Ζαμπέλ Μπογιατζιάν |
Συγγραφέας, ζωγράφος και ποιήτρια μια γενναία υποστηρίκτρια του Αρμενικού Ζητήματος Mίκυ Μοβσεσιάν Ιανουάριος - Μάρτιος 2014 Τεύχος 80
Η Ζαμπέλ Μπογιατζιάν γεννήθηκε στο Ντιαρμπεκίρ το 1873. Ο πατέρας της, Τoμάς Μπογιατζιάν, ήταν αρμένιος κληρικός ο οποίος υπηρέτησε ως αντι-πρόξενος στο Ντιαρμπεκίρ και το Χαρπούτ, ενώ η μητέρα της, η Κάθριν Ρότζερς, ήταν Αγγλίδα, απόγονος του συγγραφέα Σάμιουελ Ρότζερς. Όταν ο πατέρας της δολοφονήθηκε στη διάρκεια των σφαγών υπό τον Αβδούλ Χαμίτ (1894-96), η Ζαμπέλ στάλθηκε στην Κύπρο για να βοηθήσει στις εργασίες ενός οίκου στέγασης για Αρμένισσες χήρες και ορφανά και νοσηλείας για τραυματίες και ασθενείς. Το 1896, ταξίδεψε με τη μητέρα και τον αδερφό της, Χένρυ, στο Λονδίνο, όπου έμελλε να παραμείνει κατά το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της. Σπούδασε Καλές Τέχνες στο Slade School of Fine Art. Ταυτόχρονα, άρχισε να γράφει και να εικονογραφεί τα δικά της βιβλία. Το πρώτο της βιβλίο, «Εσθέρ», σχετίζεται με τις σφαγές στο Σασούν και εκδόθηκε το 1901 στο Λονδίνο, με το ψευδώνυμο «Βαρτενί». Ήταν στενή φίλη με την Άννα Ραφφί, τη γυναίκα του αρμένιου συγγραφέα Ραφφί και των γιων της, Αράμ και Αρσάγκ, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στο Λονδίνο μετά το θάνατο του Ραφφί. Περιστασιακά, μετέφραζε και εξέδιδε αποσπάσματα από τα μυθιστορήματα του Ραφφί στην εφημερίδα Αραράτ, ενώ επιπλέον διοργάνωνε λογοτεχνικές βραδιές για να τιμήσει το έργο του. Το πορτραίτο του Ραφφί που φιλοτέχνησε, βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Λογοτεχνίας και Τέχνης «Τσαρέντς». Αγαπούσε τις γλώσσες, μιλούσε άπταιστα Αρμενικά, Αγγλικά, Ιταλικά, Ελληνικά, Τουρκικά, Γαλλικά, Ρωσικά και Γερμανικά. Ήταν επιτυχημένη συγγραφέας, ζωγράφος και ποιήτρια. Η Ζαμπέλ είναι περισσότερο συνδεδεμένη με το βιβλίο της: «Αρμενικοί θρύλοι και Ποιήματα», ένα ανθολόγιο που κατάρτισε, μετέφρασε και εικονογράφησε το 1916, σε συνεργασία με την αμερικανίδα δημοσιογράφο και υπέρμαχο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Άλις Μπλάκγουελ. Ένα από τα «φιλοξενούμενα» έργα του ανθολογίου είναι το: «Αρμενία: τα έπη, τα παραδοσιακά τραγούδια και η μεσαιωνική ποίησή της», του Αράμ Ραφφί, πρωτότοκου γιου του Ραφφί, ο οποίος χρωστά πολλά στο πρωτοποριακό έργο του Μιγκιρντίτς Εμίν: «Περίγραμμα της αρμενικής παγανιστικής θρησκείας» (σε αγγλικές και γαλλικές μεταφράσεις έχει αποδοθεί και ως «Αρμενικός Παγανισμός» και «Αρμενική μυθολογία»). Το βιβλίο επανεκδόθηκε το 1958, με την εισαγωγή του υπογεγραμμένη από τον James Bryce, Βρετανό ακαδημαϊκό, νομικό, ιστορικό και πολιτικό, ο οποίος αναφέρει ότι: «Η δεσποινίς Μπογιατζιάν είναι μία από εκείνους τους αρμενίους καλλιτέχνες, οι οποίοι όπως ο Αϊβαζόφσκι και ο Έντγκαρ Σαχίν,έχουν κερδίσει παγκόσμια φήμη και είναι απόλυτα ικανή να περιγράψει με γνώση και συμπόνοια την τέχνη του λαού της». Απέδωσε θεατρικά το έπος του Σουμέριου μυθικού ήρωα Γκιλγκαμές, σε ποιητική μορφή ελεύθερου στίχου και το εξέδωσε το 1924, με τίτλο: «Γκιλγκαμές: ένα όνειρο αιώνιας αναζήτησης», διανθίζοντάς το με δεκαπέντε ζωγραφιές της. Το θεωρούσε ως το καλύτερο λογοτεχνικό της πόνημα. Την εισαγωγή του βιβλίου υπογράφει ο Sir Wallis Budge, έφορος των αιγυπτιακών και ασσυριακών αρχαιοτήτων του Βρετανικού Μουσείου την εποχή εκείνη. Η Ζαμπέλ ταξίδευε συχνά. Έτσι, το 1930, με την ευκαιρία της 100ης επετείου της Ελληνικής Ανεξαρτησίας επισκέφτηκε την Ελλάδα. Το 1938 εξέδωσε εικονογραφημένες ταξιδιωτικές σημειώσεις από το ταξίδι αυτό, με τίτλο: «Στην Ελλάδα με πένα και παλέτα». Το 1948 μετέφρασε και εξέδωσε το επικό ποίημα του Αβεντίκ Ισαακιάν «Αμπού Αλά Αλ Μααρί», για τον ομώνυμο Άραβα φιλόσοφο. Έγραψε πραγματείες για τον Σαίξπηρ, τον Λόρδο Βύρωνα, τον Ευριπίδη, τον Μικαέλ Αρλέν (Ντικράν Κουγιουμτζιάν), τον Ραφφί και τον Αβεντίκ Ισαακιάν, ενώ εκπόνησε συγκριτικές μελέτες για την αρμενική και αγγλική λογοτεχνία. Το 1943, στη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, εξέδωσε το θεατρικό έργο «Ετσμιατζίν», με τρεις πράξεις και έξι σκηνές. Είναι το μόνο της έργο χωρίς εικονογράφηση αλλά με ενσωματωμένους Ύμνους της Αρμενικής Εκκλησίας, στο οποίο περιγράφεται το ιστορικό γεγονός της επισημοποίησης του Χριστιανισμού ως θρησκείας της Αρμενίας, το 301 μ.Χ. Το καλλιτεχνικό της έργο εκτέθηκε σε αίθουσες τέχνης σε όλο τον κόσμο. Η Ζαμπέλ Μπογιατζιάν παρουσίασε τις ατομικές της εκθέσεις στο Λονδίνο το 1910 και το 1912, στη Γερμανία το 1920, στην Αίγυπτο το 1928 και στη Γαλλία, την Ιταλία και το Βέλγιο μεταξύ του 1940 και 1950, με αξέχαστη την αναδρομική της έκθεση στο Royal Westminster Palace Hall του Λονδίνου, μεταξύ 3 και 27 Απριλίου του 1929. Στις εκθέσεις της φιλοξενούνταν και οι εικονογραφήσεις που συνόδευαν τα περισσότερα από τα λογοτεχνικά της έργα. Οι ζωγραφιές της φθάνουν σε μας μέσα από τις ανατυπώσεις των βιβλίων της, ενώ είναι άγνωστο που βρίσκονται οι πρωτότυπες. Απεβίωσε στις 26 Ιανουαρίου του 1957. «Η υπέροχη Αρμένισσα» και «Η αξέχαστη Ζαμπέλ Μπογιατζιάν» είναι κάποιες από τις φράσεις, με τις οποίες εξέφραζαν τον αυθεντικό τους θαυμασμό για την πολυτάλαντη, εξαίσια αυτή καλλιτέχνη μερικοί από τους σημαντικότερους αρμενίους διανοούμενους του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, όπως ο Αρσάγκ Τσομπανιάν και ο Αβεντίκ Ισαακιάν. |