιο σκηνοθέτη να ταιριάξω, θα ήθελα να το κάνω αυτό.
Ποια είναι τα μελλοντικά σου μουσικά σχέδια; Για τον επόμενο μήνα θα έχω την περιοδεία του «An Ancient Observer». Μετά, τον Ιανουάριο, θα έχω μια εμφάνιση στο Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης. Είναι ένα έργο που δουλεύω τους τελευταίους δύο μήνες και πρόκειται για συνεργασία με ένα φωνητικό σύνολο που λέγεται «Roomful of Teeth». Μέσα στο 2018 σκοπεύω να ασχοληθώ και με έναν καινούριο δίσκο, σε συνεργασία και με άλλους μουσικούς. Έχω ξαναδουλέψει με τρίο κι έχω πολλές ιδέες για ένα τέτοιο έργο.
|