Η πρώτη πολιτική πατριωτική εκδήλωση των Αρμενίων στην Αθήνα το 1891
Μάικ Τσιλιγκιριάν Απρίλιος- Ιούνιος 2016, τεύχος 89
Πανοραμική Αθήνα από τον λόφο Νυμφών 1880-90 ( Αφοί Ρωμαΐδη)
Ο Ρουπέν Χαν Αζάντ1, ένας από τους ιδρυτές του Αρμενικού Επαναστατικού Κόμματος «Χιντσάκ»2, στα απομνημονεύματά του μας περιγράφει την πολιτική δράση των αρμενίων επαναστατών στην Αθήνα. Ένα χρόνο μετά την αιματηρή διαδήλωση των Αρμενίων στο Κουμ Καπού3 (Κοντοσκάλι) της Κωνσταντινούπολης, ο Ρουπέν Χαν Αζάντ μας δίνει πολλές πληροφορίες για τη δράση των Αρμενίων στην Αθήνα, αλλά και για την έμπρακτη στήριξη του αγώνα και την αλληλεγγύη που επέδειξαν πολλοί Έλληνες, ώστε να πραγματοποιηθεί η εκδήλωση στο κέντρο της πόλης με αφορμή τη συμπλήρωση ενός έτους από τα γεγονότα. Ο συντάκτης του κειμένου είναι αρκετά επιεικής, σε σχέση με τον ελληνικό τύπο της εποχής, όσον αφορά τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης στην πραγματοποίηση αυτής της εκδήλωσης.
Αλλά ας δώσουμε τον λόγο στον Ρουπέν:
Μετά την αιματηρή διαδήλωση της 15ης Ιουλίου 1890, πολλοί αρμένιοι αγωνιστές του κόμματος «Χιντσάκ» διέφυγαν προς διάφορες χώρες. Μεταξύ αυτών που έφτασαν στην Αθήνα ήταν και ο Μιχράν Νταματιάν4. Την εποχή εκείνη στην Αθήνα δεν υπήρχε αρμενικός πληθυσμός για να αναπτυχθεί επαναστατική δράση. Αλλά είχαμε πληροφορηθεί ότι αρκετά κοντά στην πρωτεύουσα, στην περιοχή της Κορίνθου, πραγματοποιούνταν ένα μεγάλο έργο για τη διάνοιξη του ισθμού. Στο έργο αυτό είχαν έρθει ως εργάτες περίπου 2.000 Αρμένιοι, αποκλειστικά σχεδόν από το Μους της Αρμενίας, και ανάμεσά τους υπήρχε ένας μικρός πυρήνας από μέλη του «Χιντσάκ» που προσπαθούσε να οργανώσει μικρές ομάδες για αποστολές στην πατρίδα. Τον Ιούλιο του 1891 έφτασα από την Αίγυπτο και ήρθα σε επαφή με τον Μιχράν Νταματιάν, ο οποίος θα μεσολαβούσε για μια συνάντηση με την ηγεσία της «Ανατολικής Ομοσπονδίας»5, οργάνωση που είχε ως σκοπό την υποστήριξη και τον συντονισμό όλων των λαών που είχαν εξεγερθεί ενάντια στην Τουρκία. Εντωμεταξύ, είχαμε κάνει μια συνάντηση με τον Μιχράν για να οργανώσουμε μια εκδήλωση για τα γεγονότα στο Κουμ Καπού, και μέσω αυτής να τιμήσουμε τους αγωνιστές μας που έπεσαν εκεί. Η πρώτη μας σκέψη ήταν να την οργανώσουμε μέσα σ’ ένα κλειστό κύκλο Αρμενίων στην Κόρινθο. Λίγο αργότερα, συζητώντας, συμπεράναμε ότι θα ήταν καλύτερο να έρθουν οι εργάτες στην Αθήνα και να γίνει η εκδήλωση σε κάποια κεντρική πλατεία και με την ευκαιρία να προσκαλέσουμε Έλληνες, Κρήτες, Αλβανούς και Μακεδόνες, όλους αυτούς που αγωνίζονταν ενάντια στον Σουλτάνο. Δημοσιεύσαμε την πρόσκλησή μας στις εφημερίδες και δεν άργησαν να ανταποκριθούν οι ενδιαφερόμενοι. Ήρθε σε επαφή μαζί μας ο Λεωνίδας Βούλγαρης6, εκπρόσωπος της «Ανατολικής Ομοσπονδίας», μια ηγετική φυσιογνωμία της πρόσφατης ιστορίας της Ελλάδας. Η πρώτη μας συνάντηση έγινε στο σπίτι του στα Πατήσια. Την επόμενη μέρα, σ’ ένα καφενείο της Ομόνοιας, μαζί με τον Βούλγαρη συναντήσαμε τον πρόεδρο της «Ανατολικής Ομοσπονδίας», τον 90χρονο Στρατηγό Νότη Μπότσαρη7, που έχαιρε μεγάλης εκτίμησης στους κύκλους του Παλατιού, αλλά και από τον ίδιο τον Βασιλιά. Λίγες μέρες πριν την εκδήλωση, ο τούρκος πρέσβης, ενημερωμένος προφανώς από τις εφημερίδες, ζήτησε από τον πρωθυπουργό Δηλιγιάννη να απαγορεύσει την εκδήλωσή μας. Ο πρωθυπουργός προς στιγμήν κίνησε τις διαδικασίες για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του πρέσβη, σκεπτόμενος προφανώς ότι δεν αξίζει για μια εκδήλωση να δημιουργηθεί ένα διακρατικό ζήτημα. Μετά από παρέμβαση του Στρατηγού Μπότσαρη, που του είπε «θέλω να γνωρίζετε ότι οι Αρμένιοι είναι υπό την εποπτεία μου και δεν έχει κανένας το δικαίωμα να τους δημιουργεί προβλήματα σε αυτό που κάνουν», ο πρωθυπουργός άλλαξε τη στάση του. Η εμπλοκή της κυβέρνησης μαθεύτηκε πολύ σύντομα στην κοινή γνώμη της Αθήνας, σε σημείο να το σχολιάσουν ορισμένες εφημερίδες της πόλης, λειτουργώντας θετικά κι αυξάνοντας κατά πολύ τον αριθμό των ανθρώπων που θα συμμετείχαν, κάνοντας έτσι την εκδήλωσή μας μεγαλειώδη. Με παράκληση του Στρατηγού, ο Δήμος μας διέθεσε την μπάντα του και σημαίες για τον στολισμό. Πίσω από το βάθρο είχαμε τοποθετήσει σταυρωτά την ελληνική και την αρμενική σημαία και μέσα σε δάφνινα στεφάνια είχαμε βάλει τις φωτογραφίες των αγωνιστών που είχαν δολοφονηθεί ένα χρόνο πριν. Κατά την έναρξη της εκδήλωσης είχε μαζευτεί πολύς κόσμος, είχαν έρθει και οι Αρμένιοι από την Κόρινθο, και την κάλυψαν πολλοί δημοσιογράφοι. Μ’ έναν πύρινο λόγο ξεκίνησε τις ομιλίες ο Βούλγαρης και ακολούθησαν κι άλλοι ομιλητές. Στα ενδιάμεσα η μπάντα εκτελούσε ελληνικές κι αρμενικές μελωδίες. «Ζήτω η Ελλάδα», «Ζήτω η Αρμενία», «Κάτω η Τουρκία», αυτά ήταν τα συνθήματα που ακούγονταν από το πλήθος. Γενικά, υπήρχε ένας διάχυτος ενθουσιασμός και τον λόγο πήραν και κάποιοι από το κοινό. Περισσότερο εντυπωσίασε τον κόσμο ήταν ένας 70χρονος ιερέας, μετά την ομιλία του οποίου ο κόσμος ξέσπασε σε χειροκροτήματα και επευφημίες. Μετά το πέρας της εκδήλωσης, όλο το πλήθος, με τη συνοδεία της μπάντας που παιάνιζε τον Εθνικό Ύμνο, κάναμε μια πορεία έως το σπίτι του Στρατηγού Μπότσαρη. Ο Στρατηγός είχε βγει στο μπαλκόνι σαν να μας περίμενε. Έδειχνε χαρούμενος κι ενθουσιασμένος. Ένας από εμάς έβγαλε ένα σύντομο ευχαριστήριο λόγο στα ελληνικά και τότε ο Στρατηγός μας κάλεσε στο σπίτι του. Είχαμε πάρει μαζί μας και του δωρίσαμε ένα από τα δάφνινα στεφάνια της εκδήλωσης. Εκείνος, αφού μας φίλησε στο μέτωπο, έγραψε αφιέρωση σε μια φωτογραφία του και μας την έδωσε. «Στείλτε αυτήν τη φωτογραφία στους συντρόφους σας και πείτε τους ότι ο Στρατηγός αυτό που θέλει να δει περισσότερο πριν φύγει από τη ζωή είναι η ελεύθερη Αρμενία». Τα λεγόμενά του μας φάνηκαν κάπως παράδοξα και ακατανόητα. Τόση θέρμη και αλληλεγγύη για τον αγώνα μας, για τον λαό μας μας είχε ξαφνιάσει. Αυτό που ήταν σίγουρο ήταν ότι ο Στρατηγός ήταν ειλικρινής. Την επόμενη ημέρα αρκετές εφημερίδες είχαν ανταποκρίσεις από την εκδήλωση και κάποιες από αυτές, με την ευκαιρία, δημοσίευσαν άρθρα για το Αρμενικό Ζήτημα. Μάθαμε από τον Τύπο ότι ο τούρκος πρέσβης την ημέρα της εκδήλωσης είχε απομακρυνθεί από την Αθήνα, φοβούμενος κάποια πιθανή επίθεση, ενώ το σπίτι του φυλασσόταν από την αστυνομία.
Η καθημερινή εφημερίδα «Εφημερίς» περιγράφει τα γεγονότα με μια διαφορετική ματιά. Αξίζει να διαβάσουμε την καταγραφή που κάνει ο συντάκτης του κειμένου για αυτήν την εκδήλωση στην Αθήνα του 1891.
ΕΦΗΜΕΡΙΣ, 16 ΙΟΥΛΙΟΥ 1891 Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΡΜΕΝΙΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΑΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ Κ. ΔΗΛΙΓΙΑΝΝΗ
Ὡς προηγγέλθη, οἱ ἐν Ἀθήναις παρεπιδημοῦντες πρόσφυγες ἐκ Κων/πόλεως Ἀρμένιοι ἑώρτασαν χθὲς τὴν ἐπέτειον τῆς αὐτόθι ἐξεγέρσεως τῶν Ἀρμενίων. Τὴν τελετὴν εἶχεν ἀναλάβει ὑπὸ τὴν προστασίαν τοῦ ὁ κεντρικὸς σύλλογος τῆς Ἀνατολικῆς Ὁμοσπονδίας, ἀνέκαθεν προστάτης τοῦ ἀρμενικοὺ ζητήματος. Κατὰ τὸ ἐκδοθὲν πρόγραμμα, ἐπρόκειτο να συνέλθωσιν εἰς τὴν πλατεῖαν τῆς «Ὁμονοίας», ἐκεῖθεν δὲ μετὰ μουσικῆς καὶ σημαιῶν διερχόμενοι τὴν ὁδὸν Σταδίου να καταλήξωσιν εἰς τὸν κῆπον τοῦ Ἀπόλλωνος. Ἀλλὰ τὶ νομίζετε ὅτι συνέβη; Εἴχομεν συλλάβει χθὲς ὑπονοίας ὅτι ἡ Κυβέρνησις ἤθελεν ἐμποδίσει τὴν διαδήλωσιν τῶν Ἀρμενίων ἵνα εὐχαριστήση τὴν Τουρκικὴ Πρεσβείαν ἥτις, ὡς ἐκ τῶν ὑστέρων φαίνεται, ἐπενέβη καὶ εἰς τὴν ὑπόθεσιν ταύτην. Καὶ δεν εἴχομεν ἄδικον. Ἡ Κυβέρνησις ἥτις, ὡς γνωστόν, ἐματαίωσε τὴν παράστασιν τοῦ Κατσαντώνη καὶ ὑπήκουσε καὶ εἰς ἄλλας ἀξιώσεις τοῦ Τούρκου πρεσβευτοῦ, δεν ἐπέτρεψεν εἰς τοὺς πτωχοὺς Ἀρμενίους να διέλθωσιν ἐν σώματι τὴν ὁδὸν Σταδίου καὶ τάς ἄλλας κεντρικὰς ὁδοὺς τῆς πόλεως! Στίφη λοιπὸν ἀστυνομικῶν ὑπαλλήλων καὶ κλητήρων ὥρμησαν κατὰ τῶν διαδηλωτὼν καὶ τοὺς διέταξαν να μεταβώσιν εἰς τὸν κῆπον τοῦ Ἀπόλλωνος δι’ἄλλων ἀποκέντρων ὁδῶν χάριν τῆς...τάξεως, ὡσεὶ ἐπρόκειτο μία δρὰξ Ἀρμενίων να προκαλέσῃ ταραχὰς ἔδω εἰς τάς Ἀθήνας! Ὁ κῆπος τοῦ Ἀπόλλωνος ἦτο κεκοσμημένος διὰ σημαιῶν, ἐν μέσῳ τῶν ὁποίων ἐφαίνοντο ἐν πλαισίῳ αἱ εἰκόνες τῶν κατὰ τάς περυσινὰς ἐν Κωνσταντινουπόλει ταραχὰς εὑρόντων μαρτυρικὸν θάνατον ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας, ἤτοι τῶν Ἀρτὶν Τζαγκουλιάν, Γκεμελμὰζ Μανοὺκ Ναλμεαντιὰν καὶ Ὀχανὲς Γκουμπρουγιάν. Τῆς τελετῆς συμμετέσχον ζωηρὼς καὶ πολλοὶ ἐκ τῶν προσφύγων καὶ ὁμοιοπαθῶν Κρητῶν, παρῆσαν δὲ καὶ ἄλλοι πολῖται καὶ τὸ πλῆθος θὰ ἦτο μέγα, ἐὰν δεν ἦτο ἀκατάλληλος ἡ ὥρα τῆς συναθροίσεως. Εἰς πάντας διανεμήθησαν ἔντυπα φυλλάδια ἀρμενιστὶ καὶ γαλλιστὶ γεγραμμένα, λεπτομερῶς ἐξιστορούντα τὰ φρικώδεις σκηνάς. Πρῶτος λαβὼν τὸν λόγος ὁ κ. Λεών. Βούλγαρις ὑπέμνησες εἰς τοὺς παρόντας Ἕλληνας τὴν διὰ τοὺς Ἀρμενίους σπουδαιότητα τῆς ἑορτῆς, ἢν ἐκάλεσε «πανήγυριν καὶ ὄχι μνημόσυνον» καὶ ἐξιστόρησε δι’ὀλίγων τὸ γεγονὸς τῆς 15 Ἰουλίου 1890. Στενάζοντες, εἶπεν, οἱ Ἀρμένιοι ὑπὸ τὸν ζυγὸ τῆς τουρκικὴς τυραννίας ἐπὶ μακροὺς ἤδη αἰῶνας, εἶδον κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη τὴν θέσιν αὐτῶν δεινουμενην• αἱ πιέσεις, οἱ βιασμοί, αἱ ἀτιμώσεις ὅσας ὑφίσταντο οἱ ἐν Ἀρμενία, ὤθησαν τοὺς ἐν Κωνστα ντινουπόλει συγγενεῖς καὶ ὁμοφύλους τῶν εἰς τὸ γενναῖον κίνημα τῆς 15 Ἰουλίου 1890, παρεσκευασμένους ἄλλως εἰς τοῦτο ὑπὸ τῶν ἐν Εὐρώπῃ δραστηρίως ἐργαζομένων κομητάτων αὐτῶν. Οἱ διαδηλωταὶ συνέλθοντες εἰς τὸν περίβολον τοῦ ἀρμενικοὺ πατριαρχείου ἠθέλησαν να θέσουν τὸν Πατριάρχην τῶν ἐπὶ κεφαλῆς καὶ πορευθέντες εἰς Γιλδίζ-Κιοσκ να διαμαρτυρηθώσι διὰ τὴν ἐν Ἐρζεροὺμ τυρρανίαν• ἀλλ’ἀμέσως περιεζώσθησαν ὑπὸ στρατοῦ, καὶ μετὰ γενναίαν ἀντίστασιν, καθ’ἢν ἐφονεύθησαν τρεῖς ἥρωες διελύθησαν βλέποντες τὸ ἄνισον καὶ ἀνωφελὲς τοῦ περαιτέρω ἀγῶνος. Μετὰ τὸν κ. Βούλγαρην ὁ πρόεδρος τῆς ἐπὶ τῆς ἑορτῆς ἐπιτροπῆς ὡμίλησεν ἀρμενιστί, διακοπτόμενος συνεχῶς ὑπὸ χειροκροτημάτων. Τὸν λόγον ἔλαβε τρίτος ὁ καθηγητὴς κ. Βασ. Ψιλάκης, Κρής, ἀποτεινόμενος ἰδία εἰς τοὺς Κρῆτας για τῆς προσφωνήσεως «ἀδελφοὶ ὁμοιοπαθεῖς Κρῆτες». «Οἱ Ἀρμένιοι, εἶπε μεταξὺ ἄλλων, οἵτινες μέχρι τῶν περυσινῶν ταραχῶν ἐφαίνοντο ὡς μὴ ὑπάρχοντες ἐπὶ τῆς γῆς ὡς ἰδιαίτερον ἔθνον, ἔχουσι μεγάλην ἱστορίαν. Καὶ ἄλλοτε, Κρῆτες, συνηγωνίσθημεν μετὰ τῶν του Πόντου Ἀρμενίων• ὅτε ὁ Μυθριδάτης καὶ ὁ Τιγράνης βασιλεὺς τῆς Ἀρμενίας ἐπολέμουν τὴν πανίσχυρον Ῥώμην, ἡ Κρήτη συνεμάχησεν αὐτοῖς καὶ διὰ τοῦτο ὑπέστη καὶ πολλὰ δεινὰ μετὰ τὴν ἧττα τῶν. Σήμερον οἱ Ἀρμένιοι ζητοῦσι τὴν ἐλευθερίαν τῶν ὑπὲρ τῆς ὁποίας ἀπεφάνθη καὶ τὸ Βερολίνιον Συνέδριον διὰ τοῦ 60ου ἄρθρου τῆς Βερολινίου συνθήκης• ἂς ὑπερασπίσωμεν αὐτούς.» Μετὰ τὸν κ. Ψιλάκην τὸν λόγον ἔλαβον ἀλληλοδιαδόχως τὰ μέλη τῆς ἐπιτροπῆς τῆς τελετῆς ὁμιλήσαντα ἀρμενιστὶ καὶ γαλλιστί• ἐξιστόρησαν τὰ γεγονότα τῆς 17ης Ἰουλίου 1890 καὶ ἐξέφρασαν τὴν εὐγνωμοσύνην τῶν πρὸς τὸ Ἑλληνικὸν ἔθνος ὅπερ ἐν τῇ περιπτώσει ἐκείνῃ ἔδειξε τάς πρὸς αὐτοὺς συμπαθείας τοῦ• «πεντήκοντα περίπου, εἶπεν, Ἕλληνες παρατυχόντες κατατὰς αἱματηρὰς ἐκείνας σκηνὰς δεν ἐδίστασαν να λάβουν μέρος εἰς τὸν ἀγῶνα δι’ὁ ….κατέστησαν καὶ αὐτοὶ τὰ ἀποτελέσματα αὐτοῦ• δύο ἐξ αὐτῶν συλληφθέντες κατεδικάσθησαν ὁ μὲν εἰς 5 ὁ δὲ εἰς 15 ἐτῶν κάθειρξιν καὶ ἐκτίνουσι σήμερον τὴν ποινὴν τῶν εἰς τὸ φρούριον Τριπόλεως».- «τὴν τελετὴν ταύτην, εἶπεν ὁ ἄλλος, θεωροῦμεν πανήγυριν διότι ἑορτάζομεν τὴν ἐπέτειον τὴν πρώτης ἐπισήμου κατὰ τῆς τυραννίας διαμαρτυρήσεως• διὰ τοῦτο οὐχὶ μὲ θρήνους διὰ τοὺς πεσόντας ἀδελφοὺς μας, ἀλλὰ μὲ μουσικὴν καὶ ἐλπίδας χαρμοσύνους διὰ τὸ μέλλον τοῦ ἔθνους μας συνήλθομεν σήμερον». Αἱ φωναὶ «Ζήτω ἡ Ἐπανάστασις» καὶ ἄλλαι παρόμοιαι διέκοπτον συνεχῶς τοὺς ῥήτορας. Εἰς τὴν πατριωτικὴν ταύτην περίστασιν δεν ἦτο δυνατὸν να σιγήση ὁ ἀρχηγὸς τῆς κρητικῆς τοῦ 1866 ἐπαναστάσεως, ὁ σεβάσμιος ἱερεὺς Παρθένιος Περίδης• προοιμιασθεὶς διὰ τοῦ γραφικοῦ «φωνὴ ἐν Ῥαμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς», ὅπερ εὐστόχως προσήρμοσεν εἰς τοὺς στεναγμοὺς τῶν ἐν Ἐρζεροὺμ Ἀρμενίων, ἐπευχήθη εἰς τοὺς Ἀρμενίους να ἐπιτύχωσι να ἴδωσι τὸ φῶς τῆς ἐλευθερίας. Ὁ τελευταῖος ὁμιλήσας γαλλιστὶ Ἀρμένιος ἐξέφρασε τὴν εὐγνωμοσύνη τῶν ὁμοεθνῶν τοῦ πρὸς τὴν ὑποδεχθεῖσαν εὐμενῶς τοῦ πρόσφυγας Ἑλλάδα καὶ κατέληξε για ζητωκραυγὼν ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος ἐξέφρασεν ἐπίσης τὴν εὐγνωμοσύνην τῶν προσφύγων πρὸς τὸν Σύλλογον τῆς Ἀνατολικῆς Ὁμοσπονδίας καὶ ἰδία πρὸς τὸν πρόεδρον αὐτοῦ στρατηγὸν Νότην Μπότσαρην• προσέθεσε δὲ καὶ τὰ ἑξῆς, ὅτι «ἡ Τουρκικὴ Κυβέρνησις, νομίζουσα ὅτι ἡ Ἑλλὰς εἶνε ἀκόμη ἐν τῶν βιλαετίων τῆς ἐδοκίμασε διὰ παντὸς τρόπου να ματαιώση καὶ να ἐμποδίσῃ τὴν σημερινῆς τῶν Ἀρμενίων τελετήν, ὅπως ἄλλοτε ἐδοκίμασε να ἐμποδίσῃ τὴν ἔκδοσιν τῶν ἐν Ἀγγλίᾳ καὶ Ἀμερικὴ φιλελευθέρων ἀρμενικὼν ἐφημεριδῶν». Ὑπὸ τοὺς ἤχους τῆς μουσικῆς καὶ προπορευομένων τῶν σημαιῶν ἀρμενικὴς καὶ ἑλληνικῆς, οἱ πανηγυρίζοντες μετέβησαν ἀπὸ τοῦ κήπου τοῦ Ἀπόλλωνος εἰς τὴν ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Πειραιῶς οἰκίαν τοῦ στρατηγοῦ κ. Μπότσαρη, παρακάμψαντες πρὸς τοῦτο τὴν Ἀκρόπολιν καὶ διέλθοντες πρὸ τοῦ Θησείου διὰ τὸν φόβον τῆς ὁδοῦ Σταδίου! Πρὸ τῆς οἰκίας τοῦ στρατηγοῦ στάντες ἐζητωκραύγασαν ὑπὲρ αὐτοῦ ἐξελθόντος εἰς τὸν ἐξώστην, μεθ’ ὁ οἱ Ἀρμένιοι ψάλαντες τὸν ἐθνικὸν αὐτῶν ὕμνον ἐζητωκραύγασαν ἐπανειλημμένως καὶ ἠσύχως διελύθησαν.
Υποσημειώσεις 1. Ρουπέν Χαν Αζάντ: Ψευδώνυμο του Νισάν Γκαραμπετιάν (1862-1929). Ένας από τους ιδρυτές του κόμματος «Χιντσάκ». Σπούδασε Κοινωνιολογία στη Γενεύη, όπου το 1887 ίδρυσε μαζί με τους Αβεντίς και Μάρω Ναζαρμπεκιάν την εφημερίδα «Χιντσάκ», απ’ όπου προήλθε και το όνομα του κόμματος. Επικεφαλής και οργανωτής της κομματικής οργάνωσης στην Τραπεζούντα. Ένας από τους διοργανωτές της διαδήλωσης του Κουμ Καπού. 2. «Χιντσάκ»: Το επαναστατικό κόμμα «Χιντσάκ» ιδρύθηκε το 1887 στη Γενεύη κι ήταν το πρώτο μαρξιστικό σοσιαλιστικό κόμμα στον χώρο της Μέσης Ανατολής. Ιδρυτές ήταν 6 νεαροί Αρμένιοι, γόνοι πλούσιων οικογενειών, που βρίσκονταν στην Ευρώπη για σπουδές και είχαν έρθει σε επαφή με τις προοδευτικές επαναστατικές ιδέες. Το κόμμα στρατολόγησε μεγάλο αριθμό μελών στη Δυτική Αρμενία μέχρι το 1896 και κατάφερε να ριζοσπαστικοποιήσει τους νέους, οργανώνοντας τις πρώτες μαζικές οργανώσεις στην Αρμενία. Παράλληλα, οργάνωσε επαναστατικές ένοπλες ομάδες αντίστασης και αυτοάμυνας. 3. Διαδήλωση των Αρμενίων στο Κουμ Καπού: Το «Χιντσάκ» έδειξε για πρώτη φορά τη δύναμή του στις 15 Ιουλίου 1890, όταν οργάνωσε στην Κωνσταντινούπολη τη διαδήλωση του Κουμ Καπού, διαμαρτυρόμενο για τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των Αρμενίων. Ήταν η ημέρα του «Βαρταβάρ» (Μεταμόρφωση του Κυρίου) κι η διαδήλωση ξεκίνησε από την Αρμενική Μητρόπολη. Η πορεία προς τα ανάκτορα του Γιλντίζ είχε μόλις ξεκινήσει, όταν οι Τούρκοι στρατιώτες έκλεισαν τον δρόμο των διαδηλωτών. Ακολούθησε μια ένοπλη σύγκρουση στην οποία σκοτώθηκαν αρκετοί διαδηλωτές και τρεις στρατιώτες. 4. Μιχράν Νταματιάν: Απόφοιτος των μεχιταριστικών σχολών της Κωνσταντινούπολης και της Βενετίας (1880), δάσκαλος στη σχολή Νερσισιάν του Μους (1884-1888) και στέλεχος του κόμματος «Χιντσάκ». Ο Νταματιάν δεν έγινε γνωστός τόσο για την ενεργό συμμετοχή του στα γεγονότα του Κουμ Καπού ή για τη δράση του στην Ελλάδα όσο για την οργάνωση, από κοινού με τον συνεργάτη του Χαμπαρτσούμ Μπογιατζιάν, της αρμενικής εξέγερσης του 1893 στο Μους και το Σασούν, αλλά κι άλλων τολμηρών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στην Κιλικία. 5. Ανατολική Ομοσπονδία: Η οργάνωση ιδρύθηκε το 1884 στην Αθήνα και αρχικός της στόχος ήταν η σύσταση επιτροπών για τη συνεργασία των βαλκανικών λαών με τελικό στόχο μια βαλκανική ομοσπονδία. Κεντρική προσωπικότητα ήταν ο βουλευτής Λεωνίδας Βούλγαρης. Ο ίδιος ο Βούλγαρης φαίνεται ότι έβλεπε την προσέγγιση με τους άλλους χριστιανικούς λαούς των Βαλκανίων κυρίως σαν συμμαχία εναντίον των Τούρκων. Η οργάνωση δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο και ουσιαστικά διαλύθηκε όταν τα συμφέροντα αυτών των κρατών έγιναν αντικρουόμενα μέσω των αλυτρωτικών επιδιώξεών τους. 6. Λεωνίδας Βούλγαρης: Ανήσυχος πατριώτης, με δικά του επαναστατικά σχέδια για τη Μακεδονία. Όταν ξέσπασε η κρητική επανάσταση το 1866, αποβιβάστηκε με δύναμη 25-30 ατόμων στην Ορμύλια της Χαλκιδικής. Σκοπός του ήταν να ξεσηκώσει τους υπόδουλους αδελφούς. Οι Τούρκοι, όμως, γρήγορα εξουδετέρωσαν την ομάδα του Βούλγαρη, συλλαμβάνοντας τον ίδιο και τους περισσότερους άνδρες του και ενσπείροντας, όπως συνήθως, κύμα τρομοκρατίας στον πληθυσμό. Ο Λεωνίδας Βούλγαρης διετέλεσε βουλευτής στο ελληνικό κοινοβούλιο. Απεβίωσε το 1896. 7. Στρατηγός Δημήτριος - Νότης Μπότσαρης: Γεννήθηκε το 1808 στο Σούλι, τέσσερα ακριβώς έτη μετά την επίθεση του Αλή Πασά κατά της οικογένειας των Μποτσαραίων. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε μέσα στις μάχες και τα όπλα. Σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών πολέμησε δίπλα στο πλευρό του πατέρα του. Υπέστη τις ταλαιπωρίες της πολιορκίας του Μεσολογγίου κι αγωνίστηκε κατά την Έξοδο. Διέπρεψε στη μάχη του Φαλήρου. Μετά την αποκατάσταση των πραγμάτων, ο Μπότσαρης κατατάχτηκε στον τακτικό στρατό και διακρίθηκε στις μάχες. Το 1854, μαζί με τους Κίτσο Τζαβέλα και Θεόδωρο Γρίβα, υπήρξε επικεφαλής της επανάστασης στην Ήπειρο. Προσελήφθη από τον Βασιλιά Γεώργιο Α’ ως υπασπιστής του. Ανέβηκε στα υψηλότερα στρατιωτικά αξιώματα και το 1863 έγινε Υπουργός Στρατιωτικών στην Κυβέρνηση Δ. Κυριακού. Από το 1884 ήταν πρόεδρος της «Ανατολικής Ομοσπονδίας». Διετέλεσε πολλές φορές βουλευτής. Έφερε τον βαθμό του αντιστράτηγου και τιμήθηκε με τον Ελληνικό Μεγαλόσταυρο. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 10 Σεπτεμβρίου 1892.
Πηγές 1. Ετήσια έκτακτη έκδοση της αρμενικής εφημερίδας «Αζάτ Ορ», 1996. 2. Αρμενική Εθνική Επιτροπή Ελλάδος, «Οι Αρμένιοι - Ο Αγών», 1984. 3. Σήφης Κασσεσιάν, «Ο Αρμενικός Απελευθερωτικός Αγώνας 1064-1920», Αθήνα 1979. 4. Ιωάννης Κ. Χασιώτης, «Οι Αρμένιοι και Έλληνες στις μεγάλες κρίσεις του Ανατολικού Ζητήματος (1856-1914)», Θεσσαλονίκη 2015. 5. Ψηφιακή Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.
|