
Μάρντικ Μαρντικιάν Ιανουάριος- Μάιος 2020, τεύχος 103
Φέτος συμπληρώνονται εκατό χρόνια από την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών, ενός κειμένου που ακόμη και στις μέρες μας αποτελεί τη νομική βάση των εδαφικών διεκδικήσεων του αρμενικού λαού από την Τουρκία, τη διάδοχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που είχε συνυπογράψει την προαναφερόμενη συνθήκη. Η συνθήκη των Σεβρών υπογράφηκε στις 10 Αυγούστου 1920, μετά τη λήξη του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου -που ως γνωστόν άφησε στο πέρασμά του περίπου 24.000.000 θύματα και τεράστιες καταστροφές- από τα εξής κράτη: Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Βέλγιο, Αρμενία, Ελλάδα, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Γιουγκοσλαβία, Τσεχοσλοβακία και Τουρκία. Προηγήθηκε μία διετία συνεχών συζητήσεων, επί μέρους συμφωνιών και διαφωνιών και τελικά οι νικήτριες του πολέμου μεγάλες δυνάμεις, Μ. Βρετανία, Γαλλία και κατά δεύτερο λόγο η Ιταλία, επέβαλαν τους όρους που διασφάλιζαν τα συμφέροντά τους στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, όπως η αύξηση της πολιτικής και οικονομικής τους επιρροής, καθώς και η απρόσκοπτη πρόσβαση και παρουσία τους στις ενεργειακές πηγές της περιοχής. Δίπλα σ’ αυτές μικρότερα κράτη και λαοί πέτυχαν να συμπεριλάβουν σε διάφορα άρθρα της συνθήκης δικές τους εθνικές διεκδικήσεις. Σκοπός του κειμένου αυτού δεν είναι η λεπτομερής καταγραφή των γεγονότων που προηγήθηκαν ή ακολούθησαν την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών και για το λόγο αυτό η παράθεση των ιστορικών γεγονότων είναι επιλεκτική και συνοπτική. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου μεταξύ των ετών 1915 και 1918, η κυβέρνηση των Νεοτούρκων έθεσε σε εφαρμογή ένα άρτια οργανωμένο σχέδιο εξόντωσης του αρμενικού λαού που διέμενε στην τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία, με αποτέλεσμα τον σφαγιασμό 1.500.000 αθώων Αρμενίων και τον εξαναγκασμό όσων διασώθηκαν, σε βίαιο εκπατρισμό όπου βρήκαν καταφύγιο στις γειτονικές χώρες. Το έγκλημα αυτό καταγράφηκε στην ιστορία ως η πρώτη Γενοκτονία του 20ου αιώνα. Τον Οκτώβριο του 1917 ξέσπασε η Ρωσική επανάσταση που μετά την ανατροπή του τσαρικού καθεστώτος ακολούθησε ένας αγώνας διαδοχής στον οποίο επικράτησε η παράταξη των μπολσεβίκων. Η νέα κυβέρνηση της Ρωσίας υπέγραψε στις 3 Μαρτίου 1918 με τις Κεντρικές Δυνάμεις τη συνθήκη ειρήνης του Μπρεστ Λιτόφσκ κι απέσυρε τα στρατεύματά της, εγκαταλείποντας τους λαούς της περιοχής του Καυκάσου ανυπεράσπιστους απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα. Μπροστά στη νέα αυτή κατάσταση και βλέποντας τον τουρκικό στρατό να προελαύνει, οι τρεις λαοί της περιοχής του Καυκάσου ανακήρυξαν την ανεξαρτησία τους προκαλώντας την εμφάνιση τριών νέων Δημοκρατιών, της Αρμενίας, της Γεωργίας και του Αζερμπαϊτζάν. Η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Αρμενίας έγινε στις 28 Μαΐου 1918, ενώ την ίδια μέρα ο νεοσύστατος αρμενικός στρατός σταμάτησε την προέλαση του τουρκικού στρατού στα μέτωπα του Σαρνταραμπάντ, Καρακιλισέ και του Μπας Απαράν που είχε στόχο να ολοκληρώσει την προσπάθεια αφανισμού του αρμενικού λαού που ξεκίνησε με την Γενοκτονία του 1915. Με τον τρόπο αυτό εδραιώθηκε η Δημοκρατία της Αρμενίας που συνυπέγραψε το κείμενο της συνθήκης των Σεβρών. Με το άρθρο 88 της συνθήκης, η Τουρκία αναγνώριζε την Αρμενία ως ελεύθερο και ανεξάρτητο κράτος, όπως είχαν πράξει νωρίτερα οι υπόλοιπες Συμμαχικές Δυνάμεις. Στο άρθρο 89 αναφέρεται με σαφήνεια ότι η Τουρκία, η Αρμενία, καθώς και τα υπόλοιπα συμβαλλόμενα κράτη, αποδέχονται να παραπέμψουν στη διαιτησία του προέδρου των ΗΠΑ, Γούντροου Ουίλσον, τον καθορισμό των συνόρων Τουρκίας και Αρμενίας στα βιλαέτια (επαρχίες) Ερζερούμ, Βαν, Μπιτλίς και Τραπεζούντας και δεσμεύονται να αποδεχτούν την οποιαδήποτε απόφασή του. Ένα μήνα μετά την υπογραφή της συνθήκης, η Αρμενία δέχτηκε ολομέτωπη επίθεση από τον τουρκικό στρατό, συγχρόνως όμως πιεζόταν και από τον Κόκκινο Στρατό που επιδίωκε την ένταξή της στη Σοβιετική Ένωση. Η απόφαση της διαιτησίας του Προέδρου Ουίλσον που ανακοινώθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1920 και παραχωρούσε στη Δημοκρατία της Αρμενίας τα τέσσερα βιλαέτια με λεπτομερή καθορισμό των τουρκοαρμενικών συνόρων, δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Η Αρμενία βρέθηκε να αντιμετωπίζει τη διπλή πίεση εντελώς μόνη, αφού οι μεγάλες δυνάμεις φάνηκαν απρόθυμες ή αδύναμες να παράσχουν κάποια ουσιαστική βοήθεια και για το λόγο αυτό αναγκάστηκε να συμβιβαστεί και να αποδεχτεί στις 2 Δεκεμβρίου 1920 την ένταξή της στη Σοβιετική Ένωση. Η υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών ήρθε με μεγάλη καθυστέρηση και οι εξελίξεις που διαδραματίστηκαν στην περιοχή, οδήγησαν τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής σε απροθυμία για την επιβολή της εφαρμογής της. Προφανώς θεώρησαν ότι ένα συμπαγές τουρκικό κράτος που οραματιζόταν το εθνικιστικό κίνημα του Μουσταφά Κεμάλ και θα διαδεχόταν την Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα διασφάλιζε με πιο αποτελεσματικό τρόπο τα συμφέροντά τους, αλλά συγχρόνως θα αποτελούσε ένα ισχυρό εμπόδιο στην εξάπλωση του μοντέλου διακυβέρνησης που εφαρμοζόταν στην μετεπαναστική Ρωσία. Τρία χρόνια αργότερα, στις 24 Ιουλίου 1923, υπογράφηκε η συνθήκη της Λοζάνης με την οποία καθορίστηκαν τα σημερινά σύνορα της Τουρκίας, ενώ δεν υπάρχει καμιά αναφορά στα δικαιώματα του αρμενικού λαού. Εκατό χρόνια μετά, η συνθήκη των Σεβρών καθώς και το πόρισμα της διαιτητικής απόφασης του προέδρου των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον, αποτελούν κείμενα αναμφισβήτητου κύρους, καθότι η συνθήκη έχει υπογραφεί από 14 κράτη στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης καθώς και η ίδια η Τουρκία και επιπλέον η διαιτησία πραγματοποιήθηκε από τον πρόεδρο παγκόσμιας υπερδύναμης. Αναγνωρίστηκε με τον πιο επίσημο τρόπο ότι τα εδάφη που αναφέρονται στο πόρισμα της διαιτησίας και που βρίσκονται υπό την κατοχή της Τουρκίας, κατοικούνταν από αρμενικούς πληθυσμούς που κατά τα χρόνια της Γενοκτονίας, είτε εξοντώθηκαν, είτε εξαναγκάστηκαν σε βίαιο εκπατρισμό. Παρατηρούμε ωστόσο ότι εκατό χρόνια μετά, η συνθήκη αυτή ακόμα παραμένει ανοιχτή πληγή για την Τουρκία. Πριν λίγους μήνες, τον Δεκέμβριο του 2019, ο ίδιος ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αναφέρθηκε στην Συνθήκη των Σεβρών σε δηλώσεις του αναφορικά με την συμφωνία συνεργασίας Τουρκίας- Λιβύης που είχε υπογραφεί εκείνη την περίοδο. Ο Πρόεδρος της Τουρκίας ανέφερε λοιπόν ότι με το μνημόνιο συνεργασίας των δύο αυτών χωρών, η Τουρκία κατάφερε «να αποτρέψει μία Συνθήκη των Σεβρών, δηλαδή μία αρνητική συμφωνία για τα τουρκικά συμφέροντα, στην ανατολική Μεσόγειο.» Αν αναλογισθούμε, ότι σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, δικαίωμα κατοχής εδαφών έχει ένας λαός που διέμενε μόνιμα, άλλα εκδιώχθηκε βίαια απ’ αυτά, αντιλαμβανόμαστε εύκολα τους λόγους για τους οποίους η Συνθήκη των Σεβρών και η καθολική αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων, αποτελούν ισχυρά νομικά όπλα στη διάθεση του αρμενικού λαού, στον αγώνα για την προώθηση των απαράγραπτων εθνικών του δικαιωμάτων.
|