Ντιάνα Αγαμπέκ Απκάρ |
Η ΠΡΩΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΗΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Η Σταυροφόρος στη χώρα του ανατέλλοντος ηλίου Tης Έρνα Ρεβάζοβα Μετάφραση από τα Ρωσικά - Αναχίτ Ναλμπαντιάν Επιμέλεια κειμένου - Σαρκίς Αγαμπατιάν Oκτωβριος – Δεκέμβριος 2014 τεύχος 83
Οι Ιάπωνες ονόμαζαν την Ντιάνα «μικρή μητέρα των Αρμενίων», μια γυναίκα που έφερε την επανάσταση σε μια συντηρητική και ανδροκρατούμενη ιαπωνική κοινωνία, αποκτώντας κύρος και σεβασμό σε θέματα πολιτικής. Οι επιτυχίες της βασίζονταν στην απεριόριστη αγάπη της για την Αρμενία και την απέραντη πίστη της στο Θεό. Πάντα έβρισκε τη δύναμη και τον τρόπο να είναι χρήσιμη στους κυνηγημένους από τη μοίρα συμπατριώτες της. Τα κείμενά της γύρω από τα προβλήματα και τις προσδοκίες των Αρμενίων, προκαλούσαν πάντα την προσοχή των ισχυρών κρατών. Η Ιαπωνία υπήρξε μια από τις πρώτες χώρες που αναγνώρισαν την ανεξαρτησία της Αρμενίας, χάρη στην Ντιάνα Αγαμπέκ Απκάρ. Έλαβε το βαθμό του Γενικού Πρόξενου της πρώτης Δημοκρατίας της Αρμενίας στην Άπω Ανατολή και έτσι έγινε η πρώτη γυναίκα διπλωμάτης στον κόσμο. Στις αρχές του 20ού αιώνα η κυβέρνηση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας εξόντωσε ενάμισι εκατομμύριο Αρμένιους, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που επέζησαν της Γενοκτονίας του 1915, διασκορπίστηκαν σ’ όλο τον κόσμο, στα πέρατα της οικουμένης. Στην ιαπωνική πόλη της Γιοκοχάμα οι φήμες ανέφεραν για μια γυναίκα που προσφέρει βοήθεια στους Αρμένιους. Η Ντιάνα Αγαμπέκ Απκάρ συναντούσε τους πρόσφυγες στο λιμάνι, τους παρείχε στέγη, τροφή και ετοίμαζε τα έγγραφα για την εγκατάστασή τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μάλιστα για να εισέλθει κανείς στην Ιαπωνία εκείνη την εποχή, θα έπρεπε να διαθέτει πολλά χρήματα ως εγγύηση, τη στιγμή που οι περισσότεροι πρόσφυγες δεν είχαν καν διαβατήριο που να πιστοποιεί την αρμενική τους καταγωγή. Η Απκάρ κατάφερε να πείσει την ιαπωνική κυβέρνηση να ακυρώσει αυτήν τη διάταξη νόμου για τους Αρμένιους που διέρχονταν μέσω Ιαπωνίας. Οι επιτυχίες της οφείλονταν στην ικανότητά της να βρίσκει κοινή γλώσσα με τους ανθρώπους της εξουσίας, στην έμφυτη ευγένεια, στις λογικές υποχω-ρήσεις, στη διορατικότητα και στην αστείρευτη υπομονή της. Οι γνώσεις ξένων γλωσσών, η αιχμηρή σκέψη, η λαμπερή εμφάνιση και η άψογη συμπεριφορά της, την βοήθησαν ώστε ν’ αναπτύξει φιλανθρωπική δράση και παράλληλα να βοηθήσει στην επέκταση της οικογενειακής επιχείρησης. Η Ντιάνα γεννήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 1859 στη Ραγκούν, πρωτεύουσα της Βιρμανίας (σημερινή Μυανμάρ). Το κοριτσάκι που βαφτίστηκε με τ’ όνομα Καγιανέ ήταν το μικρότερο παιδί της οικογένειας του επιτυχημένου επιχειρηματία από τη Νέα Τζούλφα, Οβανές Αγαμπέκ και της συζύγου του Ζμρούχτ. Σπούδασε στην «Ανατολική Σχολή» της Καλκούτας. Εκεί, συνάντησε τον πρώτο της έρωτα. Όπως η οικογένεια της Ντιάνας, έτσι και οι γονείς του Μικαέλ Απκαριάν (Μάικλ Απκάρ) είχαν μετακομίσει στην Ινδία από τη Νέα Τζούλφα. Πολλοί εύποροι Αρμένιοι προτίμησαν να έρθουν στη βρετανική επικράτεια, όταν η κυβέρνηση της Περσίας είχε επιβάλει δυσβάστακτους φόρους και εμπορικούς δασμούς. Η Ντιάνα και ο Μικαέλ παντρεύτηκαν στις 12 Ιουνίου 1889 στη Ραγκούν, στην αρμενική εκκλησία του «Σουρπ Κρικόρ» (Αγίου Γρηγορίου). Πέρασαν τον μήνα του μέλιτος στην Ιαπωνία, όπου δύο χρόνια μετά το γάμο τους και τη γέννηση της κόρης τους, ο Μικαέλ μετέφερε την επιχείρησή του. Στην αρχή η οικογένεια έμενε στην πόλη Κόμπε, όμως σύντομα εγκαταστάθηκαν στη Γιοκοχάμα, στην περιοχή Γιαμάτα, όπου ζούσαν εύποροι ξένοι. Το 1891, η Ντιάνα γέννησε το γιο της Μικαέλ, ενώ ένα χρόνο μετά εξέδωσε το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Σουζάν». Στη Γιοκοχάμα γεννήθηκαν οι δύο κόρες της Ντιάνας και του Μικαέλ καθώς και οι δύο γιοι τους που πέθαναν σε βρεφική ηλικία. Το 1906 το νήμα της ζωής του Μικαέλ, του πατέρα, διακόπηκε ξαφνικά μετά από ένα τροχαίο ατύχημα, αφήνοντας ορφανή την οικογένεια και την επιχείρηση με πολλά χρέη. Τότε, η Ντιάνα ανέλαβε τη διοίκηση της εμπορικής επιχείρησης και του ξενοδοχείου της «Μεγάλης Ανατολής». Επιχειρηματίας δραστήρια και αποφασιστική, πλήρωσε τα χρέη του συζύγου της και άνοιξε Εμπορικό Κέντρο, ασκώντας με επιτυχία εμπορικές δραστηριότητες με την Κίνα, τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Έγραφε βιβλία, πραγματοποιούσε σεμινάρια για τη μοίρα του αρμενικού λαού και συνέχιζε τη φιλανθρωπιστική της δράση. Η Ντιάνα συνδύασε τις επιχειρήσεις με τη διπλωματική της ιδιότητα βοηθώντας τους αρμένιους πρόσφυγες, ενώ διέθεσε και το σπίτι της ως προσωρινό καταφύγιο. Στην Άπω Ανατολή η Ντιάνα βοηθούσε κάθε Αρμένιο που βρισκόταν σε δύσκολη θέση και αγνοούσε τη γλώσσα, τις παραδόσεις και τα έθιμα της περιοχής. Στις αστυνομικές αρχές μια μόνο λέξη της αρκούσε για να λυθεί οποιοδήποτε πρόβλημα καθώς είχε μεγαλύτερη βαρύτητα από τα επίσημα έγγραφα. Μετά από αίτημα της ιαπωνικής κυβέρνησης, οι διπλωματικές αρχές των Η.Π.Α. και της Μ. Βρετανίας έδωσαν άδεια και επιδόματα στους Αρμένιους ώστε να μπορέσουν να μεταναστεύσουν στις χώρες τους, ενώ οι ναυτιλιακές εταιρίες παρείχαν σημαντικές εκπτώσεις στα ναύλα. Όταν ο ενήλικος Μικαέλ ανέλαβε την οικογενιακή επιχείρηση, η Ντιάνα αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στις φιλανθρωπικές δραστηριότητες και τη συγγραφή. Εξασφάλισε χρηματικά ποσά μέσω του αμερικανικού οργανισμού αρωγής Near East Relief, που είχε ιδρυθεί το 1915 για παροχή βοήθειας στους Αρμένιους |