Αγκριπίνα Βαγκάνοβα: Η δόξα του ρωσικού μπαλέτου
Μαρία Μαργκοσιάν-Νταματιάν Ιούνιος- Σεπτέμβριος 2020, τεύχος 104
Η αρμενικής καταγωγής Αγκριπίνα Γιακόβλεβνα Βαγκάνοβα-Βαχανιάν γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου 1879, στην Αγία Πετρούπολη. Θεμελιωτής των θεωρητικών κανόνων του ρωσικού μπαλέτου, λαϊκή καλλιτέχνις, εκπαιδεύτρια με ιδιαίτερο ρόλο και συνεισφορά στην ιστορία της ρωσικής τέχνης, Ο πατέρας της, Αγκόπ Βαγκάνοβ-Βαχανιάν, ήταν Αρμένιος από την Περσία και υπηρέτησε ως υπαξιωματικός στο Αστραχάν. Η οικογένεια απέκτησε τρεις κόρες. Η Αγκριπίνα ήταν η μικρότερη. Έζησαν δύσκολα χρόνια με κακές συνθήκες. Για την αρμενική καταγωγή της ελάχιστα έχουν ειπωθεί και σημειωθεί, όμως τα έντονα αρμενικά χαρακτηριστικά και η εργασιομανία της «μαρτυρούν» την καταγωγή της. Το μεγαλείο της Βαγκάνοβα ήταν αυτό που μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση έδωσε πνοή στο ρωσικό μπαλέτο. «Σε εκείνα τα δύσκολα χρόνια που πολλοί έφυγαν και παράτησαν τη χώρα, η παραμονή της Βαγκάνοβα ήταν σωτήρια για την ανάπτυξη του ρωσικού μπαλέτου. Λένε ότι ο Λένιν ήθελε ακόμα και να κλείσει τις σχολές μπαλέτου. Όμως, ο αγώνας της Βαγκάνοβα για να πείσει ότι το μπαλέτο δεν είναι αυτοκρατορικό παιχνίδι-διασκέδαση αλλά τέχνη δικαιώθηκε, μετά από μεγάλους κόπους και χάρη σε αυτήν πραγματώθηκε η Ρωσική Σχολή Μπαλέτου», δήλωσε ο αρτίστας της ρωσικής λαϊκής τέχνης Νικολάι Τσισκαρίτσε σε τηλεοπτική του συνέντευξη. Σε ηλικία 10 ετών η Αγκριπίνα έγινε δεκτή στη Θεατρική Σχολή της Αγίας Πετρούπολης, στο τμήμα μπαλέτου, όπου διέθεταν δωρεάν διαμονή στα παιδιά φτωχών οικογενειών. Εκεί εργαζόταν ο πατέρας της ως ελεγκτής εισιτηρίων.
Από τη λοιδορία και την ταπείνωση στη δόξα
Για την επίμονη και μαχητική Βαγκάνοβα, το να γίνει χορεύτρια δεν ήταν ένα παιδικό όνειρο. Με το πέρασμα του χρόνου αγάπησε με πάθος το μπαλέτο και συγκρίνοντας τον εαυτό της με τις πλούσιες χορεύτριες συναδέλφους της κατάλαβε ότι, για να φτάσει στην επιτυχία, η μόνη οδός ήταν η εργατικότητα. Η ίδια στο μέλλον δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό της χωρίς το μπαλέτο. Όμως, ο δρόμος της ζωής ήταν αναπόφευκτα περίπλοκος και γεμάτος δυσκολίες. Την γελοιοποίησαν, την ταπείνωσαν, ενώ η φύση δεν την είχε προικίσει με την κατάλληλη σιλουέτα για μπαλέτο. Χαμηλό ανάστημα, γερά πόδια, βαριά χέρια... Για χορεύτρια μπαλέτου είχε εντελώς ασύμμετρο σώμα. Από όλους τους κριτικούς η ίδια γνώριζε καλύτερα τις αδυναμίες της, όμως τις υπερνίκησε με ισχυρή θέληση, μοναδικό ταλέντο και κυρίως με επίμονη εργατικότητα. Αδυναμίες που μπορούσαν να καταστούν εμπόδια, αλλά με μεγάλη προσπάθεια, με βαθιά επίγνωση, έμπνευση και με την πίστη ότι η ίδια είναι γεννημένη για το μπαλέτο, ξεπέρασε όλες τις δυσκολίες που συνάντησε μπροστά της, φτάνοντας στην επιτυχία και τη δόξα.
«Ταλαντούχα και τρομερή»
Αποφοιτώντας από τη Θεατρική Σχολή, το 1916 συνεχίζει την εκπαίδευσή της στο τμήμα μπαλέτου του Αυτοκρατορικού Θεάτρου Μαρινιάν. Μετά από λίγα χρόνια έλαβε τον τίτλο της κλασικής χορεύτριας, με λαμπρές επιτυχίες στις ατομικές της εμφανίσεις. Για τις επιδέξιες κινήσεις της την αποκάλεσαν «βασίλισσα των αλλαγών». Η ίδια, όμως, είχε την τάση πάντα για το καλύτερο στη σκηνή. Στο μπαλέτο τής εμπιστεύονταν πρωταγωνιστικούς ρόλους και στα 36 της έλαβε τον τίτλο τής σολίστ. Το 1916 ήταν η κατάλληλη στιγμή να αφήσει τη σκηνή για να ασχοληθεί με τη διδασκαλία. «Η μοίρα ποτέ δε μου έδωσε θάρρος και, ορίστε, ξαφνικά μου χαμογέλασε, η τόλμη μου νίκησε και η επιτυχία ήταν μεγάλη», ισχυρίστηκε η Βαγκάνοβα όταν της δόθηκε η δυνατότητα να αντικαταστήσει σε παράσταση μία σολίστ. Χάρη σε εκείνη τη μοναδική ευκαιρία εμφανίστηκε στο πλάι της Άννα Πάβλοβνα, μιας βεντέτας του μπαλέτου και η παρουσία της δεν πέρασε απαρατήρητη από τους κριτικούς και το κοινό. Από τους κορυφαίους ρόλους της ήταν ως «Οτέντα» στη «Λίμνη των Κύκνων» του Τσαϊκόφσκι και ως «Μλάντα» στο ομώνυμο έργο του Μίνγκους.
Το «Σύστημα Βαγκάνοβα»
Είναι πασιφανές ότι, κατά τον 20ό αιώνα, στο έργο της δημιουργίας του μπαλέτου έπαιξε αποφασιστικό ρόλο το «Σύστημα Βαγκάνοβα». Η Αγκριπίνα Βαγκάνοβα είχε εκπονήσει ένα ιδιότυπο εκπαιδευτικό σχέδιο-θεωρία, το οποίο εφαρμόζεται στις σχολές μέχρι σήμερα και είναι γνωστό σε όλο τον κόσμο. Η βάση του συστήματός της ήταν η μεγάλη προσοχή στην αρμονία των κινήσεων των χεριών, της μέσης και του κεφαλιού, καθώς και στη σωστή εκγύμναση των μυών των ποδιών. Εργαζόταν ιδιαίτερα πάνω στις κινήσεις των χεριών (ίσως εμπνευσμένη από τις κινήσεις των αρμενικών παραδοσιακών χορών). «Εγώ γεννήθηκα για δασκάλα μπαλέτου, όχι για χορεύτρια. Τι ευχάριστο που είναι να διδάσκει κανείς». Η σχολαστικότητα και η αμεσότητά της αποτελούν σημείο αναφοράς για το ρωσικό μπαλέτο μέχρι τις μέρες μας.
«Οι βάσεις του κλασικού χορού»
Το 1931 η Αγκριπίνα διορίζεται καλλιτεχνική διευθύντρια του τμήματος μπαλέτου του θεάτρου Μαρινιάν. Μετά από δύο χρόνια σκηνοθετεί τη «Λίμνη των Κύκνων», σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία. Το 1934 τιμάται ως Λαϊκή Καλλιτέχνις της Ε.Σ.Σ.Δ., λαμβάνοντας και κρατικό έπαινο. Το ίδιο έτος κυκλοφορεί το βιβλίο της «Οι βάσεις του κλασικού χορού», που εκδόθηκε έξι φορές και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Πέθανε στο Λένινγκραντ το 1951. Το 1957 η όπερα και το θέατρο μπαλέτου της πόλης μετονομάζονται σε Ακαδημία Ρωσικού Μπαλέτου «Αγκριπίνα Βαγκάνοβα». Δεν υπάρχουν πληροφορίες εάν η Βαγκάνοβα μίλησε ή αναφέρθηκε στην αρμενική καταγωγή της, αλλά μια φορά, όταν μια μαθήτριά της σκηνοθετούσε το μπαλέτο «Καγιανέ» του Αράμ Χατσαντουριάν, εκφράστηκε για τον αρμενικό πολιτισμό λέγοντας: «Βέβαια, ο αρμενικός πολιτισμός έχει μεγάλο αριθμό εξαιρετικών προσώπων. Ο αρμενικός λαός έχει προσφέρει πολλά στο θησαυροφυλάκιο του πολιτισμού της Σοβιετικής Ένωσης, με κορυφαίο τον αρμενικό παραδοσιακό χορό. Αυτός εκφράζει τα πολύπλευρα αισθήματα σε βάθος, το αρμενικό πνεύμα και την ψυχή».
|