Δυτική Αρμενική γλώσσα: Προοπτικές |
Χαρουτιούν Κιουρκτζιάν - Μετάφραση: Ναζίκ Τζαμουζιάν Απρίλιος - Ιούνιος 2015, τεύχος 85
Ήταν ανέκαθεν γνωστό πως είναι πολύ δύσκολη η διατήρηση μιας εθνικής γλώσσας όταν απουσιάζει το εθνικό κράτος ή όταν αυτό βρίσκεται μακριά με γεωγραφική ή άλλη έννοια. Ήταν επίσης γνωστό ότι η δυτική Αρμενική γλώσσα κινδυνεύει λόγω του διασκορπισμού των Αρμενίων σε όλο τον κόσμο, ως συνέπεια της γενοκτονίας, αρχής γενομένης από τις κοινότητες των ευρωπαϊκών χωρών και των ΗΠΑ, οι οποίες δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο κύκλο των «μεγάλων» πολιτισμών. Εκεί, από πολύ νωρίς, ήδη από τα πρώτα χρόνια σχηματισμού των κοινοτήτων αυτών, είχε χτυπήσει το καμπανάκι για την «υποχώρηση» της χρήσης της γλώσσας. Αντιμετωπίστηκε όμως με βιαστικό και συχνά παθητικό τρόπο. Το γνωρίζαμε όλοι οι Αρμένιοι που σκεπτόμασταν σοβαρά, με ευαισθησία και νοιαζόμασταν. Τουλάχιστον εγώ θεωρούσα ότι το γνωρίζαμε όλοι. Η Δυτική Αρμενική γλώσσα και η Ουνέσκο Δύο χρόνια πριν όμως, όταν η Ουνέσκο συμπεριέλαβε τη δυτική Αρμενική γλώσσα στον κατάλογο των γλωσσών που βρίσκονται σε κίνδυνο, εμείς, Τύπος και κοινή γνώμη, αντιδράσαμε περίεργα: «Τα αρμενικά συγκαταλέγονται στις γλώσσες που κινδυνεύουν. Το λέει η Ουνέσκο...». Τι συμβαίνει; Περιμέναμε μια έγκυρη πηγή για να πιστέψουμε αυτό που είχαμε ήδη διαπιστώσει προ καιρού από μόνοι μας; Ή το γνωρίζαμε και προτιμούσαμε, επαναλαμβάνοντάς το διαρκώς, να μετατρέψουμε τον συναγερμό σε τελετουργικό...; Ή μήπως κρυβόμασταν, ομολογώντας την αδυναμία μας να αντισταθούμε στο αναπόφευκτο, όπως κάνει – καθώς λένε – ένα φρόνιμο πουλί; Ή μήπως όλα αυτά μαζί...; Ούτως ή άλλως η πληροφορία διαδόθηκε παντού, σχεδόν χωρίς καμία ερμηνεία από οποιονδήποτε. Και το ζήτημα έληξε εκεί. Σε κάποιες περιπτώσεις, μέσα σε αυτό το κλίμα της γενικευμένης ουδετερότητας, κάποιοι σαν να αισθάνονταν δικαιωμένοι, κάτι που εγώ θεωρώ θολό κι αρρωστημένο... Ανακεφαλαιώνοντας, θαρρεί κανείς πως δεν γνωρίζαμε ότι «κινδυνεύουμε» ή το γνωρίζαμε αλλά κάναμε ότι δεν το γνωρίζαμε. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι τις δεκαετίες του '20 και του '30, και πολύ περισσότερο αργότερα, δεν μπορούσαμε να κινηθούμε διαφορετικά. Επιμείναμε να καθοδηγούμε τη Διασπορά χωρίς βασικό, ολοκληρωμένο, μακρόπνοο σχέδιο, με κατακερματισμό δυνάμεων και ανεπαρκή οργάνωση. Θέσαμε στην καλύτερη περίπτωση ημίμετρα στη διάθεση των ολιγάριθμων πρεσβύτερων ανθρώπων του πολιτισμού που είχαν όραμα και επιθυμία να πάρουν πρωτοβουλίες. Όσον αφορά τους νεότερους, αρκεστήκαμε στο να γίνουμε σκιά τους, απλοί συνεχιστές, χωρίς να προσαρμοζόμαστε στις νέες συνθήκες, κάτι που άλλωστε προϋποθέτει δουλειά σε βάθος. Αυτό κάναμε προφανώς. Δίναμε μάχη γλωσσικής και πολιτιστικής επιβίωσης με σαθρά μέσα, σε όλη την έκταση της προσφυγικής Διασποράς, ενώ συχνά υπέβοσκε – κρυφά ή φανερά – η πρόθεση να αφομοιωθούμε κοινωνικά και οικονομικά το ταχύτερο δυνατό με τους λαούς των «φιλόξενων» χωρών, με τον «ανώτερο» πολιτισμό τους ... Μοιραία δισημία, μοιραία αντίφαση, που προκάλεσε τον θυμό και το ξέσπασμα του συνήθως μετριοπαθούς πολιτικού Σιμόν Βρατσιάν, βγάζοντάς τον από τον ρόλο του παρατηρητή: «... Εξακολουθούμε από καθέδρας να κηρύττουμε πως ο Αρμένιος πρέπει να παραμείνει Αρμένιος. Δημοσιεύονται ατελείωτα άρθρα σε εφημερίδες. Διαρρηγνύουν όλοι τα ιμάτιά τους: ο Αρμένιος πρέπει να παραμείνει Αρμένιος, ο Αρμένιος πρέπει να παραμείνει Αρμένιος... Υποκριτές και Φαρισαίοι». Τo χθες και το σήμερα Προκύπτει αυτομάτως το ερώτημα: έχουν αλλάξει τα πράγματα σήμερα; Επίσης, η κριτική για το χθες ακουμπάει σε ένα καλύτερο σήμερα; Τα λάθη του παρελθόντος δικαιολογούν τις τωρινές ελλείψεις; Όχι, δεν λέμε αυτό. Εάν το γλωσσικό και πολιτιστικό μας παρόν είναι εξίσου καταστροφικό, αυτό μπορεί να είναι εν μέρει αποτέλεσμα της λιποταξίας του παρελθόντος, όμως και το παρόν δεν είναι άμοιρο ευθυνών. Είναι αλήθεια πως από τα πρώτα χρόνια της διασποράς, αλλά ιδιαίτερα την τελευταία εικοσιπενταετία, αυξήθηκε κατά πολύ ο αριθμός των αρμενικών σχολείων στις χώρες της διασποράς, ιδιαίτερα στη Γαλλία, στον Καναδά και στις ΗΠΑ (κυρίως στη δυτική ακτή). Ωστόσο αυτή η κίνηση, αν και θετική, έρχεται με μεγάλη καθυστέρηση και παραμένει – τηρουμένων των αναλογιών – περιορισμένη. Πόσω μάλλον που γίνεται... εις βάρος των κοινοτήτων της Μέσης Ανατολής, εξαιτίας της φυγής μεγάλου αριθμού συμπατριωτών μας από αυτές. Και τέλος ο αγώνας της υποχωρούσας αυτής οπισθοφυλακής απειλείται από μια νέα γλωσσική-πολιτιστική κρίση... Ρίξτε μια ματιά γύρω σας, κυρίως προς τη Δύση, αλλά όχι μόνον εκεί. Θα δείτε τις γενιές των ντόπιων νέων Ευρωπαίων κι Αμερικανών οι οποίοι ζουν σε ένα περιβάλλον οπτικοακουστικών και ηλεκτρονικών μέσων, γνωρίζουν ελάχιστα τη μητρική τους γλώσσα ή οποιαδήποτε γλώσσα, έχουν ελάχιστη σχέση με οποιοδήποτε στοιχείο πολιτισμού κι αποτελούν την πλειοψηφία του νεανικού πληθυσμού σήμερα. Στις χώρες αυτές βλέπουμε επίσης πλάι στη νέα γενιά των ντόπιων, έναν ολοένα αυξανόμενο αριθμό νεαρών μεταναστών από την Ασία, την Αφρική ή αλλού να σχηματίζουν έναν πύργο της Βαβέλ. Η ανάγκη διδασκαλίας της γλώσσας του τόπου σε αυτούς τους ανθρώπους προβληματίζει τα κράτη των «μεγάλων» πολιτισμών, ενώ αναγκάζει επίσης τους ειδικούς να υιοθετήσουν νέες παιδαγωγικές μεθόδους διδασκαλίας. Δύση και Ανατολή... Ανέκαθεν πιστεύαμε ότι οι κοινότητές μας στη Μέση Ανατολή διατηρούσαν τη γλώσσα και τον πολιτισμό. Πράγματι συνέβαινε αυτό. Θα ήμασταν ωστόσο πιο κοντά στην αλήθεια εάν είχαμε το θάρρος να παραδεχτούμε πως αυτό συνέβαινε χάρη στις αντικειμενικές συνθήκες, χάρη σε ένα ιδιότυπο κοινωνικο-πολιτιστικό και θρησκευτικό καθεστώς των χωρών αυτών. Επιπλέον, θα ήμασταν ακόμη πιο πιστοί στην αλήθεια εάν εξετάζαμε πόσο ανεπαρκής είναι η ποιότητα της μητρικής μας γλώσσας σήμερα σε αυτές τις κοινότητες που έχουν το προνόμιο να χαίρουν πολύ ευνοϊκών συνθηκών, καθώς στις χώρες τους έχει κανείς τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει μια πιο «ανόθευτη» εκδοχή της μητρικής μας γλώσσας. Δυστυχώς η φτωχοποίηση της γλώσσας μας είναι κι εκεί ολοφάνερη, με τα αρμενικά να έχουν γίνει μια χρηστική γλώσσα μόνο, φτωχοποιημένη και στερημένη από επίκαιρες παροιμιώδεις εκφράσεις οι οποίες προσδίδουν ζωντάνια σε μια γλώσσα. Οι μόνες προσθήκες είναι δάνεια από τις τοπικές γλώσσες της εκάστοτε κοινότητας. Σε ό,τι αφορά τους πιο καλλιεργημένους συμπατριώτες μας, η γλώσσα τους βρίθει ξενόγλωσσων εκφράσεων, επίσης δανείων. Μια ανόθευτη εκδοχή της αρμενικής – γραπτής ή προφορικής – είναι καταδικασμένη να είναι ακατανόητη σχεδόν από όλους... Υπάρχουν ωστόσο μισοκαλυμμένα αλλά αδιαμφισβήτητα σημάδια μαρασμού σε αυτές τις κοινότητές μας που «διατηρούν τη γλώσσα και τον πολιτισμό». Η ποιοτική κρίση στη διδασκαλία της μητρικής γλώσσας, και κυρίως η επικίνδυνη μείωση διδακτικού προσωπικού είναι αλληλένδετες όχι μόνο με αντικειμενικούς παράγοντες, αλλά αντικατοπτρίζουν ακριβώς την έκπτωση ποιότητας. Ένα άλλο σημάδι επίσης είναι μια αδύναμη, απολιθωμένη γλώσσα που χρησιμοποιείται κατά κόρον στον Τύπο της Διασποράς. Ακόμη, το στέρεμα της λογοτεχνικής φλέβας, απουσία νέας γενιάς και νέων ονομάτων, που έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή εξαφάνιση μιας δημιουργικής λογοτεχνικής γλώσσας. Αυτά είναι τα ανησυχητικά σημάδια που μας φανερώνουν πώς μια γλώσσα φθίνει κι από ένας ζωντανός οργανισμός γίνεται νεκρή γλώσσα, γίνεται «καθαρεύουσα»... Η μητρική μας γλώσσα είτε έχει ολοκληρωτικά χαθεί, είτε έχει χάσει την ποιότητα και τη ζωντάνια της, τη δυνατότητά της ν' ανανεώνεται... Να ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή. Κατόπιν τούτου, δεν είναι δύσκολο να αποφασίσει κανείς αν το να μιλάμε για αρμενόφωνες κοινότητες, ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ή είναι μια παρηγορητική αυταπάτη. Διασπορά και πατρίδα Τίθεται το ερώτημα: Και η Αρμενία; Μήπως εδώ αγνοούμε την επιτακτική ανάγκη δεσμού ανάμεσα στη Διασπορά και την πατρίδα; Δεν νομίζω. Η προσέγγιση και η συνεργασία ανάμεσα στα δύο τμήματα του έθνους μας είναι όχι μόνο επιθυμητές, αλλά και απαραίτητες. Εδώ όμως το ζήτημα αφορά στην πολιτιστική ταυτότητα της παραδοσιακής Διασποράς, δηλαδή σε ένα σύστημα κληροδοτημένων αξιών που βιώνονται και ανανεώνονται μέρα με τη μέρα. Εν ολίγοις, ένα σύστημα αξιών που οφείλει να επιδιώκει τη μοναδικότητα, την αυτάρκεια. Ιδιότητες, που καθώς είναι ήδη ανίσχυρες, μπορούν να ατονήσουν ακόμη περισσότερο, πράγμα αναπόφευκτο για λαούς που εξαρτώνται και βασίζονται σε βοήθεια από «έξω». Ιδιαίτερα για το εκπαιδευτικό μας σύστημα, θα πρέπει εν ολίγοις να πούμε πως η Διασπορά, ως εκπαιδευτική και παιδαγωγική οντότητα, με τις αντικειμενικές της ανάγκες, βρίσκεται πολύ μακριά από τις παραδόσεις και τις πρακτικές της Αρμενίας. Η διατήρηση της γλώσσας και του πολιτισμού προϋποθέτουν ποιότητα Η εξαφάνιση ή η υποβάθμιση της Δυτικής Αρμενικής γλώσσας δεν είναι πρόβλημα καθαρά γλωσσικό και πολιτιστικό. Γίνονται πιο εύκολα κατανοητά αν τοποθετηθούν στο ευρύτερο πλαίσιο της υποβάθμισης της ψυχο-πνευματικής ποιότητας του ανθρώπινου δυναμικού των κοινοτήτων μας. Στα πλαίσια αυτά εντάσσονται επίσης οι δομές και η πορεία των κοινοτήτων μας στην Ευρώπη και στην Αμερική, αλλά και στη Μέση Ανατολή. Ο πυρήνας των κοινοτήτων μας είναι πια κουρασμένος, συσπειρωμένος, χωρίς ποιοτικά χαρακτηριστικά, και με μια κουλτούρα που αποσκοπεί απλά να διατηρηθεί. Και μια πλειοψηφία που βρίσκεται στο περιθώριο, περιστρέφεται χαλαρά γύρω από τον πυρήνα, και κάποιες φορές να έχει αποσχισθεί απ' αυτόν και περιλαμβάνει και ένα ποσοστό πιο ποιοτικών στοιχείων... Αυτό συμβαίνει παντού, από τη Δύση ως την Ανατολή, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Έτσι, πυρήνας και περιθώριο, τείνουν και οι δύο σε ακραίες καταστάσεις. Το μεν περιθώριο να διαλυθεί, να χαθεί, ο δε πυρήνας να συσπειρωθεί ακόμη περισσότερο γύρω από τον εαυτό του. Ένας εσωστρεφής πολιτισμός, που απαγορεύει και στον ίδιο τον πολιτισμό και στη γλώσσα που τον εκφράζει να ανανεωθεί, καθίσταται βλαβερός. Γενικότερα, αλλά ακόμη περισσότερο για εθνικές ομάδες σαν κι εμάς, διασκορπισμένες και χωρίς κρατική υπόσταση. Ένας εσωστρεφής πολιτισμός, πέρα από τις άλλες παθογένειές του, πάσχει και από αδυναμία να κοινωνηθεί στη νέα γενιά. Της λείπει η παιδαγωγική. Η μετάδοση της γλώσσας και του πολιτισμού γίνεται (όπου ακόμη γίνεται...) ως αβάσταχτο φορτίο και ανούσιο τελετουργικό, όχι ως χαρά, γιορτή, κοινωνία... Θρηνούμε για τα κακά της παγκοσμιοποίησης, μακάρι όμως να είχαμε λίγη θέληση κι εγρήγορση να δρέψουμε τους ολοκαίνουργιους καρπούς της, υιοθετώντας παιδαγωγικές μεθόδους διδασκαλίας της γλώσσας, ώστε να στρέψουμε το κακό υπέρ μας, έστω και εν μέρει... Γιατί μας λείπει το ανθρώπινο δυναμικό; Παρατηρώντας τις κοινότητές μας, μπορεί κανείς να αναρωτηθεί γιατί απουσιάζει το ποιοτικό ανθρώπινο δυναμικό, και ιδιαιτέρως η ποιοτική νεολαία. Γιατί δεν καταφέρνουμε (εάν το προσπαθούμε καθόλου...) να κατανικήσουμε τις γνωστές αντικειμενικές δυσκολίες και να δώσουμε σ' εκείνη τη νεολαία τον αναμενόμενο απ' αυτήν ανανεωτικό ρόλο, που είναι προϋπόθεση για την επιβίωση μιας κοινότητας...; Γιατί...; Όχι επειδή της έχουμε αρνηθεί το δικαίωμα της ελεύθερης σκέψης, της αναζήτησης, δηλαδή σε πράγματα απαραίτητα για να δημιουργήσουμε το σύγχρονο Αρμενικό πολιτισμό; Όχι επειδή φοβόμαστε τη δύναμη που κρύβεται μέσα της, την ικανότητά της για νεωτερισμό, προσδοκούμε και προσπαθούμε να την κάνουμε κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσή μας; Αυτόβουλη απόφαση επιβίωσης Για μια Διασπορά σαν και τη δική μας, η σωτηρία από αυτή τη χρόνια, επικίνδυνη κατάσταση θα ήταν εν ολίγοις το άνοιγμα του πυρήνα στο περιθώριο. Ο πυρήνας θα έπρεπε επίσης να προσπαθήσει να εξελιχθεί, να γίνει ποιοτικός κι έτσι να προσελκύσει το περιθώριο, να το πλησιάσει, να το φέρει ενώπιον των ευθυνών του. Να επεκτείνεται καθώς θα ανοίγεται. Με την εξισορρόπηση πυρήνα-περιθωρίου, ο πολιτισμός μας θα ισορροπούσε μονομιάς με τους τοπικούς-περιφερειακούς πολιτισμούς, αλλά και με τον παγκόσμιο. Η Διασπορά με τον δυναμικό κι ευρύ πολιτισμό της θα ήταν πολύ πιο υγιής και δεν θα φοβόταν την αντιπαράθεση με άλλους πολιτισμούς, είτε τοπικούς είτε τον παγκόσμιο. Μόνο η επίτευξη ισορροπιών σε αυτό το πολυπολιτισμικό περιβάλλον θα μπορούσε να εγγυηθεί την επιβίωσή μας, τη φυσική και υγιή μας εξέλιξη ως εθνικό σύνολο. Η τακτική του «ανοίγματος» και της αντιπαράθεσης θα μας προστάτευε τόσο από την απομόνωση, όσο και από την τυφλή προσήλωση σε τοπικούς πολιτισμούς, βοηθώντας να βρούμε τη σωστή δοσολογία και απόσταση από τα δύο. Επίσης θα μας εμβολίαζε κατά του τοπικισμού και της αποτελμάτωσης. Ακόμη, όλα τα τμήματα μιας νέας γενιάς που είναι διασκορπισμένα εδώ κι εκεί, αντί να απομακρυνθούν και να διαλυθούν, θα έρχονταν οπωσδήποτε πιο κοντά. Θα δημιουργούσαν ένα πλούσιο κεφάλαιο κοινών στοιχείων, εξασφαλίζοντας την ενότητα του χαρακτήρα μέσα από τη διαφορετικότητα. Η ανάπτυξη μιας πολυπολιτισμικής, ποιοτικής, μπολιασμένης γενιάς πρϋποθέτει ότι η χρήση της δικής μας γλώσσας θα τονωθεί στις κοινότητές της Δύσης με τη χρήση σύγχρονων ψυχο-παιδαγωγικών μεθόδων, αλλά και ότι θα προσπαθήσουμε να επιτύχουμε μία ποιοτική αναβάθμιση στις κοινότητες της Ανατολής, με την αρμονική συνύπαρξη με τον παγκόσμιο και τους τοπικούς πολιτισμούς και με μια στρατηγική αμοιβαίας εκπαιδευτικής διείσδυσης. Μένει να απαντηθεί το ερώτημα: Πού βρισκόμαστε τώρα σε σχέση με αυτή την προοπτική; Και ιδίως μένει να ρωτήσουμε: Ο αρμενικός πολιτισμός και η δυτική Αρμενική γλώσσα κινδυνεύουν, και εάν ναι, από τι; Από μια αναπόφευκτη μοίρα, σύμφωνα και με την πρόβλεψη της Ουνέσκο, ή κυρίως και πρωτίστως ως συνέπεια της δικής μας στάσης και απόφασης, της δικής μας λιποταξίας;
|