Οι φωτογράφοι Άντζελο και Βαν Λεό |
![]() |
![]() |
Κουήν Μινασιάν Οι αδελφοί Άντζελο και Λεβόν (1921-2002) γεννήθηκαν στο Τζεϊχάν, κοντά στα Άδανα της σημερινής Τουρκίας. Μετά τη Γενοκτονία των Αρμενίων και τους διωγμούς στην Κιλικία, μετανάστευσαν οικογενειακώς αρχικά στην Αλεξάνδρεια, και σύντομα εγκαταστάθηκαν στο Κάιρο. Εκεί, ο Άντζελο σπούδασε στο γαλλικό κολέγιο Δελασάλ (Collège De La Salle), ενώ ο Λεβόν στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Καΐρου (American University of Cairo). Επρόκειτο για δύο ανήσυχα πνεύματα, εφευρετικά και φιλόδοξα άτομα. Παράλληλα με τις σπουδές του, ο Λεβόν εργαζόταν ως μαθητευόμενος κοντά στον Αρμένιο φωτογράφο Αρακέλ Αρτινιάν, ιδιοκτήτη του στούντιο «Venus». Έπειτα, το 1941, τα δύο νεαρά αδέλφια άνοιξαν το πρώτο τους στούντιο στο καθιστικό του διαμερίσματος όπου ζούσαν με τους γονείς τους. Μάλιστα, για να βοηθήσει τους γιους του στο ξεκίνημα της επιχείρησής τους, ο πατέρας τους, Αλεξάντερ Μπογιατζιάν, τους προίκισε με τον πρώτο τους εξοπλισμό, συμπεριλαμβανομένης μιας φωτογραφικής μηχανής μεγάλου μεγέθους 10×10 ιντσών, η οποία θα παρέμενε η κύρια φωτογραφική μηχανή του Λεβόν μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1998. Τα δύο αδέλφια υιοθέτησαν τα καλλιτεχνικά ονόματα Άντζελο και Βαν Λεό αντίστοιχα. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το Κάιρο πλημμύρισε από πρόσφυγες και στρατιώτες που στάθμευαν για επιχειρήσεις σε όλη την περιοχή: πολυεθνή ξένα στρατεύματα, φαντάροι και αξιωματικοί από την Αυστραλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Νέα Ζηλανδία, και μαζί τους θίασοι, κυρίως με Βρετανούς ηθοποιούς. Τα χιλιάδες πορτρέτα όλων αυτών αποτυπώθηκαν κατ’ αποκλειστικότητα από τα δύο αδέλφια. Σύντομα, οι Άντζελο και Βαν Λεό απέκτησαν δημοτικότητα και στη ζωντανή καλλιτεχνική και μποέμικη σκηνή του Καΐρου. Άνοιξαν συνεργασίες με τη διάσημη MGM (Metro-Goldwyn-Meyer). Από τα στούντιό τους πέρασαν οι οικείοι του βασιλιά Φαρούκ, πρέσβεις και πολιτικοί, ο Συριακής καταγωγής συνθέτης, τραγουδιστής και ηθοποιός Φαρίντ Αλ Ατράς, ο Αιγύπτιος συγγραφέας Τάχα Χουσέιν, η Γαλλίδα τραγουδίστρια και ηθοποιός Δαλιδά, γεννημένη στην Αίγυπτο, ως και ο νεαρός Ομάρ Σαρίφ, ο οποίος έβγαλε εκεί το πρώτο του πορτρέτο το 1950. Αμέτρητα τα είδωλα της εποχής, στο έργο των οποίων αποτυπώνεται η ζωή της κοσμοπολίτικης και πολυπολιτισμικής Αιγύπτου των δεκαετιών από το 1940 και έπειτα. Αναμφισβήτητα, το αποτέλεσμα της δουλειάς τους συνιστά μία από τις πιο ζωντανές εκφράσεις της νεωτερικότητας της Μέσης Ανατολής του 20ού αιώνα, φωτογραφίζοντας πληθώρα προσωπικοτήτων από τον κόσμο της ψυχαγωγίας, της μόδας, συγγραφείς και διασημότητες της λεγόμενης Χρυσής Εποχής του αιγυπτιακού και αραβικού κινηματογράφου. Ύστερα από κάποια χρόνια συνεργασίας, το 1947 τα δύο αδέλφια συνέχισαν την πλούσια καριέρα τους ανοίγοντας ο καθένας το δικό του στούντιο στο Κάιρο. Ο Βαν Λεό έμεινε εκεί, και όταν συνταξιοδοτήθηκε, κληροδότησε όλη του τη δουλειά, τα φιλμ, τις φωτογραφίες και τα αρνητικά του, στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Καΐρου. Το 2000 του απονεμήθηκε το καταξιωμένο βραβείο φωτογραφίας από το Royal Netherlands Prize for Photography (το Prince Claus Award). Το 2018, εκθέσεις του Βαν Λεό φιλοξενήθηκαν στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ των ΗΠΑ, στο Arab Image Foundation, στο Beirut Library του Αμερικανικού Πανεπιστημίου του Καΐρου, και στο Lusadaran Armenian Photography Foundation. Ο Άντζελο, από την άλλη, αρχές του 1960, την εποχή του Νάσερ, κατέφυγε στη Γαλλία και συνέχισε εκεί την καριέρα του, συναλλασσόμενος με αμέτρητους επώνυμους της ακμάζουσας γαλλικής αβάν-γκαρντ αλλά και με γνωστά πολιτικά πρόσωπα. Αναγνωρίζεται η δουλειά του και προσκαλείται σε σημαίνουσες εκθέσεις που διαδέχονται η μία την άλλη, μεταξύ των οποίων στον Μήνα της Φωτογραφίας στο Παρίσι το 1986 (Mois de la photo à Paris), στην Permission de Minuit του Φρέντερικ Μιτεράν το 1987, στην Άνοιξη της Φωτογραφίας (Printemps de la Photo) στην Αλεξάνδρεια το 1989, και στο Rappetout το 1995. Το 1997, η πόλη της Νάντης τον προσκαλεί στο Φεστιβάλ των Τριών Ηπείρων, υπό τη διεύθυνση του φωτογράφου Κλοντ Νόρι. Το 1995, ο Άντζελο πραγματοποίησε το μοναδικό, από το 1960, ταξίδι του στην Αίγυπτο, όπου συνάντησε για τελευταία φορά τον αδελφό του. Μα η Αίγυπτος των νιάτων του δεν υπήρχε πια. Όλα είχαν αλλάξει… Όταν πέθανε στο σπίτι του στο Παρίσι το 2003, είχε ακόμη την αιγυπτιακή του υπηκοότητα. Tο ρεύμα των Αρμενίων φωτογράφων της Αιγύπτου Η παρουσία των Αρμενίων φωτογράφων και η τέχνη τους είχε βαθύτερες ρίζες στην Αίγυπτο. Ήδη από το 1886 συναντάμε στο Κάιρο δύο από τους αδελφούς Αμπντουλάχ, τους Κεβόρκ και Χοβσέπ, να ανοίγουν και εκεί ατελιέ, μετά από εκείνο της Κωνσταντινούπολης. Με πρόσκληση του Τεφίκ Πασά (Tawfiq of Egypt), ταξίδεψαν με τον Πασά και τη σύζυγό του Εμινέ Χανίμ στο Λούξορ της Άνω Αιγύπτου, όπου τους φωτογράφισαν μπροστά από το αρχαίο αιγυπτιακό συγκρότημα ναών του Καρνάκ. Για το έργο αυτό, ο Κεβόρκ έμεινε περίπου 39 ημέρες στην Άνω Αίγυπτο, όπου τράβηξε και άλλες φωτογραφίες, εξαιρετικά και μοναδικά ντοκουμέντα φυσικών και αρχαιολογικών τοποθεσιών. Την ίδια εποχή είχαν και άλλοι Αρμένιοι τα στούντιό τους στο Κάιρο, όπως ο Γκαμπριέλ Λεκετζιάν, που φωτογράφιζε Αρμένιους, Αιγύπτιους και Βρετανούς επωνύμους και αξιωματούχους, μεταξύ των οποίων ο Μπογός Νουμπάρ Πασά, ο λόρδος Έντουαρντ Σεσίλ και η Αιγύπτια πριγκίπισσα Ναζλί Χανίμ, απόγονος της δυναστείας του Μωάμεθ Αλί. Εκτός από τη δουλειά του στο στούντιο, ο Λεκετζιάν ήταν και ο φωτογράφος του βρετανικού στρατού κατοχής, τον οποίο συνόδευε και σε πολέμους, θέτοντας ενίοτε σε κίνδυνο την ίδια του τη ζωή. Αυτό συνέβη το 1889, όταν συνόδευσε τον στρατό στο Σουδάν και του ανατέθηκε να τραβήξει φωτογραφίες της μάχης του Τόσκι, που τελικά έληξε με την αγγλοαιγυπτιακή νίκη έναντι των αυτονομιστών. Στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα συναντά κανείς και άλλα διάσημα στούντιο και εργαστήρια Αρμενίων φωτογράφων: το στούντιο «Metro» του Κουρκέν Γεγκοριάν, το στούντιο «Venus» του Αρακέλ Αρτινιάν, όπως επίσης και τα στούντιο των Sebah & Joaillier, Ατζεμιάν, Μπουκμετζιάν, Κεροπιάν, Μπενλιάν, Σεντεφγκιάν, Ουτουτζιάν, Βαρζαμπετιάν, Αλμπάν, Σαλκιμιάν και πολλών άλλων. Ως τη δεκαετία του 1930, στην Αλεξάνδρεια βρίσκουμε τους Οχαννές Ταχτζιάν και Απκάρ Ρετιάν. Ο Οννίκ Ντιραντούρ λειτουργούσε επίσης ως εισαγωγέας διαφόρων φωτογραφικών φιλμ, εξοπλισμού και φωτογραφικών μηχανών από το εξωτερικό. Οι δραστηριότητές του τράβηξαν την προσοχή της εταιρείας Kodak, η οποία συνεργάστηκε μαζί του για την επέκταση της εταιρείας στις αγορές της Μέσης Ανατολής. Όπως στην Ελλάδα και στην Αίγυπτο, έτσι και σε οποιαδήποτε χώρα και αν ψάξουμε, συναντάμε πάρα πολλούς σημαντικούς και πρωτοποριακούς Αρμένιους φωτογράφους, δυσανάλογα πολλούς σε σχέση με τον πληθυσμό της κοινότητας. Είναι εκείνοι που με την πρωτοτυπία, την εφευρετικότητα και το ταλέντο τους καθιερώθηκαν σε αυτό το επάγγελμα, εξελίσσοντάς το σε τέχνη· μια τέχνη που περνά από γενιά σε γενιά, από δάσκαλο σε μαθητή, και της οποίας η παράδοση, παρά τους διωγμούς και ίσως λόγω της Διασποράς, εξαπλώθηκε όπου και αν βρέθηκε ο αρμενικός λαός. |