Το Οσακάν και ο ναός του Μεσρόπ Μαστότς |
Τον Οκτώβρη του 2012, σε πρόγραμμα εθνογραφικής έρευνας στην Αρμενία, με σκοπό να μελετηθεί η οργάνωση του θρησκευτικού και κοινωνικού χώρου, επισκέφθηκα το Οσακάν. Η έρευνα επικεντρώθηκε στην περιοχή του Ασταράκ, που βρίσκεται 25 χλμ. ΒΔ του Ερεβάν και ειδικότερα στα χωριά Παρπί, Καρμπί, Βοσκεβάζ, Μουγνί και Οσακάν. Δρ. Ελευθέριος Π. Αλεξάκης Eθνολόγος-κοινωνικός ανθρωπολόγος τ. Διευθυντής Ερευνών Ακαδημίας Αθηνών. Αρμενικά Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2013 τεύχος 79 Το Οσακάν είναι μια κωμόπολη 5.000 κατοίκων, 8 χλμ. νότια του Ασταράκ, πρωτεύουσας της επαρχίας Αραγκατσότν. Στα δυτικά του Οσακάν, στον ποταμό Κασάχ υπάρχει μία γέφυρα του 1706. Είναι πολύ γνωστό στους ιστορικούς και στους προσκυνητές της αρμενικής Αποστολικής Εκκλησίας, διότι είναι ο τόπος της τελευταίας κατοικίας του Μεσρόπ Μαστότς, πρώην στρατιωτικού, βασιλικού γραφέα, μοναχού, θεολόγου, γλωσσολόγου και επινοητή του αρμενικού αλφαβήτου το 405 μ.Χ., που απεβίωσε το 440 μ.Χ.. Επίσης, υπάρχουν πληροφορίες ότι ο Μεσρόπ Μαστότς ίδρυσε σχολείο στο Οσακάν. Τον 4ο αιώνα μ.Χ., στις βραχώδεις εκτάσεις του κάστρου του Οσακάν, οι Αρμένιοι υπό την αρχηγία του Αρχιστρατήγου Βατσέ Μαμιγκονιάν κατατρόπωσαν μια συμμαχία βαρβαρικών νομαδικών φυλών (Αλανών, Σαμαγετών, Ούνων κ.ά.). Στην ίδια περιοχή επίσης πραγματοποιήθηκε μεγάλη μάχη τον Αύγουστο του 1827, στην οποία τα ρωσικά στρατεύματα με τη βοήθεια και αρμενικών δυνάμεων νίκησαν τον περσικό στρατό υπό την ηγεσία του Αββά Μιρζά, γιου του σάχη της Περσίας. Κατά τη μάχη είναι γνωστό το περιστατικό με τον Αγκόπ Χαρουτιουνιάν, πυροβολητή του περσικού στρατού, ο οποίος έστρεψε το κανόνι του κατά των Περσών. Ο Χαρουτιουνιάν βασανίστηκε φρικτά από τους εξοργισμένους Πέρσες, οι οποίοι του έκοψαν τα αυτιά και τη μύτη. To 1833 ανεγέρθη μνημείο των πεσόντων στη μάχη σε τοποθεσία μεταξύ Οσακάν και Ετσμιατζίν.
Ένα θρησκευτικό κέντρο Το Οσακάν, κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Αρσακιδών του βασιλείου της Αρμενίας (52-428 μ.Χ.), ήταν η κυριότερη πόλη της επαρχίας Αραράτ και πρωτεύουσα της περιοχής Αραγκατσότν, όπου κυβερνούσε η αριστοκρατική οικογένεια των Αμαντουνί. Ωστόσο, είναι γνωστό κυρίως για το ναό και τον τάφο του Αγίου Μεσρόπ Μαστότς. Συγκεκριμένα, τον 5ο αιώνα κτίστηκε πάνω από τον τάφο του αρχικά ένα σταυροειδές μαρτύριο (ταφικός ναός). Ο ιστορικός του 5ου αιώνα και βιογράφος του Μεσρόπ Μαστότς, Κοριούν, αναφέρει: «Ο Βαχάν Αμαντουνί […] θέλησε να ανεγείρει ναό προς τιμήν του ονόματος του Θεού, με την επίκληση του Αγίου Δασκάλου και έκτισε με λαξευμένες πέτρες μεγαλοπρεπείς βωμούς, πλούσια διακοσμημένους. Εκεί, κάτω από την αψίδα του βωμού, εναπόθεσε τα λείψανα του Αγίου». Ο σημερινός ναός κτίστηκε το 1840 από τον Καθολικό Πατριάρχη Φίλιππο, πιθανότατα πάνω στα θεμέλια του πρώτου μαρτυρίου και ξανακτίστηκε εκ θεμελίων από τον Καθολικό Κεβόρκ τον 4ο το 1875-1879, κατά τέτοιον τρόπο που είναι δύσκολο να μαντέψουμε την αρχική του μορφή. Οι τοιχογραφίες στο εσωτερικό του ζωγραφίστηκαν το 1900 από τον καλλιτέχνη Χ. Μινασιάν. Επίσης, ο ναός είναι γνωστός για το μοναδικό διώροφο κυλινδρικό κωδωνοστάσιο, κτισμένο το 1884 στην ανατολική πλευρά του, ενώ η ιδιαιτερότητά του είναι ότι η είσοδός του βρίσκεται στο χώρο της Αγίας Τράπεζας.
Τα αρχαία ευρήματα Ακριβώς πίσω από το ναό και νότια της κωμόπολης βρίσκεται ο λόφος Ντιντικούντ, όπου κατά τις ανασκαφές αποκαλύφθηκαν ένα τετράγωνο κάστρο και ένα συγκρότημα πέντε ανακτόρων (με 40 δωμάτια, διαδρόμους και πολλούς ναούς) κτισμένων μεταξύ 7ου και 5ου αιώνα π.Χ. Επίσης, βρέθηκαν πολλοί τάφοι της Εποχής του Σιδήρου και πάνω από 100 ταφικές στήλες και πλάκες, εργαλεία από πέτρα και κόκκαλο, ειδώλια και πολλά κοσμήματα. Στα βόρεια του Οσακάν, στην κοιλάδα του Μνακανότς (Μανουκανότς) βρίσκεται η εκκλησία της Αγίας Σιών που χρονολογείται από τον 7ο αιώνα μ.Χ. Πιστεύεται ότι εκεί βρισκόταν ο τάφος του βυζαντινού αυτοκράτορα Μαυρικίου ή της μητέρας του, για τον οποίο η τοπική παράδοση αναφέρει ότι καταγόταν από το Οσακάν. Δίπλα στην εκκλησία υπάρχει πλίνθινη στήλη του 6ου με 7ου μ.Χ. αιώνα που αποδίδεται στον αυτοκράτορα Μαυρίκιο. Η στήλη έχει μορφή οκταγωνικού κίονα με ένα ιωνικό κιονόκρανο και καλάθια στην κορυφή. Μοιάζει με τα ιωνικά κιονόκρανα του ναού του Ζβαρτνότς του 7ου αιώνα και ανάγεται, όπως και εκείνα, σε συριακά πρότυπα. Αυτό το χαρακτηριστικό αποδεικνύει τον ταφικό μνημειακό χαρακτήρα του κίονα. Στην κορυφή χαμηλού λόφου πάνω από το νεκροταφείο υπάρχει παρεκκλήσι που χρονολογείται τον 14ο με 15ο αιώνα και καλείται από τους ντόπιους Τουχ Μανούκ (Mελαχρινό Aγόρι). Επειδή συνδυάζεται στη βόρεια πλευρά του με μια σταυρόπετρα (χατσκάρ), θυμίζει τα μαυσωλεία του 5ου μέχρι και 7ου αιώνα. Πέρα από το λόφο υπάρχει το παρεκκλήσι του Αγίου Κρικόρ, ενώ σε κοντινή απόσταση και μέσα στο Οσακάν εκείνο του Αγίου Θαδδαίου, ο οποίος θεωρείται ότι μαρτύρησε γύρω στο 70 μ.Χ. στην Αρμενία, επί της βασιλείας του Σανατρούκ. Ακόμα, μέσα σε σπήλαια βρίσκονται τα παρεκκλήσια της Θεοτόκου (Αστβατζατζίν) και του Αγίου Σαρκίς, ενώ στο δρόμο προς το Ετσμιατζίν υπάρχει νεόκτιστο εκκλησάκι με εσωτερικό χατσκάρ.
Ο Αβραάμ Κρετατσή Το Οσακάν αναφέρεται σε επιγραφή του 13ου αιώνα στο νότιο τοίχο του καθολικού του Μοναστηριού Αστβατζινκάλ, κτισμένου μεταξύ 5ου και 13ου αιώνα. Η επιγραφή αναφέρει: «Με τη χάρη του και τη φιλευσπλαχνία του Θεού εγώ ο Κούρντ, πρίγκιπας των πριγκίπων, γιος του μεγάλου Βαχέ και η σύζυγός μου Χορισάχ, κόρη του διοικητή κτίσαμε το ιερό καθολικό για τη μνήμη των ψυχών μας. Το διακοσμήσαμε με κάθε είδους πολύτιμα στολίδια και του προσφέραμε έναν κήπο που αγοράσαμε στο Παρπί γειτονικό εξίσου αρχαίο χωριό, παρθενική ακαλλιέργητη γη στο Οσακάν, έναν κήπο στο Καρμπί γειτονικό χωριό, έναν χωρικό (;) και τρεις ξενώνες, το έτος 693/1244 μ.Χ». Είναι γνωστό ότι το Οσακάν επισκέφθηκε ο Αβραάμ Κρετατσή, αργότερα Καθολικός Αβραάμ ο 3ος, (Αρμένιος από την Κρήτη - Καθολικός Πατριάρχης) τον Οκτώβρη του 1734 κατά τη διάρκεια της αρχιεροσύνης του Καθολικού Αβραάμ του 2ου. Ο Αβραάμ Κρετατσή σε κείμενό του κάνει μια σύντομη αναφορά στο Οσακάν, όταν επισκέφθηκε το μοναστήρι του Αγίου Γρηγορίου: «Το πρωί μετά τη λειτουργία κατέβηκα στο Οσακάν». Η παλαιότερη αναφορά του Οσακάν υπάρχει στο έργο του Πτολεμαίου των μέσων του 2ου μ.Χ. αιώνα, όπου το τοπωνύμιο παρουσιάζεται με τη ονομασία Αστακάνα, αν και ο αρμενικής καταγωγής ιστορικός και γεωγράφος Robert Hewsen επιφυλάσσεται για αυτό. Κάποιοι άλλοι γεωγράφοι θεωρούν ταυτόσημο και το τοπωνύμιο Αουσακάν. Το 1962, για την επέτειο των 1600 χρόνων του αρμενικού αλφαβήτου η κυβέρνηση ανέγειρε μνημειακή στήλη στο Οσακάν προς τιμήν του μεγάλου δασκάλου/λογίου, ενώ αντίστοιχα το Ινστιτούτο Μελέτης Χειρογράφων στο Μαντεναταράν ονομάστηκε «Ινστιτούτο Μεσρόπ Μαστότς».
Τα γράμματα αλφαβήτου «Χατσκάρ» Αναχωρήσαμε από το Ερεβάν με τον ταξιτζή μας τον Σαρκίς στις 9:15. Στο δρόμο συζήτηση στα μέτρα του δυνατού, διότι ο Σαρκίς δεν γνώριζε άλλη γλώσσα εκτός από τα αρμενικά. Περάσαμε το Ασταράκ, συνεχίσαμε και φθάσαμε στο Οσακάν. Τα σπίτια είναι πανομοιότυπα, όπως στο Ασταράκ, στο Παρπί και στο Καρμπί. Συνεχόμενες μάντρες περικλείουν τα σπίτια με εσωτερικές αυλές. Τα δωμάτια βλέπουν προς την έξω πλευρά. Πόρτες σιδερένιες μεγάλες ή μικρές, οι παλαιότερες ξύλινες. Τα κίτρινα κουτιά του υγραερίου από έξω. Δεν είδαμε καμιά πλατεία στο κέντρο, διότι απλά δεν υπάρχει, όπως δεν υπάρχει και κάποιο καφενείο (φαινόμενο γενικότερο στα αρμένικα χωριά). Αυτό έχει σχέση με την (παλαιότερη) οργάνωση του χώρου σε γένη και θυμίζει πολύ τα παλαιότερα ελληνικά χωριά (π.χ. Μάνη). Ρωτώντας φθάσαμε στην εκκλησία του Μεσρόπ Μαστότς. Πρόκειται για έναν επιβλητικό ναό με ωραιότατο καμπαναριό. O κήπος του είναι πολύ φροντισμένος. Μέσα, υπάρχει μια στήλη και τόσα χατσκάρ, όσα και τα γράμματα του αρμενικού αλφαβήτου διαμορφωμένα μάλιστα στο σχήμα τους. Δεξιά του ναού υπάρχει μικρό τετράγωνο μνημείο αφιερωμένο στον πρίγκιπα Βαχάν Αματουνί, προστάτη του Mαστότς. (Σύμφωνα με την παράδοση ο ίδιος ο πρίγκιπας ζήτησε να τον θάψουν 40 πήχεις μακριά από τον Μαστότς, διότι δεν θεωρούσε άξιο τον εαυτό να ταφεί δίπλα στο μεγάλο δάσκαλο).
Ο τάφος του Μεσρόπ Μαστότς Μπήκαμε μέσα στην εκκλησία που είναι διακοσμημένη με ωραιότατες αγιογραφίες και υφαντές εικόνες-χαλιά. Μια νέα γυναίκα, υπεύθυνη της εκκλησίας, μας οδήγησε στο υπόγειο, κάτω από το ιερό του ναού, όπου βρίσκεται ο τάφος του Αγίου σκεπασμένος με σεντόνι. Στην κεφαλή υπάρχει καλάθι με φρέσκα λουλούδια τα οποία φέρνει ο κόσμος σε ένδειξη σεβασμού και μνήμης. Ρωτήσαμε για το θέμα του φύλακα από το γένος των Αμαντουνί, διότι αναφέρεται από ιστορικό ότι αυτό συνέβαινε ως τη δεκαετία του 1960. Μας απάντησε ότι τώρα δεν χρειάζεται φύλακας, διότι υπάρχει ιερέας στο ναό και η εκκλησία είναι οργανωμένη και φροντισμένη. Ίσως αυτό να συνέβαινε αναγκαστικά επί σοβιετικού καθεστώτος. Άλλωστε, όπως είπε, τώρα οι Αμαντουνί έχουν φύγει από το Οσακάν. Επίσης, ανέφερε ότι δεν κατάγονταν από το Οσακάν, αλλά όταν ήρθε ο πρίγκιπας στο χωριό, τους ρώτησε αν θέλουν να πάρουν το όνομά του. Έτσι ονομάστηκαν Αμαντουνί. Πράγματι, οι Αμαντουνί με παλαιότερη μυθική ιρανική ή εβραϊκή καταγωγή προέρχονταν κατά τους ιστορικούς χρόνους από το Αρτάζ, της περιοχής του Βασπουρακάν. Το Οσακάν του το πρόσφερε ο βασιλιάς των Αρμενίων Χοσρόβ για τις υπηρεσίες του. Τώρα είναι εγκατεστημένοι στο Ερεβάν, αν και οι περισσότεροι έχουν φύγει στο εξωτερικό. Από την παλαιότερη αριστοκρατική οικογένεια των Αμαντουνί κάποιοι μετονομάστηκαν σε Βατσουτιάν.
Τουχ Μανούκ Ζητήσαμε οδηγίες για το πώς να πάμε στο Τουχ Μανούκ. Βρίσκεται πάνω από το παλαιό νεκροταφείο, σε ύψωμα πάνω από το χωριό. Πράγματι υπάρχει ένα πολύ παλιό νεκροταφείο, διότι οι τάφοι είναι επιφανειακοί, τετράγωνοι από κόκκινη πέτρα (τόφος) με πολλές επιγραφές, οι οποίες θα μπορούσαν από μόνες τους να φτιάξουν γενεαλογικό δέντρο. Υπάρχουν ακόμη πολλές στήλες διάφορων τύπων και αρκετοί καινούργιοι τάφοι με κιγκλιδώματα. Ανεβήκαμε στο Τουχ Μανούκ. Πρόκειται για ένα μικρό εκκλησάκι κτισμένο με μεγάλες τετράγωνες, λαξευμένες πέτρες, με τις γνωστές καφεκόκκινες αποχρώσεις. Επιστρέφοντας, κατευθυνθήκαμε προς το υποτιθέμενο κέντρο του χωριού, «μεϊντάν». Θεωρούν κέντρο, το σημείο όπου βρίσκεται το ταχυδρομείο και το δημαρχείο, στον κεντρικό δρόμο του Οσακάν που ονομάζεται οδός Μεσρόπ Μαστότς. Σταματήσαμε και ρωτήσαμε. Ούτε καφενείο ούτε τίποτα, αν και το χωριό είναι το μεγαλύτερο της περιοχής. Συνήθως εκεί όπου υπάρχει η εκκλησία ή ένα άγαλμα το θεωρούν πλατεία. Αλλά ακόμα και στην πρωτεύουσα της επαρχίας, Ασταράκ δεν υπάρχει ουσιαστικά πλατεία, όπως την εννοούμε ακριβώς. Εδώ, στο Οσακάν, η εκκλησία του Αγίου Μεσρόπ βρίσκεται σχεδόν στην άκρη του χωριού. Εν κατακλείδι, τα μνημεία του Οσακάν αποτελούν ένα σύστημα συγχρονικό και διαχρονικό που ξεκινάει από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους και παλαιότερα. Επιπλέον είναι ενταγμένα στη γενικότερη αντίληψη του αρμενικού λαού να τροφοδοτεί την ιστορική και εθνική του μνήμη με έργα τέχνης. |