Οι Αρμένιοι της Σάμου |
Παιδιά από την Σάμο και αρμενάκια με τις καλόγριες στην αυλή της σχολής του Αγίου Ιωσήφ
Ζακ Νταματιάν Απρίλιος- Ιούνιος 2016, τεύχος 89
Στη στρατιωτική μου θητεία, στο άκουσμα του αρμενικού ονόματός μου, ένας στρατιώτης αντέδρασε με ένα μειδίαμα. Αμέσως μου αποκάλυψε ότι η γιαγιά του ήταν Αρμένισσα από τη Σάμο και συχνά τον φίλευε τα γνωστά αρμενικά εδέσματα. Ήταν η πρώτη φορά που άκουγα για αρμένιους πρόσφυγες στο νησί του Πυθαγόρα. Στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, που βρίσκεται στην άλλοτε αριστοκρατική συνοικία Μαλαγάρι στην πόλη της Σάμου, κάποτε προσδόθηκε και το προσωνύμιο «ο Αρμένης», επειδή στην περιοχή κατοικούσαν πολλοί Αρμένιοι. Η αρχική αμοιβαία επιφυλακτικότητα στις σχέσεις τους με τους ντόπιους σταδιακά έδωσε τη θέση της στον αλληλοσεβασμό και την εκατέρωθεν συμπάθεια. Η πρώτη αναφορά για αρμενική παρουσία στο νησί μας παραπέμπει στο 1890, την εποχή της «Ηγεμονίας της Σάμου»1. Κατά το έτος αυτό, εγκαθίσταται και ιδρύει το εργαστήριό του στο Βαθύ ο Γκαρμπίς Μπεδικιάν, ένας από τους πρώτους φωτογράφους της Σάμου. Είναι η περίοδος που η τέχνη της φωτογραφίας εκλαϊκεύεται, διευρυνόμενη προς τα μεσαία στρώματα. Ο ίδιος, ωστόσο, παραμένει ο φωτογράφος της άρχουσας τάξης, παράγοντας αποτελέσματα υψηλής αισθητικής. Στο φακό του ποζάρουν ηγεμόνες, μητροπολίτες, λόγιοι, μαθητές και καθηγητές του Πυθαγορείου Γυμνασίου. Απαθανατίζει στιγμιότυπα από την απελευθέρωση του 1912. Το Μάιο του 1909 η ελληνομαθής Καγιανέ επισκέπτεται την πανελληνίως γνωστή εσώκλειστη Γαλλική Σχολή του Αγίου Ιωσήφ στη Σάμο. Ένα μήνα πριν είχε επιζήσει από τη σφαγή των Αρμενίων στα Άδανα με 30.000 θύματα. Διηγείται συγκλονιστικά γεγονότα. Μιλά για 3.000 ρακένδυτους και πεινασμένους Αρμένιους, που βρίσκουν καταφύγιο στη Γαλλική Σχολή των καλογριών στην πόλη. Κάποιοι μεταφέρονται στο αγγλικό προξενείο. Ο Πατέρας Γιουβ (Juve) προσπαθεί να κρύψει Αρμένιους στο εργοστάσιο ενός ιταλού εμπόρου. Χαρακτηριστική της ανείπωτης φρίκης είναι η εικόνα μιας ηλικιωμένης γυναίκας που έφερε στο κεφάλι οκτώ τραύματα από μαχαίρι. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το νησί δέχτηκε πολλούς πρόσφυγες, Έλληνες και Αρμένιους. Αρχικά εγκαταστάθηκαν σε σχολεία, εκκλησίες και μοναστήρια. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους Αρμένιους δείχνει ο καπουτσίνος Πατέρας Γκιουρέγ Ζοχραμπιάν, που επισκέπτεται τη Σάμο το 1924. Σπουδαίο ρόλο στο δύσκολο έργο της ανακούφισής τους διαδραματίζει η Ηγουμένη Αδελφή Μαρία Ματοσιάν, διευθύντρια του Αγίου Ιωσήφ. Στη Σχολή οι Αρμένισσες, παράλληλα με τα γράμματα, μάθαιναν χειροτεχνία και οικοκυρικά. Σε πολλές περιπτώσεις εργάζονταν μαζί τους και οι μητέρες τους. Σε αυτές τις συνθήκες κάνει την εμφάνισή της η εθνική ευεργέτης Δις Λέιλα Καραγκεοζιάν. Σε συνεργασία με τον Πατέρα Γκιουρέγ και την Αδελφή Μαρία, αναλαμβάνει υπό την προστασία της τις αρμενικές οικογένειες της Σάμου. Με συντονισμένες ενέργειες της Αδελφής Γενοβέφας Καντιφιάν και της Λέιλα, χειροτεχνήματα των Αρμενισσών πωλούνται σε φιλανθρωπικά «μπαζάρ» στη Νέα Υόρκη. Το αντίτιμο μέσω της Ηγουμένης διανέμεται στους δικαιούχους. Στη Σάμο του μεσοπολέμου ανθεί το εμπόριο δερμάτων, λαδιού και καπνού. Οι επιχειρήσεις επεξεργασίας καπνού αναζητούν φθηνά εργατικά χέρια, κυρίως γυναίκες. Η Αδερφή Μαρί αποτρέπει με προσωπικές θυσίες τα αρμενόπαιδα από αυτές τις δουλειές, ώστε να συνεχίσουν τη μόρφωσή τους. Οι Αρμένιοι ασχολούνται κυρίως με το εμπόριο και τις τέχνες. Για τη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των μελών της παροικίας, οργανώνονται αρμενικές βραδιές με παραδοσιακά και εκκλησιαστικά άσματα υπό τη συνοδεία μουσικών οργάνων. Το κλείσιμο γίνεται πάντα με τον αρμενικό Εθνικό Ύμνο. Ο τεχνίτης ρολογιών Κρικόρ Μπασματζιάν, ηγετική φυσιογνωμία της κοινότητας, φέρνει από την Αθήνα την εφημερίδα «Νορ Ορ» (προάγγελος της σημερινής Αζάτ Ορ). Σε συναντήσεις με άλλους συμπατριώτες γίνεται κριτική επί άρθρων. Παράλληλα, ο αδερφός του εκδίδει το περιοδικό «Χάι Πουζ». Κατά τη διάρκεια της γερμανοϊταλικής Κατοχής, ο Κρικόρ αναπτύσσει αντιστασιακή δραστηριότητα. Αψηφώντας τους κινδύνους, στέλνει πολεμοφόδια στους αρμένιους αγωνιστές. Η σύζυγός του Χασμίκ, ψυχοκόρη της Αδερφής Μαρί, πρωτοστατεί στην παρασκευή μπομπότας για τον εξαθλιωμένο λαό. Αργότερα θα της δοθεί ο «τίτλος τιμής» Μαντάμ Μπομπότα. Όταν η αρμένισσα σύζυγος του γερμανού διοικητή της Σάμου την πληροφορεί ότι οι Ναζί ετοιμάζονται να στείλουν τους Εβραίους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αναλαμβάνει δράση. Το εβραϊκό στοιχείο του νησιού αριθμούσε περίπου σαράντα οικογένειες. Γενικά ήταν εύποροι. Η κοινότητά τους διέθετε συναγωγή και νεκροταφείο. Η κα Χασμίκ, συνεργαζόμενη με άλλες τρεις γυναίκες, επιτυγχάνει την ασφαλή διαφυγή τους στην Τουρκία. Στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια οι Αρμένιοι δραστηριοποιούνται σε διάφορους τομείς της κοινωνικής ζωής της Σάμου. Ο Πατέρας Γκιουρέγ, η Αδερφή Μαρία και η Δις Λέιλα φροντίζουν, ώστε να παρέχεται οικονομική βοήθεια σε ελληνικά και αρμενικά σχολεία. Σταδιακά, όμως, η παροικία συρρικνώνεται. Με την παύση της λειτουργίας του καφεκοπτείου των Ντερντεριάν πριν από λίγα χρόνια, κλείνει οριστικά ο κύκλος της. Απομεινάρια επιγραφών σε κτίρια και εγκαταστάσεις έμειναν για να θυμίζουν τη σεμνή και συνάμα δημιουργική παρουσία των Αρμενίων στο όμορφο νησί του Ανατολικού Αιγαίου.
1Η Σάμος μετείχε ενεργά στην Επανάσταση του 1821. Το 1835 της αποδόθηκε ένα καθεστώς ιδιότυπης αυτονομίας, με την ονομασία «Ηγεμονία της Σάμου». Το 1912 απελευθερώθηκε οριστικά.
Πηγές: 1. «Հայերու ներկայութիւնը Սամոսի մէջ» (Η παρουσία των Αρμενίων στη Σάμο) Δρ. Γκιραγκός Μπασματζιάν. Ετήσια έκτακτη έκδοση της αρμενικής εφημερίδας «Αζάτ Ορ», 1999. 2. «Καραμπέτ Γκεδικιάν φωτογράφος του Ηγεμόνος της Σάμου» Αγκόπ Τζελαλιάν. Έκτακτη έκδοση της αρμενικής εφημερίδας «Νορ Ασχάρ», 2007 - 2010. 3. «Η Γαλλική σχολή των καλογρεών του Αγίου Ιωσήφ στη Σάμο» Σπυρός Γαούτσης, Αθήνα 2001. |