Η αρμενική κοινότητα του Αμαρουσίου Εκτύπωση E-mail

 

Οβαννές Γαζαριάν

 

Φαί­νε­ται πράγ­μα­τι πα­ρά­δο­ξο άν­θρω­ποι φτω­χοί και κα­τα­τρεγ­μέ­νοι πρό­σφυ­γες, να βρί­σκουν α­πά­γκιο σε μια «κα­λή» πε­ριο­χή των βο­ρεί­ων προ­α­στί­ων. Εί­ναι ό­μως έ­τσι; Ας ξε­τυ­λί­ξου­με το κου­βά­ρι της ι­στο­ρί­ας μιας μι­κρής προ­σφυ­γι­κής κοι­νό­τη­τας -α­πό τις πολ­λές που δη­μιουρ­γή­θη­καν το 1922 στην Ατ­τι­κή- η ο­ποί­α ό­μως εί­χε πολ­λά α­ξιο­πε­ρί­ερ­γα στοι­χεί­α που την έ­κα­ναν να δια­φέ­ρει α­πό τις υ­πό­λοι­πες.

Το Μα­ρού­σι ή πιο σω­στά το Α­μα­ρού σιον, ό­πως γρά­φει η πι­να­κί­δα στον κα­λαί­σθη­το σταθ­μό του η­λε­κτρι­κού σιδη­ρο­δρό­μου της πό­λης, το 1922 δεν εί­χε κα­μί­α σχέ­ση με το ση­με­ρι­νό πο­λύ­βουο προ­ά­στιο των με­γά­λων ε­ται­ριών της λε­ω­φόρου Κη­φι­σί­ας. Ή­ταν έ­να χω­ριό της Ατ­τι­κής πο­λύ μα­κριά -για την ε­πο­χή- α­πό το κέ­ντρο της Α­θή­νας. Στο χω­ριό λοι­πόν του φτω­χού νε­ρου­λά που έ­δω­σε το πρώ­το και μεγαλύτερο μέχρι σήμερα Ο­λυ­μπιακό με­τάλλιο στην Ελ­λά­δα, βρέ­θη­καν λί­γες οι­κο­γέ­νειες αρμε­νί­ων προ­σφύ­γων το 1922, στις ο­ποί­ες τα ε­πό­με­να 2-3 χρό­νια προ­στέ­θη­καν κι άλ­λες, που έ­φτα­σαν ε­κεί α­πό διά­φο­ρα νη­σιά και πό­λεις της Ελ­λά­δας. Το 1926 κα­τοι­κού­σαν στο Μα­ρού­σι πε­ρί­που 120 οι­κο­γέ­νειες. Ε­δώ ξε­κι­νά­νε τα πα­ρά­δο­ξα και οι δια­φο­ρές αυ­τής της κοινό­τη­τας. Ε­νώ σε ό­λες τις άλ­λες πε­ριο­χές της Α­θή­νας (Δουρ­γού­τι, Και­σα­ρια­νή, Συγ­γρού, Βύ­ρω­νας) και του Πει­ραιά (Κοκ­κι­νιά, Λι­πά­σμα­τα, Ά­σπρα Χώ­μα­τα κ.α.) μα­ζί με τους Αρ­μενί­ους εί­χαν ε­γκα­τα­στα­θεί και Έλ­λη­νες Μι­κρα­σιάτες, δί­νο­ντας έ­τσι έ­ναν χα­ρα­κτή­ρα προ­σφυ­γού­πο­λης σε αυ­τές, στο Μα­ρού­σι α­ντί­θε­τα, υ­πήρ­χαν ε­λά­χι­στοι πρό­σφυ­γες πριν φτά­σουν ε­κεί οι Αρ­μέ­νιοι, οι ο­ποί­οι είναι ά­γνω­στο για­τί ε­γκα­τα­στά­θη­καν τό­σο μα­κριά α­πό τα κέ­ντρα υ­πο­δο­χής των ο­μο­ε­θνών τους.

Ό­πως και στις υ­πό­λοι­πες πε­ριοχές, έ­τσι κι ε­κεί, μό­λις τα­κτο­ποι­ή­θη­καν το πρώ­το τους μέ­λη­μα ή­ταν το πώς θα δια­φυ­λά­ξουν την αρ­με­νι­κό­τη­τά τους. Έ­τσι, μια χού­φτα άν­θρω­ποι κα­τά­φε­ραν να δη­μιουρ­γή­σουν στα τέ­λη της δε­κα­ε­τί­ας του ’20 ό­χι έ­να, αλ­λά δύ­ο σχο­λεί­α. Το πρώ­το στην «κά­τω γειτο­νιά» (βα­ρί ταγ), ό­που κα­τοι­κού­σαν οι μισοί πε­ρί­που και το δεύ­τε­ρο στην «πά­νω γει­το­νιά» (βε­ρί ταγ).

Η «κά­τω γει­το­νιά» α­πλωνόταν στο τρί­γω­νο α­νά­με­σα α­πό τον ση­με­ρι­νό σταθ­μό του η­λε­κτρι­κού έ­ως την πλα­τεί­α Α­μα­ρου­σί­ου και μέ­χρι την πε­ριο­χή των ε­μπο­ρικών κέ­ντρων, α­πέ­να­ντι α­πό το πα­λιό ερ­γοστά­σιο της Ή­βη, στη λε­ω­φό­ρο Κη­φι­σί­ας. Η «πά­νω γει­το­νιά» βρισκόαν στα δε­ξιά της Κη­φι­σί­ας, α­πό τη λε­ω­φό­ρο Με­λισ­σί­ων προς το δά­σος του Συγ­γρού. Το σχο­λεί­ο της «κά­τω γει­το­νιάς» που α­νή­κε στην Αρ­με­νι­κή Έ­νω­ση Α­γα­θο­ερ­γί­ας (Παρεκορτζα­γκάν), λει­τούρ­γη­σε μέ­χρι το 1936, ε­νώ της «πά­νω γει­το­νιάς» α­νή­κε στον Αρ­με­νι­κό Κυα­νού Σταυ­ρό και λει­τούρ­γη­σε μέ­χρι το 1947. Στο δεύ­τε­ρο υ­πη­ρέ­τησαν οι δά­σκα­λοι Κα­λού­στ Τσο­μα­κλιάν, Πε­γκρου­ή Α­τα­να­σιάν και Σό­να Γα­ζα­ριάν. Ε­πί­σης, δη­μιουργή­θη­καν πα­ραρ­τή­μα­τα του Αρ­με­νι­κού Κυα­νού Σταυ­ρού και της Έ­νω­σης Αρ­με­νί­ων Α­θλη­τών «Χο­με­νε­τμέν».

Ο Αρ­με­νι­κός Κυα­νούς Σταυ­ρός με τη συν­δρο­μή της γνω­στής φι­λαρ­μέ­νιας Ελβε­τί­δας Μις Μαί­ρη, η ο­ποί­α κα­τοι­κού­σε στο Μα­ρού­σι στην «κά­τω γει­το­νιά», ε­πι­τέ­λε­σε ση­μα­ντι­κό έρ­γο βο­η­θώ­ντας φτωχούς, αρ­ρώ­στους, μι­κρά παι­διά κα­θώς και τα σχο­λεί­α. Το Χο­με­νε­τμέν διατη­ρού­σε προ­σκο­πι­κό σύ­στη­μα και πο­δο­σφαι­ρι­κή ομά­δα, η ο­ποί­α α­γω­νι­ζό­ταν στο το­πικό πρω­τά­θλη­μα και έ­δι­νε συ­χνά α­γώ­νες με τις α­ντί­στοι­χες ο­μά­δες της Α­θή­νας και του Πει­ραιά. Φυσικά ούτε αυτό μπορούσε να ξεφύγει από τις διαφοροποιήσεις που αναφέραμε στην αρχή, καθώς ήταν η μο­να­δι­κή αρ­μενι­κή ο­μά­δα με ι­διό­κτη­το γή­πε­δο, το ο­ποί­ο κα­τα­σκευά­στη­κε κο­ντά στον η­λε­κτρι­κό σταθ­μό τη δε­κα­ε­τία του ’50, σε κτή­μα που πα­ρα­χω­ρήθη­κε α­πό Αρ­μέ­νιο της πε­ριο­χής και χρησι­μο­ποι­ή­θη­κε σχε­δόν μέ­χρι τη διά­λυσή της.

Παραδόξων και διαφοροποιήσεων συ-νέχεια θα μπο­ρούσα­με να χα­ρα­κτη­ρί­σουμε και τη σχε­τι­κά ή­πια γερ­μα­νι­κή κα­το­χή που πέ­ρα­σαν οι Αρ­μέ­νιοι μα­ζί με τους υ­πό­λοι­πους Μα­ρου­σιώτες - συ­γκρι­τι­κά πά­ντα με την υ­πό­λοι­πη Ατ­τική- λό­γω του θαυ­μα­σμού που έ­τρε­φε ο Χί­τλερ για τον Σπύ­ρο Λού­η (τον εί­χε πα­ρα­ση­μο­φο­ρή­σει αυ­το­προ­σώ­πως κα­τά τη διάρ­κεια της Ο­λυ­μπιά­δας του Βε­ρο­λί­νου το 1936), κάτι που έκανε τους Γερμανούς να έχουν καλή συμπεριφορά απέναντι στους συντοπίτες του.

Με­τά την α­πε­λευ­θέ­ρω­ση, ο ε­πα­ναπα­τρι­σμός του ’47 συρ­ρί­κνω­σε την ή­δη μι­κρή αυ­τή κοι­νό­τη­τα, με α­πο­τέ­λε­σμα να α­πο­μεί­νουν μό­νο 250 ά­το­μα. Τα μο­να­δι­κό σχο­λεί­ο που εί­χε α­πομείνει έ­κλει­σε, ε­νώ το πα­ράρ­τη­μα του Κυα­νού Σταυ­ρού δια­λύ­θη­κε στις αρχές του ’50, ε­νώ η πο­δο­σφαι­ρι­κή ο­μά­δα δια­τη­ρή­θη­κε σχε­δόν μέ­χρι τα τέλη της δε­κα­ε­τί­ας.

Πα­ρά τη διά­λυ­ση των ορ­γα­νώ­σε­ων τους, οι ε­να­πο­μεί­να­ντες Αρ­μέ­νιοι δεν έ­χασαν την αρ­με­νι­κό­τη­τά τους. Η ε­πέ­κτα­ση του η­λε­κτρι­κού μέ­χρι την Κη­φι­σιά το ’56 έ­κανε πιο εύ­κο­λη τη συ­γκοι­νω­νί­α, έ­σπα­σε την α­πο­μό­νω­ση με την υ­πό­λοι­πη πα­ροι­κί­α και έ­κα­νε ευ­κο­λό­τε­ρη τη συμ­με­το­χή τους στις εκ­δη­λώ­σεις της.

Οι Αρ­μέ­νιοι στην το­πι­κή κοι­νω­νί­α ή­ταν πά­ντα ση­μεί­ο α­να­φο­ράς. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό είναι -και ίσως το κλείσιμο του κύ-κλου των διαφοροποιήσεων- ό­τι οι αρ-μέ­νιοι σι­δε­ρά­δες (ε­πάγ­γελ­μα έξω από τα παραδοσιακά των Αρ­με­νίων), α­πο­τε­λού­σαν με­τα­πο­λε­μι­κά την πλειο­ψη­φί­α στο Μα­ρού­σι και ή­ταν ε­ξαι­ρε­τι­κοί τε­χνί­τες, πε­ρι­ζή­τη­τοι στα βό­ρεια προ­ά­στια, κα­θώς και οι αρμέ­νιοι ρά­φτες της περιοχής θε­ω­ρού­νταν α­πό τους κα­λύ­τε­ρους. Στο Μα­ρού­σι λει­τούρ­γη­σε το δη­μο­τι­κό σχο­λεί­ο της Γε­νι­κής Αρ­με­νι­κής Έ­νω­σης Α­γα­θο­ερ­γί­ας (Παρεκορ­τζα­γκάν) το 1957 αρ­χι­κά κο­ντά στο σταθ­μό του η­λε­κτρι­κού και με­τά στον Πα­ρά­δει­σο Α­μα­ρου­σί­ου. Το 1966 με­ταφέρθη­κε στο ι­διό­κτη­το κτή­ριο στο Π. Φά­λη­ρο.

Ή­ταν το λυ­κό­φως της ορ­γα­νω­μέ­νης αρμε­νι­κής κοι­νό­τη­τας στο Μα­ρού­σι. Σή­με­ρα στην πε­ριο­χή έ­χουν α­πο­μεί­νει πε­ρί­που 20-30 οι­κο­γένειες, τε­λευ­ταί­οι φύ­λα­κες μιας κοι­νό­τη­τας που αποτέλεσε εκείνη την πινελιά η οποία ένα γλυκό, δια­φο­ρε­τικό τόνο και χρώ­μα στον καμ­βά της αρ­με­νι­κής πα­ροι­κί­ας της Ατ­τι­κής.

 

Share
 

Για να εξασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία του ιστότοπου, μερικές φορές τοποθετούμε μικρά αρχεία δεδομένων στον υπολογιστή σας, τα λεγόμενα «cookies». Οι περισσότεροι μεγάλοι ιστότοποι κάνουν το ίδιο. Περισσότερα...

"Δέχομαι"

Kantsaran Banner

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΩΝ

typografia


διαφήμιση στο αρμενικά

armenian community

Online Επισκέπτες

Έχουμε 29 επισκέπτες συνδεδεμένους