Ίδρυμα «Aurora» Μετάφραση Ρουπέν Βαρτιάν Ιανουάριος- Μάιος 2020, τεύχος 103
Οι στρατιωτικοί εκπαιδεύονται να ακολουθούν εντολές και αυτοί που αντιστέκονται και δεν υπακούν τους ανωτέρους αντιμετωπίζουν την βαριά ποινή της ανυποταγής. Ο Louis Dartige du Fournet (2 Μαρτίου 1856 – 16 Φεβρουαρίου 1940), αντιναύαρχος της γαλλικής ανατολικής μοίρας, απέκλεισε τις οθωμανικές ακτές κοντά στη Συρία το 1915, γνωρίζοντας ποιες θα μπορούσαν να είναι οι συνέπειες εάν έπαιρνε την κατάσταση στα χέρια του. Παρόλα αυτά, διέταξε τη διάσωση πάνω από 4000 Αρμενίων αντρών, γυναικών και παιδιών από βέβαιο θάνατο κοντά στους πρόποδες του όρους Μούσα, το οποίο, πλέον, βρίσκεται στη νοτιοανατολική Τουρκία. Ο Dartige δεν φανταζόταν πώς θα αντιδρούσαν οι ανώτεροί του στις εντολές του, όμως δεν περίμενε ούτε λεπτό για να το μάθει. Γνώριζε καλά τον γραφειοκρατικό εφιάλτη που θα ακολουθούσε για την παρέμβαση σε μια τέτοια σύγκρουση. Όμως, ο χρόνος που διέθετε ήταν λιγοστός. Η ιστορία ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1915, όταν το συμβούλιο έξι αρμενικών χωριών αψήφησε τις εντολές των Οθωμανών σχετικά με τις απελάσεις. Στις 30 Ιουλίου, μερικοί από τους Αρμένιους κατοίκους υπάκουσαν στις οδηγίες των Οθωμανών και εν τέλει σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια πορειών θανάτου στις συριακές ερήμους. Άλλοι -μια ομάδα σχεδόν 5000 Αρμενίων- εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και βρήκαν καταφύγιο στους πρόποδες του Μούσα, στη βόρεια κορυφή της Αντιόχειας, όπου επέδειξαν μεγάλα δείγματα ανδρείας και ισχυρής αντίστασης απέναντι στα οθωμανικά στρατεύματα, χτίζοντας προσωρινά οχυρά περιμετρικά του όρους. Το εντυπωσιακό είναι ότι μεταξύ των 5000 Αρμενίων που είχαν καταφύγει στο βουνό μόνο οι 600 από αυτούς ήταν στρατιώτες, και τα όπλα που διέθεταν ήταν λίγα. Όμως, η χαρακτηριστική αποφασιστικότητα και η πειθαρχία τους αρκούσαν για να βγουν νικητές από αυτή τη δοκιμασία. Αρχικά οι Αρμένιοι μαχητές αντιστάθηκαν ηρωικά, όμως, με συνεχώς μειούμενες ποσότητες φαγητού και πυρομαχικών, η κατάσταση γρήγορα επιδεινώθηκε. Σε μια προσπάθεια να προσελκύσουν την προσοχή των συμμαχικών πολεμικών πλοίων, οι μαχητές ύψωσαν δυο σημαίες φτιαγμένες από σεντόνια, οι οποίες φαίνονταν από τη θάλασσα. Στη μια σημαία υπήρχε ένας κόκκινος σταυρός, ενώ η δεύτερη έγραφε «χριστιανοί σε κίνδυνο». Ελπίζοντας ότι θα τραβήξουν ακόμα περισσότερο την προσοχή, άναψαν φωτιές γύρω από τις σημαίες. Στις 5 Σεπτεμβρίου 1915, μετά από σχεδόν ένα μήνα συνεχόμενης μάχης, το πλήρωμα του γαλλικού στόλου «The Guichen» πρόσεξε τα εκπεμπόμενα σήματα. Ο Πίτερ Ντιμλακιάν, μέλος της αντίστασης, επιβιβάστηκε στο πλοίο και μίλησε απευθείας με τον Γάλλο επικεφαλής. Ο Γάλλος αναχώρησε με την υπόσχεση ότι δεν θα μείνει άπραγος επί του θέματος. Ως αντιναύαρχος, ο Dartige du Fournet έγραψε στο ημερολόγιό του στις 6 Σεπτεμβρίου του 1915: «Ελήφθη τηλεγράφημα που αναφέρεται στο ζήτημα του Μούσα και σαλπάραμε με κατεύθυνση τη φρεγάτα Jeanne d’ Arc». Την επόμενη μέρα η «Jeanne d’ Arc» προσέγγισε την ακτή στο πλαίσιο μιας αναγνωριστικής αποστολής. Ο Ντικράν Αντρεασιάν, ένας εκ των Αρμενίων ηγετών, ανέβηκε στη φρεγάτα και παρακάλεσε να απομακρυνθεί ο άμαχος πληθυσμός οι γυναίκες, τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι. Για ακόμη μια φορά, το γαλλικό ναυτικό υποσχέθηκε να παράσχει βοήθεια. «Συνειδητοποίησα πως ήταν υποχρέωσή μας να βοηθήσουμε αυτούς τους δύσμοιρους ανθρώπους», έγραψε ο du Fournet στο ημερολόγιό του. Έστειλε ένα επείγον τηλεγράφημα στους ανώτερούς του, όπως εξάλλου όφειλε, όμως δεν έπαψε να είναι τρομερά ανήσυχος, εφόσον γνώριζε πολύ καλά την περίπλοκη γραφειοκρατία που υπήρχε πίσω στη Γαλλία. Παίρνοντας ένα τεράστιο ρίσκο για την προσωπική του καριέρα, ο du Fournet πήρε την πρωτοβουλία και έδωσε την εντολή όλες οι ναυτικές μονάδες να είναι σε ετοιμότητα κοντά στο όρος Μούσα, ώστε να ξεκινήσουν άμεσα οι διαδικασίες εκκένωσης. Όπως είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο ίδιος, «ο χρόνος είναι πενιχρός, και οποιαδήποτε κι αν είναι η απάντηση των ανωτέρων, είναι απαραίτητο να τους απομακρύνουμε όλους». O αντιναύαρχος, εκτός των άλλων, επικοινώνησε και με τις αγγλικές αρχές σε Κύπρο και Αίγυπτο, ζητώντας την παροχή καταφυγίων για τους πρόσφυγες. Παρόλο που αρχικά το αίτημά του απορρίφθηκε, σύντομα κατάφερε να πείσει τους συμμάχους να στήσουν προσφυγικό καταυλισμό στην Πορτ Σαΐντ της Αιγύπτου, δίχως την έγκριτη συναίνεση των υψηλόβαθμων στελεχών. Στις 10 Σεπτεμβρίου του 1915, τη 41η μέρα της αντίστασης, δυο γαλλικά πολεμικά πλοία ξεκίνησαν να βομβαρδίζουν οθωμανικά φυλάκια περιμετρικά του Μούσα στο πλαίσιο μιας επιχείρησης κάλυψης. Στις 12 Σεπτεμβρίου, πέντε γαλλικά πλοία -«Le Guichen», «L’Amiral Charner», «Le Desaix», «La Foudre» και το «Le D’ Estrées»- προσέγγισαν την ακτή, έριξαν τις άγκυρες και προσθαλάσσωσαν τα βοηθητικά σκάφη. Ο Ντικράν Τεκεγιάν, αρμενικής καταγωγής αξιωματικός του «Le Desaix», συντόνισε την επιχείρηση διάσωσης, η οποία διήρκησε τρεις μέρες. Πρώτα απομακρύνθηκαν οι γυναίκες, τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι, κι ακολούθησαν οι ένοπλες δυνάμεις. Σημειώνεται πως κατά τη διάρκεια της επιχείρησης διεσώθησαν 4058 άτομα. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονταν 1563 παιδιά, πολλά από τα οποία είχαν γεννηθεί κατά τη διάρκεια της επιχείρησης. Μερικά από τα παιδιά που επιβιβάστηκαν στο πλοίο μετέπειτα ονομάστηκαν Guichen προς τιμήν του πρώτου πλοίου που πρόσεξε την έκκληση βοήθειας και έσπευσε να βοηθήσει. «Υπήρχαν πολλά κακόμοιρα μικρά νεογέννητα τυλιγμένα με πετσέτες μεταξύ των διασωθέντων. Τα παιδιά περνούσαν από χέρι σε χέρι για να προστατευτούν από τη λύσσα της θάλασσας και των κυμάτων. Κατάφεραν να σωθούν μέσω θαλάσσης, και ποτέ δεν θα καταλάβουν από τι κίνδυνο κατάφεραν να ξεφύγουν», ανέφερε ο du Fournet στο προσωπικό του ημερολόγιο. Όταν οι πρόσφυγες έφτασαν αισίως στην Αίγυπτο, τους προσφέρθηκε καταφύγιο, φαγητό, υγιεινή φροντίδα και εκπαίδευση, όλα χάρη στις διαπραγματεύσεις που είχε επιτύχει ο Dartige. Τρεις μήνες μετά την επιχείρηση εκκένωσης, ο Dartige έλαβε απάντηση από τις γαλλικές αρχές για το αρχικό του τηλεγράφημα. Η απάντηση δεν περιείχε παρά μόνο μια φράση στα γαλλικά: «Où se trouve mont Moise?» (Πού βρίσκεται το όρος του Μωυσή;). Η απάντηση αυτή αποδεικνύει περίτρανα πόσο διορατική και σωτήρια ήταν η απόφαση του du Fournet να μην αναμένει την ανταπόκριση των ανωτέρων του και να δράσει αυτοβούλως. Στην ατυχή περίπτωση που ο Dartige επέμενε να τηρηθούν πλήρως όλες οι διαδικασίες, κανείς δεν θα είχε διασωθεί. Μέχρι τον θάνατό του εν έτει 1940, και για πολλές ακόμα δεκαετίες, ο ηρωισμός του du Fournet δεν είχε γίνει γνωστός στο ευρύ κοινό. Ωστόσο, το 2010, ο Τοβμάς Αϊνταμπιάν, απόγονος ενός επιζώντα από το όρος Μούσα, διεξήγαγε έρευνα για τη ζωή τού αντιναυάρχου και βρήκε το νεκροταφείο όπου κείτεται η σωρός του. Με την ανακάλυψη αυτή διοργανώθηκε επιμνημόσυνη δέηση εις μνήμην του Dartige du Fournet, γνωστοποιώντας έτσι την ιστορία του. Ο τάφος του Dartige αποτελεί τόπο προσκυνήματος τόσο για τους Αρμένιους όσο και για τους Γάλλους, οι οποίοι αποτίουν φόρο τιμής σε έναν άνθρωπο που ρίσκαρε τόσα πολλά για να σώσει ακόμα περισσότερους.
|