| Μια σιωπηλή τραγωδία Οι Αρμένιοι πολιτικοί κρατούμενοι στο Μπακού |   | 
| 
 Αραξή Απελιάν-Κολανιάν Μετά από εννεάμηνο παράνομο αποκλεισμό (12/12/22-20/09/23) που επέβαλε το Αζερμπαϊτζάν στο Αρτσάχ, στερώντας από τον πληθυσμό κάθε δυνατότητα προμήθειας βασικών αγαθών, ιατροφαρμακευτικού υλικού και καυσίμων, στις 19 Σεπτεμβρίου 2023 εξαπέλυσε μια αστραπιαία και αιματηρή στρατιωτική επίθεση και εντός δύο ημερών υποχρέωσε σε βίαιο και μαζικό εκτοπισμό το σύνολο των 120.000 Αρμενίων κατοίκων από τη γη τους. Εν μέσω της απάνθρωπης εξόδου, οι αζερικές ένοπλες δυνάμεις, ολοκληρώνοντας το έργο τους, συνέλαβαν οκτώ ηγετικά στελέχη της Δημοκρατίας του Αρτσάχ: τους τρεις πρώην προέδρους της Δημοκρατίας Αρκάντι Γουγκασιάν, Πακό Σαχακιάν και Αραΐκ Χαρουτιουνιάν, τον πρόεδρο της Βουλής Ταβίτ Ισχανιάν, τον υπουργό Εξωτερικών Ταβίτ Μπαμπαγιάν, τους στρατιωτικούς διοικητές Λεβόν Μνατσαγκανιάν και Ταβίτ Μανουκιάν, καθώς και τον, μόλις για ένα τετράμηνο, υπουργό Επικρατείας Ρουπέν Βαρτανιάν. Τα προσβλητικά για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια πλάνα, με τους σιδηροδέσμιους άνδρες να ταπεινώνονται δημόσια και να μεταφέρονται συνοδεία στρατιωτών στα οχήματα και στη συνέχεια στις φυλακές υψίστης ασφαλείας του Μπακού, έλαβαν τη μέγιστη δυνατή δημοσιότητα από τα αζερικά μέσα ενημέρωσης. Κατά παράβαση κάθε αρχής δικαίου, οι οκτώ συλληφθέντες μαζί με κάποιους άλλους Αρμενίους αιχμαλώτους πολέμου από τον πόλεμο του 2020 και την εθνοκάθαρση που ακολούθησε, συνολικά 23 άτομα, παρέμειναν υπό καθεστώς προφυλάκισης επί 16 μήνες (!), χωρίς να τους απαγγέλλονται κατηγορίες παρά μόνο γενικές καταγγελίες περί τρομοκρατίας και εγκλημάτων πολέμου, υφιστάμενοι απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση κατά τις ανακρίσεις, ακόμα και με χρήση απαγορευμένων ψυχοτρόπων μεθόδων. Καθώς τα διεθνώς αναγνωρισμένα δικαιώματα κρατουμένων που ισχύουν στις φιλελεύθερες δημοκρατίες του κόσμου δεν έχουν ισχύ στο αυταρχικό καθεστώς του Αζερμπαϊτζάν, οι κρατούμενοι δεν είχαν πρόσβαση σε ανεξάρτητους δικηγόρους και διερμηνείς, δεν τους επιτρέπονταν τα οικογενειακά επισκεπτήρια ή οι επισκέψεις από εκπροσώπους πρεσβειών ή διεθνών οργανισμών, ούτε καν κάποια ειδική μεταχείριση για λόγους υγείας… Ακόμα και η τηλεφωνική επικοινωνία με τους οικείους τους ήταν περιορισμένη. Έτσι, οι μόνες αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης ήταν μέσω των εκπροσώπων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και κάποιων οργανισμών συνδεδεμένων με τον ΟΗΕ, που έκαναν λόγο για κακομεταχείριση, εκβιασμούς και ψυχολογική βία, γεγονός που προκάλεσε τις έντονες διαμαρτυρίες των οικείων αλλά και της κοινής γνώμης σε Αρμενία και διασπορά, επιφέροντας και καταγγελίες από διεθνείς οργανισμούς και προσωπικότητες, χωρίς ωστόσο ουσιαστικό αποτέλεσμα. Η έναρξη της δίκης και οι κατηγορίες Τελικά, μετά από παρέλευση 16 μηνών, ανακοινώθηκε η έναρξη διεξαγωγής της δίκης στο στρατοδικείο του Μπακού, με τριμελή σύνθεση δικαστών. Στις 17 Ιανουαρίου 2025, τα ΜΜΕ του Αζερμπαϊτζάν μετέδωσαν εικόνες με τους κρατουμένους να οδηγούνται με αστυνομική συνοδεία σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα του στρατοδικείου. Η δίκη υποτίθεται ότι θα ήταν δημόσια, ωστόσο δεν επιτράπηκε η παρουσία ούτε ξένων ανταποκριτών ούτε διεθνών παρατηρητών παρά μόνο κρατικών μέσων ενημέρωσης. Στη δίκη δικάζονται 15 κρατούμενοι —μεταξύ των οποίων οι επτά είναι ανώτεροι αξιωματούχοι του Αρτσάχ—, ενώ διαχωρίστηκε η υπόθεση του Ρουπέν Βαρτανιάν για να εκδικαστεί παράλληλα μεν αλλά σε ξεχωριστή δίκη. Το αίτημα του τελευταίου να δικαστεί μαζί με τους άλλους συγκατηγορούμενούς του, αφού από τις συνολικά 422 υποθέσεις οι 400 συμπίπτουν, απορρίφθηκε. Οι κατηγορούμενοι δεν έχουν δικαίωμα επικοινωνίας με δικηγόρους δικής τους επιλογής. Το δικαστήριο ανέθεσε την υπεράσπισή τους σε δικηγόρους και διερμηνείς που όρισε το κράτος! Οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν είναι βαρύτατες —τρομοκρατία, βίαιος εκτοπισμός αμάχων, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα κατά του κράτους του Αζερμπαϊτζάν—, ορισμένες από τις οποίες μπορεί να επισύρουν ποινές ισόβιας κάθειρξης. Ενώ η δικογραφία είναι ογκώδης και με μαρτυρίες από εκατοντάδες φερόμενους ως θύματα, δεν δόθηκε προηγουμένως στους κατηγορουμένους επαρκής χρόνος και μέσα για να εξετάσουν λεπτομερώς το υλικό της ποινικής υπόθεσης και να προετοιμάσουν την υπεράσπισή τους, έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν τους μάρτυρες, να παρουσιάσουν δικούς τους μάρτυρες και αποδείξεις και βέβαια να μην εξαναγκασθούν να καταθέσουν ή να ομολογήσουν. Όπως αναμενόταν, οι κατηγορούμενοι αρνούνται τις ψευδείς και φτιαχτές κατηγορίες και παρά τις αντίξοες συνθήκες, με αίσθημα ευθύνης υπερασπίζονται τον εαυτό τους αλλά και την αξιοπρέπεια του αρμενικού λαού, καθώς οι στημένες αυτές δίκες σκοπεύουν, εκτός των άλλων, στον εκφοβισμό και στην ηθική καταρράκωσή του. Η διεθνής καταδίκη Τόσο η σύλληψη και η παρατεταμένη κράτηση των ομήρων όσο και η κατά παράβαση κάθε ανθρωπιστικού ή δικονομικού δικαίου «δίκη-παρωδία» έχουν προκαλέσει την άμεση κατακραυγή και καταδίκη από πολλούς φορείς της διεθνούς κοινότητας καθώς και από πολιτικούς ηγέτες στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, αλλά μέχρι στιγμής χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα. Ο Ύπατος Αρμοστής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δήλωσε ενώπιον του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ στη Γενεύη ότι «οι Αρμένιοι κρατούμενοι από το Αζερμπαϊτζάν πρέπει να απελευθερωθούν αμέσως» και ότι «θα πρέπει να γίνει απολύτως σεβαστό το δικαίωμά τους σε μια δίκαιη δίκη». Δυνάμεις της αντιπολίτευσης και ηγέτες του Αρτσάχ στο Γερεβάν συγκεντρώθηκαν μπροστά στα γραφεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και παρέδωσαν επιστολή προς την πρόεδρο του ΔΕΣ, ζητώντας να επισκεφθεί το Μπακού και να ασχοληθεί προσωπικά με το θέμα των παρανόμως κρατουμένων. Το Υπουργείο Εξωτερικών της Αρμενίας, υπό την πίεση των διαμαρτυριών από ακτιβιστές που κατηγορούσαν το Γερεβάν ότι ελάχιστα έπραξε για να διασφαλίσει την απελευθέρωση των κρατουμένων, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «είναι προφανές ότι οι αρχές του Αζερμπαϊτζάν χρησιμοποιούν αυτή τη δικαστική σκηνοθεσία ως εργαλείο για πολιτική πίεση στη Δημοκρατία της Αρμενίας και για χειραγώγηση της [αρμενικής] κοινωνίας». Απερίφραστα καταγγελτικό ήταν και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 13/03/2025 με ψήφισμά του, όπου μεταξύ άλλων «καταδικάζει την άδικη κράτηση των Αρμενίων ομήρων» και «καταγγέλλει απερίφραστα τις συνεχιζόμενες παρωδίες δίκης, τις συστηματικές παραβιάσεις των θεμελιωδών δικαιωμάτων των Αρμενίων ομήρων και καλεί το Αζερμπαϊτζάν να σεβαστεί πλήρως το δικαίωμά τους σε δίκαιη δίκη», ενώ ζητά να διεξαχθεί ανεξάρτητη έρευνα για τις περιπτώσεις κακομεταχείρισής τους. Επειδή δε οι καταγγελίες για τις τακτικές που εφαρμόζονται στις φυλακές και στις δίκες είδαν το φως της δημοσιότητας, ο Αλίεφ αντέδρασε με τον τρόπο που ταιριάζει σε κάθε αυταρχικό ηγέτη, διατάζοντας το κλείσιμο των γραφείων τόσο του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού όσο και του Γραφείου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ. Η περίπτωση του Ρουπέν Βαρτανιάν Ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ερωτηματικά εγείρει η περίπτωση του Ρουπέν Βαρτανιάν, μεγαλοεπιχειρηματία και ευεργέτη με πλούσιο φιλανθρωπικό και κοινωνικο-μορφωτικό έργο σε Ρωσία, Αρμενία και Αρτσάχ. Παρά το γεγονός ότι ο Βαρτανιάν εγκαταστάθηκε οικειοθελώς στο Αρτσάχ μόλις το 2022 και διετέλεσε υπουργός Επικρατείας για λιγότερο από τέσσερις μήνες (04/11/2022-23/02/23), υφίσταται μια ιδιαίτερα σκληρή μεταχείριση και η υπόθεσή του εκδικάζεται σε ξεχωριστή δίκη. Ο Βαρτανιάν συνελήφθη από τις δυνάμεις του Αζερμπαϊτζάν στις 27 Σεπτεμβρίου 2023, κατά τη βίαιη εκδίωξη του αρμενικού πληθυσμού του Αρτσάχ. Αντιμετωπίζει πλαστές κατηγορίες για 42 εγκλήματα, μεταξύ των οποίων «χρηματοδότηση τρομοκρατίας» και «συγκρότηση παράνομων ένοπλων ομάδων», εγκλήματα που επισύρουν ποινή ισόβιας κάθειρξης. Οι κατηγορίες εναντίον του είναι εντελώς αβάσιμες και αποτελούν πράξη πολιτικής εκδίκησης για τον ρόλο που διαδραμάτισε στο Αρτσάχ. Ο Βαρτανιάν έχει πραγματοποιήσει δύο φορές απεργία πείνας. Η πρώτη τον Απρίλιο του 2024, για να διαμαρτυρηθεί για την πολιτικά υποκινούμενη δίωξή του όπως και των άλλων Αρμενίων κρατουμένων. Ως απάντηση, οι αρχές των φυλακών τον μετέφεραν σε κελί τιμωρίας επί 23 ημέρες, και υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι τον υπέβαλαν σε βασανιστήρια. Η δεύτερη απεργία πείνας ήταν για τις συνθήκες κράτησής του και για τη «δίκη-παρωδία» όπως την αποκαλεί. Σε ανοιχτή επιστολή που του αποδίδεται και δημοσιεύτηκε στα μέσα ενημέρωσης, καταγγέλλει πολυάριθμες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη. Σύμφωνα με την επιστολή, έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος της κράτησής του σε απομόνωση και κελιά τιμωρίας, στερούμενος βασικών μέσων υγιεινής, δέχθηκε πιέσεις να υπογράψει αναδρομικά πλαστά έγγραφα, ενώ του έχει δοθεί μόνο ένας μήνας για να ενημερωθεί ο ίδιος και η υπεράσπισή του πάνω στον τεράστιο όγκο της υπόθεσής του, σε γλώσσα που δεν καταλαβαίνει. «Δικάστε με σύμφωνα με τους διεθνώς αποδεκτούς κανόνες, δημόσια, ανοιχτά, παρουσία διεθνών παρατηρητών και δημοσιογράφων, μη γελοιοποιείτε το δικαστικό σύστημα με μια δίκη-παρωδία» ζήτησε μεταξύ άλλων σε ένα μακροσκελές μήνυμά του ο Βαρτανιάν. Αμφότερες οι δίκες εξελίσσονται με πολύ αργούς ρυθμούς, αφού μετά τις αρχικές ακροάσεις του Ιανουαρίου του 2025, η επόμενη συνεδρίαση ήταν τον Απρίλιο. Άλλωστε, με τον τρόπο αυτό, τα μέσα ενημέρωσης και οι αξιωματούχοι που χρηματοδοτούνται και ελέγχονται από το κράτος του Αζερμπαϊτζάν μπορούν άνετα να ξεδιπλώσουν μία ακόμη εκστρατεία εθνοτικού μίσους κατά των Αρμενίων. Το Αζερμπαϊτζάν χρησιμοποιεί αυτό το δικαστικό «θέαμα» ως εργαλείο πολιτικής πίεσης προς την Αρμενία και ως μέσο χειραγώγησης της κοινωνίας, δεδομένης της ευαισθησίας του θέματος για κάθε μέλος οικογένειας των κρατουμένων αλλά και για ολόκληρη την κοινωνία. Δυστυχώς, η ανοχή ή/και αδιαφορία της διεθνούς κοινότητας για τις σοβαρότατες καταπατήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και αρχών δικαίου από το Αζερμπαϊτζάν αποθρασύνει ακόμη περισσότερο το αυταρχικό καθεστώς της χώρας αυτής. |