Η επιχείρηση “Μπανκ Οτομάν” οι Αρμένιοι πρόσφυγες στην Αθήνα και ο Ελληνικός Τύπος της εποχής |
![]() |
![]() |
Έρευνα: Μάικ Τσιλιγκιριάν, Οβαννές Γαζαριάν Κείμενο: Οβαννές Γαζαριάν
Τον Αύγουστο του 1896 πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη μια από τις πρώτες επιχειρήσεις «πολιτικής τρομοκρατίας» παγκοσμίως. Ήταν η κατάληψη της Οθωμανικής Τράπεζας (Bank Ottoman) του μεγαλύτερου οικονομικού κέντρου της Ανατολικής Μεσογείου.
Η επιχείρηση οργανώθηκε από την κεντρική επιτροπή της Αρμενικής Επαναστατικής Ομοσπονδίας -Τασνακτσουτιούν και ήταν μια μείζων πολιτική πράξη, που σκοπό είχε να αναγκάσει τις μεγάλες δυνάμεις (Αγγλία, Ρωσία, Γαλλία) να παρέμβουν δυναμικά και να συμβάλλουν στην επίλυση του Αρμενικού Ζητήματος, πόσο μάλλον όταν η κατάληψη της τράπεζας έθετε σε κίνδυνο και τα δικά τους συμφέροντα. Η προετοιμασία και ο σχεδιασμός είχε ξεκινήσει από τις αρχές του καλοκαιριού, έτσι στις 14 Αυγούστου στις 12 το μεσημέρι, μια ομάδα 26 αγωνιστών υπό την ηγεσία των Αρμέν Καρό, Παπκέν Σιουνί και Χράτς επιτίθενται στην τράπεζα. Την ίδια στιγμή σε άλλα σημεία της πόλης πραγματοποιούνται επιθέσεις κατά στρατιωτικών κτιρίων και στρατοπέδων, ενώ μέλη του κόμματος επέδωσαν υπόμνημα στις ευρωπαϊκές πρεσβείες, με το οποίο ζητείτο η εισαγωγή μεταρρυθμίσεων στην τουρκοκρατούμενη Αρμενία. Στην ανταλλαγή πυροβολισμών κατά την είσοδο στην τράπεζα, ο Παπκέν Σιουνί πέφτει νεκρός μαζί με έναν σύντροφό του ενώ άλλοι οκτώ τραυματίζονται, παρόλα αυτά επιτυγχάνεται η κατάληψη, η οποία διαρκεί μέχρι το πρωί της 15ης Αυγούστου, όταν ύστερα από μεσολάβηση των πρέσβεων των τριών μεγάλων δυνάμεων, οι Αρμένιοι αποχωρούν -έχοντας αποκρούσει δύο επιθέσεις των τουρκικών αρχών- αφήνοντας πίσω τους 4 νεκρούς και 5 σοβαρά τραυματίες, χωρίς όμως να έχουν πειράξει κανέναν από το προσωπικό και χωρίς να λείπει ούτε μια λίρα από τα χρηματοκιβώτια. Οι επιζώντες καταληψίες απελάθηκαν στη Μασσαλία, όπως είχε συμφωνηθεί με τον εκπρόσωπο των πρέσβεων Ρώσο Μαξίμοβ. Αμέσως μετά, ως αντίποινα, οι Τούρκοι εξαπέλυσαν μεγάλο κύμα σφαγών εναντίον των Αρμενίων της Κωνσταντινούπολης. Η ταυτόχρονη και ταχύτατη εμφάνιση των σφαγέων και ο εξοπλισμός τους με τα ομοιόμορφα ξύλινα ρόπαλα, επιβεβαιώνει την άποψη ότι όλα είχαν οργανωθεί από την τουρκική κυβέρνηση. Ο ανταποκριτής της εφημερίδας «Ακρόπολις», αυτόπτης μάρτυς έγραφε στο φύλλο της 26ης Αυγούστου: «Δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι η σφαγή εγένετο τη επινεύσει και τη πρωτοβουλία των αρχών. Οι μουσουλμάνοι ηγνόουν μόνο την ημέρα και την ώραν, αλλ’ ήσαν προειδοποιημένοι ότι άμα ως τελεσθή κίνημα τι αρμενικόν θα επιτραπή αυτοίς να σφάξωσι τους Αρμενίους. Τούτο αποδεικνύεται εκ του γεγονότος ότι, άμα ως ηκούσθησαν πυροβολισμοί, εξήλθαν εις τας οδούς οι ροπαλοφόροι, χωρίς να παρέλθη χρονικόν τι διάστημα προετοιμασίας ως θα εγένετο εάν μη ήτο προπαρασκευασμένοι». Οι σφαγές επεκτάθηκαν και στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης. Η νεαρή Αγγλίδα Ντορίνα Νηβ, η οποία διέμενε στο Κανδήλι και υπήρξε αυτόπτης μάρτυς των διωγμών κατά των Αρμενίων στο παραλιακό αυτό προάστιο, περιέγραψε τα γεγονότα στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της «Είκοσι έξι χρόνια στο Βόσπορο», ως εξής: «Ομάδες μουσουλμάνων εμφανίστηκαν ταυτόχρονα και οι Αρμένιοι σφαγιάζονταν από μια ορδή βαζιβουζούκων, άγριων ανθρώπων από τη Μικρά Ασία, που ήταν σε ετοιμότητα για μια τέτοια περίσταση. Η τουρκική κυβέρνηση είχε πληροφορηθεί, μέσω του οργανωμένου συστήματος κατασκόπων που διέθετε, ότι οι Αρμένιοι προετοίμαζαν αυτό το δραστικό εγχείρημα και μόλις ακούστηκε η έκρηξη της πρώτης βόμβας, δόθηκε το σύνθημα της χωρίς διακρίσεις σφαγής των Αρμενίων. Επικεφαλής των συμμοριών ήταν σοφτάδες και αξιωματικοί της αστυνομίας, ενώ οι παρευρισκόμενοι στρατιώτες απλώς παρατηρούσαν και πότε-πότε έριχναν κάποιον πυροβολισμό στον αέρα…». Οι σφαγές της Κωνσταντινούπολης υπήρξαν αφορμή να εκδηλωθεί ένα πραγματικά μεγάλο κύμα συμπάθειας του Ελληνισμού προς τους Αρμενίους. Ο ανά τον κόσμο ελληνικός Τύπος παρουσίασε λεπτομερώς τα συμβάντα. Τα δημοσιεύματα, οι περιγραφές και οι καταγγελίες ήταν πολλές. Η συμπαράσταση προς τους διωκόμενους Αρμενίους, είχε την κορυφαία έκφανσή της στο χώρο του μικρού και πτωχού ελλαδικού κράτους, Κάποια άλλα κράτη (Ρωσία, Σερβία, Ρουμανία) αρνήθηκαν να δεχτούν αρμενίους πρόσφυγες. Σχετική ήταν η ακόλουθη είδηση της εφημερίδας Σκριπ στο φύλλο της 6ης Σεπτεμβρίου 1896: «Χθες την πρωΐαν κατέπλευσε εις Πειραιάν αγγλικόν εμπορικόν ατμόπλοιον, δι’ ου αφίκοντο έτεροι 59 Αρμένιοι, οίτινες αναχωρήσαντες προ 15 ημερών εκ Κωνσταντινουπόλεως επήγαν εις την Οδησσόν της Ρωσίας, όπου τοις απαγορεύθη η έξοδος υπό της Ρωσικής κυβερνήσεως. Είτα εκδιωχθέντες εξ Οδησσού κατευθύνθησαν εις Ρουμανίαν, αλλά και εκεί την αυτήν τύχην έσχον ως και εν Τουρκία εξ ης αναχωρήσαντες προ 3 ημερών έφθασαν εις Πειραιάν εις ελεεινήν κατάστασην, μη έχοντες κυριολεκτικώς που την κεφαλήν κλίναι. Συνιστώμεν εις τον κ. αστυνόμον να φροντίση περί αυτών». Η ελληνική κυβέρνηση δέχτηκε ανεπιφύλακτα τους αρμενίους πρόσφυγες, πραγματοποιώντας πολιτική ψυχής και όχι συμφέροντος. Η κυβέρνηση του Θεόδωρου Δηλιγιάννη που μέχρι εκείνη τη στιγμή ακολουθούσε άψογη πολιτική έναντι της Τουρκίας, ενδίδοντας συχνά σε απαιτήσεις της ή υποβαθμίζοντας τις προερχόμενες από αυτήν προκλήσεις, άνοιξε τα σύνορα της χώρας στους δεινοπαθούντες πρόσφυγες, παραβαίνοντας μια από τις βασικές αρχές της πολιτικής της. Δεν ήταν μικρός ο αριθμός των Αρμενίων που κατέφυγαν στην Ελλάδα. Σε άρθρο του με τίτλο «Οι σφαγές της Κωνσταντινούπολης» στο αμερικανικό περιοδικό The Nation (Οκτώβρης 1896), ο εκδότης του Αθηναϊκού «Εμπρός» Δημήτριος Καλαποθάκης τους υπολόγιζε -υπερβάλλοντας ίσως- σε 12.000. «Δώδεκα χιλιάδες Αρμένιοι πρόσφυγες βρίσκονται εδώ και στον Πειραιά, μερικοί σε σπίτια που έχουν ενοικιασθεί για αυτόν το σκοπό από την τοπική επιτροπή περίθαλψης, αλλά οι περισσότεροι έχουν στριμωχτεί σε στρατιωτικά αντίσκηνα, που έχει διαθέσει η Ελληνική κυβέρνηση και τα οποία έχουν στηθεί στους αγρούς του Νέου Φαλήρου». Πολυάριθμες ήταν οι εκδηλώσεις της αλληλεγγύης προς τους δεινοπαθούντες Αρμενίους - μια από τις οποίες ήταν εκ μέρους της κορυφαίας ηθοποιού της εποχής, Ευαγγελίας Παρασκευοπούλου. Ο ελληνικός Τύπος παρότρυνε το κοινό να συμπαρασταθεί στους πρόσφυγες. Θα παραθέσουμε μερικά σύντομα αποσπάσματα από τα πολυπληθή σχετικά δημοσιεύματα, σημειώνοντας ότι η τόσο συχνή αναφορά στο θέμα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη αξία, αν αναλογιστούμε ότι οι εφημερίδες της εποχής ήταν μόλις τετρασέλιδες και το ειδησεογραφικό τμήμα δεν ξεπερνούσε τις δυόμισι σελίδες. «Εστία», 17 Αυγούστου 1896 Επιστολή Αρμένιου Μία απάντησις Ελάβομεν παρ’ Αρμενίου εν Αθήναις διαμένοντος, την κατωτέρω επιστολήν, εις απάντησιν των γραφέντων σήμερον υπό των Καιρών. Δύο λέξεις εις τον διευθυντήν των «Καιρών». Εις το σημερινόν φύλλον των «Καιρών» ευρίσκω άρθρον περί της εξεγέρσεως των Αρμενίων. Αι δυσμενείς εκφράσεις σας κατ’ αυτών, ουδέν δύνανται να προσθέσουν βεβαίως εις τας ωμότητας των Τούρκων, ας εξαίρετε πανηγυρικώτατα υβρίζοντες άνδρας γενναίως αγωνιζομένους κατά θηριωδών τυράννων. Η ιστορία ας κρίνει. Οι εκατοντακισχίλιοι σφαγέντες Αρμένιοι γράφουσι δι’ αίματος τας σελίδας της ιστορίας της απελευθερώσεώς των, όπως και οι Κρήτες, ων την ελευθέρωσιν ποθούμεν όσον εις την ιδικήν μας. Εις Αρμένιος «Ακρόπολις», 30 Αυγούστου 1896 «Οι εν διωγμώ πρόσφυγες του αρμενικού έθνους, οι καταφυγόντες εις το Ελληνικόν έδαφος, όπως ζητήσωσιν ασφάλειαν της κινδυνευούσης ζωής των μεταξύ ημών, πρέπει να τύχουν προθύμους φιλοξενίας και περιθάλψεως, ως αρμόζει εις τας κατ’ εξοχή φιλελευθέρας και χριστιανικάς παραδόσεις του ελληνικού λαού. Οι δυστυχείς αυτοί άνθρωποι είναι άξιοι πάσης συμπαθείας δια τα μαρτύρια τα οποία υπέστησαν... Οφείλομεν να προσέλθωμεν αρωγοί μετά προθύμου ευσπλαχνίας». «Εστία», 30 Αυγούστου 1896 «Οι πρόσφυγες Αρμένιοι εύρον εργασίαν εν Αθήναις και είναι αληθώς αξία συγχαρητηρίων η Κυβέρνησις, η μεριμνήσασα να δώση στέγην εις τα πτωχά θύματα των τελευταίων εν Κωνσταντινούπολει ταραχών τα διαφυγόντα τον θάνατον. Εις τους εργατικωτάτους Αρμενίους δεν θ’ αρνηθώσι βεβαίως εργασίαν, οι δυνάμενοι να παράσχωσι τοιαύτην, θα σπεύσωσι δε από τούδε να προσλάβωσι αυτούς απευθυνόμενοι εις εν Φαλήρω προσωρινόν συνοικισμόν των, όπου η φιλανθρωπία δύναται προσερχομένη να επιτελέση εκ των μάλλον θεαρέστων έργων της». Ένα πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο του Άστεως στο φύλλο της 1ης Σεπτεμβρίου 1896, με τίτλο Υπέρ των Αρμενίων, εξυμνούσε τις αρετές του αρμενικού λαού και συνηγορούσε ένθερμα υπέρ της παροχής της μεγαλύτερης κατά το δυνατόν βοήθειας προς τους Αρμενίους, όπου έγραφε μεταξύ άλλων: «...Αισθάνεται τις ανακούφισην βλέπων ότι τα ατυχή ταύτα θύματα, τα πανταχόθεν απωθούμενα, ευρίσκουσιν ασυλίαν εις την μικρήν ταύτην ελευθέραν γωνίαν της Ευρώπης, όπου πάντοτε σχεδόν εύρον φιλοξενίαν οι υπό διαφόρων ειδών τυράννων καταδιωχθέντες. Δεν αρκεί όμως το ολίγον ελεύθερον χώμα το οποίον τοις εδώκαμεν και αι στρατιωτικαί σκηναί, τας οποίας χάριν αυτών, έπηξαν οι στρατιώται μας. Οι άνθρωποι αυτοί στερούνται και άρτου. Ουδέ είνε δυνατόν να μένωσι πάντοτε υπό σκηνοπηγίαν. Είναι ανάγκη να ληφθούν συστηματικότερα υπέρ αυτών μέτρα. Είναι και αυτοί χριστιανοί. Είναι και αυτοί αδελφοί εν τη δουλεία, συνδεόμενοι και νυν δια πολλών δεσμών αλληλεγγύης μετά των εν Τουρκία ομαιμόνων μας...». «Εστία» 3 Σεπτεμβρίου 1896 Κατάσκοπος τουρκικής πρεσβείας ηθέλησε να εκβιάση τους Αρμενίους. Μία αναφορά προς την Τουρκικήν πρεσβείαν - Οι Άγγλοι και το Αρμενικόν ζήτημα. «Κατάσκοπος βρομερός, μυστικός υπάλληλος της εν Αθήναις Τουρκικής πρεσβείας, κατήλθε χθες εις Φάληρον και υποκριθείς τον υπάλληλον του Ελληνικού Κράτους συνεκάλεσε τους εν σκηναίς βιούντας πρόσφυγας Αρμενίους, όπως αναγνώση αυτοίς αναφοράν απευθυνομένην προς την εντάυθα Οθωμανικήν πρεσβείαν εκ μέρους των, την οποίαν ως έλεγεν, ήσαν υποχρεωμένοι να την υπογράψωσι, διότι εν εναντία περιπτώσει θα τους απεδίωκεν η ελληνική Κυβέρνησις εκείθεν και θα τους εστέρει της προστασίας της. Δια της αναφοράς ταύτης, οι Αρμένιοι υποχρεούντο να ομολογήσωσι την ταπεινήν υποταγήν των εις τον πανένδοξον και φιλόλαον Σουλτάνον, κατά του οποίου τους εξήγειρον Άγγλοι, εντολήν έχοντες προς τούτο παρά της αγγλικής κυβερνήσεως, επιδιωκούσης πάντοτε την παντί τρόπω εξέγερσιν των Αρμενίων, οίτινες δυστυχώς παραπείθονται και μετέρχονται βίαια μέσα κατά του φιλονόμου και φιλανθρώπου Ανακτός των. Ευτυχώς ο τούρκος κατάσκοπος εγκαίρως κατενόησεν, ότι το τέχνασμά του απετύγχανεν, επειδή δε είδε και τινας των Αρμενίων ετοίμους να διαμαρτυρηθώσι εντονώτερον κατά της εκβιάσεως ταύτης, έσπευσε ν’ απέλθη πριν δοκιμάσει επί της ράχεώς του, την δύναμιν των γρόνθων των δυστυχών προσφύγων. Εν τούτοις συνιστώμεν εις την αστυνομίας να εργασθή προς ανακάλυψιν του κακοήθους οργάνου της τουρκικής πρεσβείας, του οποίου δευτέρα απόπειρα είναι η χθεσινή, ως πληροφορούμεθα». «Ακρόπολις» 3 Σεπτεμβρίου 1896 «Καθ’ εκάστην εκ Κωνσταντινουπόλεως ατμόπλοια μεταφέρουσιν εις Πειραιά εκατοντάδες Αρμενίων, το πλείστον πτωχούς και έχοντας ανάγκην εργασίας. Η φιλανθρωπία των Αθηναίων δεσποινίδων θα εξεδηλούτο λίαν καταλλήλως, δια της παροχής μικρών βοηθημάτων, ιδίως εις τους ασθενείς, τους γέροντας, τας άνευ προστασίας γυναίκας και τα μικρά παιδιά. Τι ευαγγελικώτερον και αγνότερον της φιλανθρωπίας τούτης; Εάν συνεκροτείτο μια επιτροπή προς τον σκοπόν τούτον, όλοι προθύμως θα έδιδον τον οβολόν των». «Εφημερίς» 5 Σεπτεμβρίου 1896 Τι αφηγούνται περί της καταστάσεως εν Κων/πολει. Μέτρα των Ελλήνων. «Επί του διελθόντος χθες εκ Πειραιώς γαλλικού ατμοπλοίου της εταιρίας Φραιοσινέ, επέβαιναν πολλοί Αρμένιοι, προερχόμενοι εκ Κων/πόλεως και μεταβαίνοντες εις Μασσαλίαν, όπου προτίθενται να εγκατασταθώσιν. Κατά τας πληροφορίας των Αρμενίων τούτων, η εν Κων/πόλει κατάστασις φαίνεται βελτιωμένη, ουχ’ ήττον ο πανικός εξακολουθεί να κατέχη τους κατοίκους και ιδία τους Αρμενίους φοβουμένους νέαν συμφοράν. Δια τον λόγον δε τούτον, καθ’ εκάστην κατά εκατοντάδες σχεδόν, εκδιώκονται εκείθεν οι μη οικογενειάρχαι Αρμένιοι, επιβιβαζόμενοι επί των ευρωπαϊκών ατμοπλοίων, αλλά και οι έρευναι εις τας οικίας αυτών και οι συλλήψεις δεν έπαυσαν εισέτι εκ μέρους των τουρκικών αρχών, αίτινες εσχάτως ήρχισαν να δεικνύουν μέγα ενδιαφέρον προς αποκατάστασιν της τάξεως και προς πρόληψιν ενδεχομένων ταραχών. Και οι ημέτεροι όμως ομογενείς, κατά τα βεβαιώσεις Ελλήνων επιβατών, δεν μένουσιν απαθείς και αδρανείς απέναντι της τοιαύτης εν Κων/πόλει καταστάσεως και ετοιμάζονται εν τυχούση περιστάσει, να αμυνθώσιν υπέρ της ζωής και της περιουσίας των, απειλουμένων υπό του αγρίου φανατισμού του τουρκικού όχλου. Οι εν Φάληρω Αρμένιοι «Ουδόλως είναι ευχάριστος η θέσις των εν Φαλήρω κατασκηνούντων Αρμενίων. Αι σκηναί αυτών ένεκα της προχθεσινής βροχής είναι εις ελεεινήν κατάστασιν. Ως δε να μη ήρκει τούτο οι πρόσφυγες δεν έχουν ούτε τροφήν ικανή. Ένεκα τούτου παρίσταται ανάγκη αρωγής αυτών, προς τούτο δε πρόκειται εντός της εβδομάδος ταύτης, να δοθή παράστασις ευεργετική, ης αι εισπράξεις θα διατεθώσιν υπέρ της διατροφής τούτων. Ελπίζεται ότι ο κόσμος θα συρρεύση υποστηρίζων τους δυστυχείς πρόσφυγας». «Ακρόπολις» 6 Σεπτεμβρίου 1896 «...Είναι και οι 43 εργάται αχθοφόροι των γαιανθράκων των ατμοπλοίων πτωχότατοι άνθρωποι, των πάντων στερούμενοι και άξιοι επομένως πάσης περιθάλψεως υπό των φιλανθρώπων μας, των οποίων επικαλούμεθα τα φιλάνθρωπα αισθήματα...». «Ακρόπολις» 7 Σεπτεμβρίου 1896 «Πολλοί Αρμένιοι ήρχισαν να ζητώνται εις διαφόρους ενταύθα υπηρεσίας, όπου η φιλοπονία των και η εντιμότης των ταχέως θέλει τους προαγάγει. Αλλά και παιδάκια και κοριτσάκια πολλά δύνανται να εύρωσιν εις εργοσατάσια του Πειραιώς θέσιν ή εις τας οικίας πλουσίων, όπου υπάρχει μεγάλη τοιούτων ανάγκη». «Εφημερίς» 10 Σεπτεμβρίου 1896 Οι ενταύθα Αρμένιοι Μία ευεργετική παράστασις «Περί των ενταύθα προσφυγόντων Αρμενίων, οίτινες πολλαπλασιάζονται από τινός, ελήφθη πρόνοια να μη αποσταλώσι προς εργασίαν εις Βόλον και Λάρισσαν, επειδή εκεί είναι Τούρκοι και ήτο δυνατόν να συμβώσιν απρόοπτα. Εις την Πελοπόννησον και τας νήσους δύνανται ούτοι να μεταβώσιν εξευρίσκοντες εργασίαν, καθώς και εν Αθήναις, είτε ως φύλακες οικιών είτε ως αχθοφόροι ή και ως τεχνίται. Χάριν της διατροφής αυτών, μέχρις όταν ευρεθή εργασία, απεφασίσθη όπως δοθή εν τω θεάτρω των «Ποικίλων» την εσπέραν της προσεχούς Παρασκευής, ευεργετική παράστασις υπό του θιάσου της κ. Παρασκευοπούλου. Ελπίζεται ότι ο κόσμος θα συρρεύση αθρόως, υποστηρίζων δυστυχείς καταδιωκόμενους χριστιανούς». «Εφημερίς» 13 Σεπτεμβρίου 1896 Τα Αρμενικά Αρμένιοι εις Πειραιά «Δια του καταπλεύσαντος χθες εις Πειραιά αυστριακού ατμοπλοίου, αφίκοντο εκ Κων/πόλεως ολίγοι επιβάται, εν οις και τινες Αρμένιοι. Κατά τας πληροφορίας τούτων, αναχωρησάντων εκείθεν την παρελθούσαν Τρίτην, η κατάστασις ευρίσκεται εις το αυτό σημείον. Ο φόβος και ο τρόμος δεν εξέλειπεν εισέτι. Αι συλλήψεις των Αρμενίων και ιδίως των αέργων και υπόπτων εξακολουθούν, οι δε συλλαμβανόμενοι ρίπτονται εις τας φυλακάς, εξ ων εξέρχονται μόνον τα πτώματά των, τα οποία δέχεται κατόπιν ο Βόσπορος. Οι ελθόντες μακρόθεν και παρά τα Δαρδανέλλια είδον σκάφη πολεμικά, δεν διέκριναν όμως την σημαίαν των πλοίων τούτων». «Εστία» 16 Σεπτεμβρίου 1896 «Όσοι παρέχουν εργασίαν εις τους ατυχείς πρόσφυγας Αρμενίους, εκπληρούν έργον φιλανθρωπικόν. Ζητούν δε οι άνθρωποι εργασίαν δια να κερδίζουν τον άρτον της ημέρας. Ο διευθυντής του τροχιοδρόμου κ. Βωτύ παρέσχεν ήδη εργασίαν εις πολλούς εξ αυτών, προσλαβών αυτούς εις την υπηρεσίαν του σταύλου της εταιρίας και των εν γένει τροχιοδρόμων». «Εστία» 14 Νοεμβρίου 1896 Υποφέρουν δεινώς Ελάβομεν χθες την εξής επιστολήν ην επεκύρωσεν η επελθούσα καταστροφή: Κύριε Διευθυντά της «Εστίας» Αι ατυχείς οικογένειαι των Αρμενίων αι κατασκηνούσαι εν τω Κολωνώ πάσχουσι τα πάνδειν κατά την ώραν ταύτην του έτους ότε αι βροχαί, το ψύχος και οι άνεμοι επέπεσαν εφ’ ημάς. Αι σκηναί αυτών από ημερών δεν εστέγνωσαν και το έδαφος διαπεράται από άκρου εις άκρον υπό των υδάτων, σκεπάσματα είνε άγνωστος πολυτέλεια και επί πάσιν η πείνα λυμαίνεται άνδρας και γυναίκας και παιδιά. Μέχρι τούδε έζησαν σχεδόν αποκλειστικώς εκ των λειψάνων του τρυγητού των πέριξ αμπελώνων. Σήμερον και αυτά και τα φύλλα των αμπέλων έλειψαν. Η ελληνική φιλοξενία απεδείχθη λίαν πενιχρά δι’ αυτούς, αφ’ ου δεν κατωρθώθη να ευρεθή μηδέ εν οίκημα τουλάχιστοςν, όπου να μείνωσιν εντός τεσσάρων τοίχων προστατευόμενοι κατά των ανέμων. Δεν γνωρίζω αν υπάρχει επιτροπή τις Αρμενίων μεριμνώσα δια τους δυστυχείς τούτους. Οι εύποροι Αρμένιοι αντί να δαπανώσιν εις έκδοσιν εν μέσαις Αθήναις γαλλικών εφημερίδων, ας ουδείς αναγινώσκει, θα έπραττον δεξιώτερον αν διένεμον μικρόν τι σιτηρέσιον εις τας πρόσφυγας ταύτας οικογένειας, όπως συντηρήσωσι παρ’ αυταίς το σθένος του πατριωτισμού και καταστήσωσι το μαρτύριόν των ολιγώτερον πικρόν. Κατά τας διαβεβαιώσεις του φίλου μου και διαπρεπούς ιατρού κ. Κοτάνωφ πάντες σχεδόν οι εν Κολωνώ πρόσφυγες εκ πεντακοσίων περίπου ατόμων πάσχουσιν εκ γαστρικών και διαλειπόντων πυρετών, τα δε σπουδαιότερα νοσήματα αποβαίνουσι πάντα ως εκ των όρων τούτων του βίου αυτών θανάσιμα. Αιδώς και έλεος Αργείοι τε και Αρμένιοι, έλεος! Κ. Ιεροκλής Για το άρθρο χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα από το βιβλίο του Ιωσήφ Κασσεσιάν «Το φιλοαρμενικό κίνημα στην Ελλάδα και η μεγάλη ηθοποιός Ευαγγελία Παρασκευοπούλου».
|