Σαρκίς Aμαλμπασιάν Εκτύπωση E-mail

“Θέλω να δρω σαν έ­νας

κρί­κος α­νά­με­σα στο

πα­ρελ­θόν και το μέλ­λον”

 

 

Aναΐς Καζαντζιάν

Oκτώβριός - Δεκέμβριός 2012 τεύχος 75

 

 

Ο Σαρ­κίς Α­μαλ­μπα­σιάν γεν­νή­θη­κε στις 12 Ια­νουα­ρί­ου του 1956 στο Γκιουμ­ρί της Αρ­με­νί­ας. Φοί­τη­σε στην σχο­λή κα­λών τε­χνών του Ε­ρε­βάν, «Πα­νός Τερ­λε­με­ζιάν» και πή­ρε το πτυ­χί­ο του το 1975. Α­κο­λού­θη­σε η θη­τεί­α του στο σο­βιε­τι­κό στρα­τό σε μια δύ­σκο­λη, ε­μπό­λε­μη περί­ο­δο. Με­τα­κό­μι­σε στο Ε­ρε­βάν με­τά το με­γά­λο σει­σμό του Γκιουμ­ρί, το Δε­κέμβρη του 1988. Α­πό το 1978 συμ­με­τεί­χε σε ο­μα­δι­κές εκ­θέ­σεις, σε Ε­ρε­βάν, Ια­πω­νί­α, Γερ­μα­νί­α, Βατι­κα­νό, Σι­κά­γο, Πα­ρί­σι, Μό­σχα και α­το­μι­κές σε Α­με­ρι­κή, Σου­η­δί­α, Κύ­προ,

 

Ε­ρε­βάν, Πα­ρί­σι, και Λον­δί­νο. Έρ­γα του βρί­σκο­νται στο Μου­σεί­ο μο­ντέρ­νας τέ­χνης της Αρ­με­νί­ας, σε ι­διω­τι­κές συλ­λο­γές στην Α­με­ρι­κή και α­νά τον κό­σμο. Στα τέλη της δε­κα­ε­τί­ας του ΄80 α­να­γνω­ρί­στη­κε ως πρω­το­πό­ρος με­τα­ξύ πολ­λών νέ­ων ζω­γρά­φων, προ­κα­λώ­ντας τις σο­βιε­τι­κές νόρ­μες.

 

Η δου­λειά του έ­χει ε­πιρ­ρο­ές α­πό τα πρώ­τα χρό­νια της Ι­τα­λι­κής Α­να­γέν­νη­σης, τις αρ­με­νι­κές μι­κρο­γρα­φί­ες, τις ρω­σι­κές α­γιο­γρα­φί­ες και τη ρω­σι­κή πρωτο­πο­ρί­α. Με­τά την κα­τάρ­ρευ­ση της Σο­βιε­τι­κής Έ­νω­σης ο Σαρ­κίς θε­ω­ρεί­ται έ­νας α­πό τους ση­μα­ντι­κό­τε­ρους καλ­λι­τέ­χνες που ζει και ερ­γά­ζε­ται στην Αρ­μενί­α.

 

 

Πι­στεύ­ω πως η δου­λειά μου έ­χει να κά­νει με την αν­θρώ­πι­νη ε­νέρ­γεια. Δη­μιουρ­γι­κή και συγ­χρό­νως κα­τα­στρο­φι­κή. Οι ει­κό­νες που πλά­θω εί­ναι πε­ρι­γρα­φι­κές, με δια­φο­ρε­τι­κή πη­γή έ­μπνευ­σης και α­πει­κο­νί­ζουν την αν­θρώ­πι­νη φύ­ση. Ε­γώ λει­τουρ­γώ α­πλά σαν ένα μέ­σο που με­τα­τρέ­πει την έ­μπνευ­ση και την ι­δέ­α σε φόρ­μα. Τα αρ­χέ­τυ­πα τα θεω­ρώ α­πα­ραί­τη­τα στη δου­λειά μου, για­τί ε­μπε­ριέ­χουν συ­μπυ­κνω­μέ­νη ε­νέρ­γεια. Με γο­η­τεύ­ουν λοι­πόν, κυ­ρί­ως θέ­μα­τα α­πό την μυ­θο­λο­γί­α, τις θρη­σκευ­τι­κές τε­λε­τές και την ι­στο­ρία.

 

Ξε­κι­νά­ω να ζω­γρα­φί­ζω ό­ταν η πλη­θώ­ρα των ι­δε­ών, των συ­ναισθη­μά­των και των α­ντι­κει­μέ­νων που έ­χω συλ­λέ­ξει για τα έρ­γα μου με ω­θούν να τα συ­γκε­ντρώ­σω ό­λα μα­ζί πά­νω στο τε­λά­ρο. Δεν ξε­κι­νώ με προ­σχέ­δια. Κά­ποιες φο­ρές δου­λεύ­ω το έρ­γο α­πλώ­νο­ντας χρώ­μα­τα απ’ ευ­θεί­ας α­πό τα σω­λη­νά­ρια. Με­τά συ­νε­χί­ζω προ­σθέ­το­ντας χαρ­τιά, τα ο­ποί­α έ­χω κόψει σαν στέν­σιλ, και άλ­λα υ­λι­κά ό­πως φω­το­γρα­φί­ες κλπ. Τα κολ­λά­ω ό­λα στην ε­πιφά­νεια που έ­χω ε­πι­λέ­ξει και σχε­διά­ζω το πε­ρί­γραμ­μα ή το θέ­μα που θέ­λω, ό­πως φι­γού­ρες αν­θρώ­πων, κτι­ρί­ων, ζώ­ων. Δου­λεύ­ω 10-15 έρ­γα συγ­χρό­νως, με­ρι­κά α­πό αυ­τά εί­ναι δί­πτυ­χα κι έ­τσι για να ο­λο­κλη­ρω­θούν μπορεί να χρεια­στούν και μή­νες. Στα­μα­τώ να τα δου­λεύ­ω ό­ταν αι­σθά­νο­μαι πως έ­χω με­τα­φέ­ρει αρ­κε­τή ε­νέρ­γεια και τα στοι­χεί­α που έ­χω ε­πι­λέ­ξει στέ­κονται κα­λά με­τα­ξύ τους.

 

Οι άν­θρω­ποι «κολ­λά­νε» πά­ντα στα δυ­να­τά χρώ­μα­τα που χρη­σι­μο­ποιώ. Συ­χνά με ρω­τούν «για­τί κόκ­κι­νο», «για­τί κί­τρι­νο», «για­τί έ­χω βά­λει ε­κεί­νο το πρά­σι­νο». Δεν υ­πάρ­χει ξε­κά­θα­ρη α­πά­ντη­ση. Χρη­σι­μο­ποιώ διαισθη­τι­κά τα χρώ­μα­τα στα έρ­γα μου, αυ­το­σχε­διά­ζο­ντας.

 

Για μέ­να δεν υ­φί­στα­ται ο χρό­νος. Πα­ρελ­θόν, πα­ρόν και μέλ­λον ταυτί­ζο­νται. Οι άν­θρω­ποι πα­ρα­μέ­νουν ί­διοι α­νά τους αιώ­νες, με τις α­ντι­θέ­σεις τους, την ε­πι­θε­τι­κό­τη­τα και την α­γά­πη, την δύ­να­μη της σκέ­ψης ή την έλ­λειψη αυ­τής, τα έν­στι­κτα της δη­μιουρ­γί­ας και της κα­τα­στρο­φής. Πι­στεύ­ω πως οι ζω­ές των αν­θρώ­πων εί­χαν και θα έ­χουν πά­ντα κά­τι κοι­νό ε­φό­σον ο κα­θένας μας ζει για πά­ντα στον δι­κό του μι­κρό­κο­σμο.

 

Κά­θε καλ­λι­τέ­χνης βέβαια, ό­πως και έ­νας ζω­γρά­φος ε­πη­ρε­ά­ζε­ται α­να­πό­φευ­κτα α­πό τη ε­πο­χή του και πα­ράλ­λη­λα φέ­ρει μέ­σα του τη σφρα­γί­δα της ε­θνι­κότη­τας, της κουλ­τού­ρας και του πε­ρι­βάλ­λο­ντος στο ο­ποί­ο με­γά­λω­σε. Αυ­τός είναι και ο λό­γος που καλ­λι­τέ­χνες α­πό δια­φο­ρε­τι­κούς τό­πους και ε­πο­χές εκ­φρά­ζο­νται με δια­φο­ρε­τι­κό τρό­πο.

 

Δεν ζω­γρα­φί­ζω συ­νει­δη­τά θέ­μα­τα που α­φο­ρούν την πο­λι­τι­κή, αλ­λά αυτή α­πό μό­νο της ε­πη­ρε­ά­ζει την τέ­χνη μου ως έ­ναν πο­λί­τη και μέ­λος μιας συ­γκεκρι­μέ­νης κοι­νω­νί­ας. Τα στρα­τιω­τι­κά α­ε­ρο­πλά­να, τα τε­θωρα­κι­σμέ­να ο­χή­μα­τα και τα άρ­μα­τα του ει­κο­στού αιώ­να, πη­γά­ζουν από το υ­πο­συ­νεί­δη­τό μου. Έ­χω την ε­πί­γνω­ση βέ­βαια πως η χώ­ρα στην ο­ποί­α ζω εί­ναι προς στιγ­μήν με­γά­λης γε­ω­στρα­τη­γι­κής ση­μα­σί­ας και ί­σως η α­να­τα­ρα­χή μέ­σα στα έρ­γα μου, ό­πως ο μι­λι­τα­ρι­σμός, οι έ­φιπ­ποι στρα­τη­γοί ή τα ό­πλα α­φανι­σμού εί­ναι έμ­με­σα α­να­φο­ρές σε ό­λα αυ­τά.

 

Ως Αρ­μέ­νιος που ζω στην Αρ­με­νί­α μπο­ρώ να πω πως τα τε­λευ­ταί­α χρό­νια έ­χουν υ­πάρ­ξει αρ­κε­τά τραυ­μα­τι­κά και ε­πώ­δυ­να. Σει­σμός, πό­λε­μοι, η κα­τάρ­ρευ­ση του σο­βιε­τι­κού συ­στή­μα­τος και της οι­κο­νο­μί­ας. Ζού­με μέ­σα στην α­βε­βαιό­τη­τα, δί­χως πό­λε­μο αλ­λά και δί­χως ει­ρή­νη. Ή­μα­σταν συ­γκρι­τι­κά εύ­πο­ροι και ε­πι­στη­μο­νι­κά ε­ξε­λιγ­μέ­νοι τώ­ρα ό­μως μας κα­τα­τάσ­σουν α­νά­μεσα στις φτω­χό­τε­ρες χώ­ρες του κό­σμου. Αυ­τό εί­ναι ε­νο­χλη­τι­κό, και ρί­χνει την ψυ­χο­λο­γί­α ό­λων μας.

 

Σαν α­πο­τέ­λε­σμα οι άν­θρω­ποι α­να­γκά­ζο­νται να α­σχο­λη­θούν με την πο­λι­τι­κή ενώ σε χώ­ρες που ευ­η­με­ρούν, με τα πο­λι­τι­κά θέ­μα­τα α­σχο­λού­νται μό­νον οι πολι­τι­κοί.

 

Πι­στεύ­ω πως φέ­ρω μέ­σα μου βα­θιά την ε­μπει­ρί­α του πα­ρελ­θό­ντος αλ­λά και την ε­πι­θυ­μί­α να συ­νε­χί­σω να με­τα­φέ­ρω κά­ποιες α­ξί­ες. Α­κό­μα κι αν α­πο­τύ­χω, θέλω να δρω σαν έ­νας κρί­κος α­νά­με­σα στο πα­ρελ­θόν και το μέλ­λον, περ­νώ­ντας έ­τσι στη νέ­α γε­νιά στοι­χεί­α της κουλ­τού­ρας μας. Αυ­τός εί­ναι και ο λό­γος που είμαι γο­η­τευ­μέ­νος α­πό το πνεύ­μα της Α­να­γέν­νη­σης. Τό­τε α­να­κά­λυ­ψαν το αρ­χαί­ο ελ­λη­νι­κό και ρω­μα­ϊ­κό πα­ρελ­θόν και το α­να­βί­ω­σαν για το μέλ­λον. Κά­ποιοι μπο­ρεί να λέ­νε πως το πα­ρα­ποί­η­σαν, αλ­λά για μέ­να ο Μι­χα­ήλ Άγ­γε­λος, ο Ντα Βί­ντσι και ο Ρα­φα­ήλ εί­ναι σπου­δαί­οι, διό­τι την ο­μορ­φιά και την αν­θρω­πιά τις έκα­ναν συ­νώ­νυ­μους ό­ρους.

 

Θα έ­λε­γα πως η δι­κή μου δου­λειά έ­χει α­να­φο­ρές α­πό τις ρω­σι­κές α­γιο­γρα­φί­ες, τη ρω­σι­κή πρω­το­πο­ρί­α και την πα­ρά­δο­ση της αρ­με­νι­κής μι­κρο­γρα­φί­ας και συ­γκε­κρι­μέ­να την αί­σθη­ση των χρω­μά­των ό­πως και την έλ­λει­ψη προ­ο­πτικής. Οι γερ­μα­νοί εξ­πρε­σιο­νι­στές και καλ­λι­τέ­χνες ό­πως ο α­με­ρι­κά­νος Basquiat εί­ναι ε­πί­σης κο­ντά στα έρ­γα μου και ε­πηρέ­α­σαν τον τρό­πο με τον ο­ποί­ο α­ντι­λαμ­βά­νο­μαι τον κό­σμο.

 

Νιώ­θω την κω­μι­κο­τρα­γι­κή πλευ­ρά της αν­θρώ­πι­νης ύ­παρ­ξης, τα πά­θη, τη σύγ­χυση, τις α­πα­τη­λές ελ­πί­δες, την τρέ­λα, την υ­πο­κρι­σί­α, την α­πλη­στί­α, την α­γνωμο­σύ­νη, αλ­λά βλέ­πω ε­πί­σης την ο­μορ­φιά, τη συ­μπό­νια, την α­φο­σί­ω­ση σε ι­δα­νι­κά και την α­γνό­τη­τα. Αυ­τές τις α­ντί­θε­τες ε­νέρ­γειες θέ­λω να με­τα­φέ­ρω στα έρ­γα μου ό­πως εμ­φα­νί­ζο­νται στο μυα­λό μου και τις ε­μπει­ρί­ες της ζω­ής.

Share
 

Για να εξασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία του ιστότοπου, μερικές φορές τοποθετούμε μικρά αρχεία δεδομένων στον υπολογιστή σας, τα λεγόμενα «cookies». Οι περισσότεροι μεγάλοι ιστότοποι κάνουν το ίδιο. Περισσότερα...

"Δέχομαι"


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΩΝ


διαφήμιση στο αρμενικά

armenian community

Online Επισκέπτες

Έχουμε 30 επισκέπτες συνδεδεμένους