Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Λεμεσό |
![]() |
![]() |
Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας Απρίλιος - Ιούνιος 2013 τεύχος 77
Στη Λεμεσό κατέφυγαν αρκετοί αρμένιοι πρόσφυγες έπειτα από τις χαμιτικές σφαγές του 1894-1896 και τη Γενοκτονία (1915-1923). Η κοινότητα που δημιουργήθηκε ωστόσο, επειδή ήταν μικρή και σε άσχημη οικονομική κατάσταση δεν διέθετε εκκλησία. Αργότερα το 1928, με πρωτοβουλία του Αρχιεπισκόπου Πέτρου Σαρατζιάν ιδρύθηκε αρμενικό σχολείο στο σπίτι της Σιρανούς Αβεντικιάν στη σημερινή οδό Ζήνας Κάνθερ. Εκεί τελείτο Θεία Λειτουργία δύο φορές το χρόνο, τα Χριστούγεννα και το Πάσχα. Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, η Σατενίκ Σουλτανιάν αγόρασε ένα κομμάτι γης στην οδό Βασίλη Μιχαηλίδη (τότε Πλάτωνος), το οποίο δώρισε στην αρμενική Μητρόπολη εις μνήμην του εκλιπόντος πεθερού της, Κεβόρκ, με την επιθυμία να κτιστεί εκκλησία. Ωστόσο, η ανέχεια της κοινότητας και η έλλειψη ευεργέτη καθιστούσαν δύσκολη την επίτευξη αυτού του έργου. Έτσι, με πρωτοβουλία του φωτογράφου Αρντασές Μπαστατζιάν, διοργανώθηκε ένας περιοδεύων θίασος, ο οποίος έδωσε θεατρικές παραστάσεις στη Λεμεσό, τη Λευκωσία και τη Λάρνακα. Όλα τα μέλη ήταν άνδρες (Αρντασές Μπαστατζιάν, Καλούστ Εκμεκτζιάν, Μπογός Χαμπαρτσουμιάν, Σετράκ Κεσισιάν, Σετράκ Κεστερλιάν, Αρμενάκ Νασιμπιάν, Μελκόν Παρσεγιάν και Σαχάκ Παρσεγιάν), διότι αργότερα θα γίνονταν «νονοί» της εκκλησίας και επειδή τότε δεν ήταν κοινωνικά αποδεκτό οι γυναίκες να συμμετέχουν σε θεατρικές ομάδες ή/και να ταξιδεύουν με άνδρες. Οι παραστάσεις φαίνεται ότι άρεσαν στο φιλοθεάμον κοινό και σύντομα μαζεύτηκαν αρκετά χρήματα, στα οποία συνεισέφερε ο Κωνσταντινουπολίτης Στεπάν Καβαφιάν. Ιδιαίτερα σημαντικός ήταν ο ρόλος του ιερέα της Λευκωσίας, π. Χορέν Κουλιγκιάν, καθώς και η συμβολή των Μιχράν Μπαστατζιάν, Καραμπέτ Κεσισιάν και Αλεξάν και Καρμπίς Κεσισιάν. Η εκκλησία τελικά ανεγέρθηκε μεταξύ 1939 - 1940, ενώ τα θυρανοίξια τέλεσε στις 11 Απριλίου 1948 ο Μητροπολίτης Γεβόντ Τσεμπεγιάν. Είναι πετρόχτιστη και το ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό χαρακτηριστικό της είναι οι αψιδωτές θύρες και τα καφετιά παράθυρα, τα οποία δίνουν την εντύπωση ενός μικρού οχυρού. Επίσης γραφικότητα προσδίδει και η πρόσοψη, η οποία στηρίζεται σε κολώνες και καμάρες, ενώ στο πάνω μέρος υπάρχει ένας μαύρος μεταλλικός αρμενικός σταυρός και η ονομασία της εκκλησίας. Πάνω από την πρόσοψη βρίσκεται το θολωτό καμπαναριό με έναν μεταλλικό σταυρό: όπως μαρτυρεί η αναμνηστική επιγραφή παρά το αποθετήριο, η καμπάνα έγινε ηλεκτρονική το 1989 με δωρεά των αδελφών Καραμπέτ και Νισάν Αρακτσιντζιάν. Μπαίνοντας στην εκκλησία, στη δεξιά πλευρά βρίσκεται το μαρμάρινο μανουάλι, δωρεά του Καλούστ Εκμεκτζιάν (1985), ενώ στην αριστερή υπάρχει ξύλινο παγκάρι. Στον δυτικό τοίχο, στα δεξιά, βρίσκεται μια μικρή εικόνα της Σταύρωσης (Επίσκοπος Γεβόντ, 1925). Στον νότιο τοίχο υπάρχει μια μεγάλη εικόνα του Αγίου Γεωργίου, έφιππου, ο οποίος σκοτώνει τον δράκο, έργο της Ιεράς Μονής Αποστόλου Βαρνάβα (1948), μια μικρή εικόνα με το ίδιο θέμα (Jeepovig, 1994) και μια μεγάλη εικόνα με τον Άγιο Γρηγόριο τον Φωτιστή να ευλογεί πλαισιωμένος από τον αγκαθοστεφανωμένο Ιησού και ένα ραβδοφόρο άγγελο (Ζοχράπ Κεσισιάν, 1998). Στο ανατολικό τμήμα βρίσκεται ο σολέας. Στην ανατολική κόγχη και σε υπερυψωμένη θέση βρίσκεται το ιερό βήμα, στο κέντρο του οποίου αναδύεται η μαρμάρινη Αγία Τράπεζα φιλοτεχνημένη από τον γνωστό αρχιτέκτονα Τζων Γκεβεριάν, κατά παραγγελία των Κεγάμ και Ναζενίκ Γεγιαγιάν το 1997 και η οποία αντικατέστησε την παλαιότερη ξύλινη. Δεξιά και αριστερά υπάρχουν δύο δευτερεύουσες τράπεζες, με ελαιογραφίες του Σαμβέλ Σαρκισιάν (2003), οι οποίες απεικονίζουν τον Εσταυρωμένο με την Παναγία, την αδελφή της Μάρθας και του Λαζάρου και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, τη βάφτιση του Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό από τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, με την εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος σε μορφή περιστεριού. Στα βόρεια βρίσκεται το αποθετήριο, με το εντοιχισμένο βαπτιστήριο από γκριζωπό μωσαϊκό, δωρεά εις μνήμην του Ασότ Ντερ Μιγκιρδιτσιάν (1937-1939). Στο αποθετήριο πραγματοποιούνταν μαθήματα μεταξύ 1951-1954, ενώ η ίδια η εκκλησία χρησιμοποιούνταν ως σχολείο πριν αυτό κτιστεί το 1951. Στον βόρειο τοίχο βρίσκεται μια μεγάλη εικόνα της βρεφοκρατούσας Παναγίας (Faddios), μια μικρή εικόνα του έφιππου Αγίου Γεωργίου (1999) και μια μεγάλη εικόνα της ενθρονισμένης Παναγίας που κρατά τον Ιησού, πλαισιωμένοι από τους Απόστολους Πέτρο και Παύλο. Η εικόνα αυτή βρισκόταν στην παλαιότερη Αγία Τράπεζα. Το 2010, ο Ρομπέρτ Βοσκεριτσιάν δώρισε την εικόνα της Παναγίας η οποία είναι τοποθετημένη στη νέα Αγία Τράπεζα. Μεταξύ των ετών 1975-1976, ύστερα από έρανο με λαχειοφόρο αγορά, πραγματοποιήθηκε εσωτερική ανακαίνιση (σοβάτισμα), ενώ με τη γενική ανακαίνιση του 2006 (Κεβόρκ Ντερ Καραμπετιάν) τοποθετήθηκαν τα σημερινά μωσαϊκά, το παγκάρι, η μοκέτα και οι πολυέλαιοι. Κατά την πρώτη ανακαίνιση, το καμπαναριό μεταφέρθηκε από το αποθετήριο στη σημερινή του θέση. Το 2007 ο Γκάρο Ντερ Καραμπετιάν δώρισε το εκκρεμές και το 2009 ο γιος του Κεβόρκ το αρμόνιο. Δίπλα και πίσω από το παγκάρι υπάρχει υφασμάτινη εικόνα του αγκαθοστεφανωμένου Ιησού, κοντάκιο του Καθόλικου (Πατριάρχη) Αράμ Α’ για τα 40χρονα της εκκλησίας (02/12/1999), ασημένιο εικόνισμα του Αγίου Γεωργίου και η προσευχή Πάτερ Ημών. Ο κλιματισμός εγκαταστάθηκε το 1998 (δωρεά Καρμπίς και Αλίς Κιρικιάν). Η πύλη και τα κάγκελα του συμπλέγματος είναι δωρεά της Ζιζέλ Τεμπεκιτζιάν (2004). Μπροστά από την εκκλησία βρίσκεται ένα χατσκάρ (σταυρόπετρα) από σκούρα καφετιά πέτρα τουφ, κατασκευασμένο στο Γκιουμρί, δωρεά της οικογένειας Αρακελιάν από την Αρμενία, τα αποκαλυπτήρια του οποίου έγιναν στις 28 Σεπτεμβρίου 2008 από τον Αρχιεπίσκοπο Βαρουζάν Χεργκελιάν. Στα βόρεια της εκκλησίας βρίσκεται το σχολείο Ναρέκ, το σημερινό κτίριο του οποίου κτίστηκε μεταξύ 2006-2007 και εγκαινιάστηκε στις 5 Νοεμβρίου 2008 από τον τότε Πρόεδρο Δημήτρη Χριστόφια. Πίσω από την εκκλησία βρίσκεται η αίθουσα εκδηλώσεων, την οποία εγκαινίασαν στις 8 Μαΐου 2010 ο Αρχιεπίσκοπος Βαρουζάν Χεργκελιάν και ο Εκπρόσωπος Βαρτκές Μαχτεσιάν: στα τέλη του 1959, με φροντίδα του Βαρτάν Μαλιάν, αυτή η παράγκα μεταφέρθηκε από το βρετανικό στρατόπεδο Wayne’s Keep στον Άγιο Δομέτιο και συναρμολογήθηκε από τον εργολάβο Ευαγόρα Κωνσταντίνου. Ανακαινίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 με φροντίδα του Τζωρτζ Ντιτονιάν και χρησιμοποιείτο από το AGBU μέχρι το 2002. Το 2009, με έξοδα της Μητρόπολης, έγινε ριζική αναστήλωση της αίθουσας. Η εκκλησία αρχικά λειτουργούσε δύο φορές το χρόνο (Χριστούγεννα και Πάσχα), μεταξύ 1949-1970 μία φορά το μήνα από τον ιερέα της Λευκωσίας, μεταξύ 1970-1974 κάθε Κυριακή από τον Αρχιμανδρίτη Βαρουζάν Χεργκελιάν και έκτοτε κάθε δεύτερη Κυριακή, εναλλάξ με την εκκλησία της Λάρνακας. Από το 1992 εφημέριος και των δύο εκκλησιών είναι ο π. Μαστότς Ασκαριάν. Εορτάζει την τελευταία εβδομάδα του Σεπτέμβρη. |