Τα βλέμματα στη «Γη των βιβλίων» |
Κρικόρ Μιχικιάν Τεύχος: Ιανουάριος-Μάρτιος 2012
«Μπήκαμε στη γη των βιβλίων» είχαν αναφωνήσει οι Άραβες με έκπληξη, κατά την πρώτη εισβολή τους στην Αρμενία. Αυτή την ίδια γη υπέδειξε η UNESCO ως Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου για το 2012, έπειτα από συνεδρίαση της επιτροπής επιλογής του Οργανισμού που πραγματοποιήθηκε στις 2 Ιουλίου του περασμένου έτους.
Σύμφωνα με τα μέλη της επιτροπής, η πόλη του Ερεβάν επιλέχθηκε ως Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου για το 2012 για την ποιότητα αλλά και την ποικιλία του προγράμματος που προετοίμασε, η οποία χαρακτηρίστηκε ως «πολύ λεπτομερής, ρεαλιστική, με ρίζες στον κοινωνικό ιστό της πόλης, με παγκόσμιο επίκεντρο και συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων που εμπλέκονται στη βιομηχανία του βιβλίου». Η Ιρίνα Μποκόβα, Γενική Διευθύντρια της UNESCO, όταν ανακοίνωσε τη σημαντική αυτή νίκη του Ερεβάν, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Συγχαίρω την πόλη του Ερεβάν η οποία παρουσίασε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον πρόγραμμα με πολλά διαφορετικά θέματα, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας της έκφρασης, καθώς και πολλές δραστηριότητες για τα παιδιά, τα οποία θα είναι οι αναγνώστες και οι συγγραφείς του αύριο». Ανέκαθεν, η τυπογραφία κατείχε σημαντικό ρόλο στη ζωή των Αρμενίων, ενώ μάλιστα αποτέλεσε και σημείο καμπής στην ιστορία του λαού. Ανατρέχοντας πίσω στο χρόνο, ήταν το 1512, όταν μακριά από τη «Γη τη βιβλίων», στη Βενετία ο Αγκόπ Μεγαπάρτ λάτρης των χειρογράφων τύπωνε το πρώτο αρμενικό βιβλίο, σχεδόν έναν αιώνα μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας από τον Γουτεμβέργιο. Η τυπογραφία ανανέωσε και έδωσε νέες προοπτικές ανάπτυξης, τόσο στην λογοτεχνία όσο και στις μεταφράσεις- δυο διαφορετικά αντικείμενα, τα οποία ωστόσο είχαν αναπτυχθεί παράλληλα για έναν αιώνα και πλέον. Η Βίβλος με τα γράμματα της αρμενικής αλφαβήτου μάλιστα, αποτέλεσε λαμπρό παράδειγμα για την αναγέννηση της χώρας, ενώ τα πρώτα έντυπα βιβλία ήταν διακοσμημένα όπως ακριβώς τα αρμενικά χειρόγραφα, συνεχίζοντας με τον τρόπο αυτό την παράδοση. Η τυπογραφία ξεκίνησε στη Βενετία και συνέχισε την αδιάκοπτη πορεία της προς το Μαντράς, στη συνέχεια το Λβίβ (ή Λβόφ) το 1616, τη Ρώμη το 1623, το Μιλάνο το 1624, το Παρίσι το 1633, τη Νορ Τζούλφα (Νέα Τζούλφα) το 1640, το Άμστερνταμ το 1655, την Αγία Πετρούπολη, την Κωνσταντινούπολη, την Τιφλίδα, το Σουσί (στο Ναγκόρνο Καραπάχ) και το Ερεβάν. Πρόκειται για ένα «ταξίδι» που διήρκησε πάνω από τρεις δεκαετίες, φτάνοντας τελικά σε όλες τις πόλεις του κόσμου. Έτσι λοιπόν, από το 1512 έως το 1920, 11.000 γνωστά αρμενικά βιβλία τυπώθηκαν εκτός Αρμενίας (2.243 βιβλία στη Βενετία, 5.492 στην Κωνσταντινούπολη και 3.637 στην Τιφλίδα), ενώ κατά τις δεκαετίες του ’20, ’30 και ’40, περίπου τα 18.000 βιβλία εκδόθηκαν στην Αρμενία.
Ξεχωριστές εκδηλώσεις Φέτος, η ιστορία του αρμενικού βιβλίου θα γίνει προσβάσιμη και ορατή όσο ποτέ, αφού έχει προγραμματιστεί πληθώρα εκδηλώσεων. Μοναδικές παρουσιάσεις θα δώσουν την ευκαιρία να θαυμάσουμε αρμενικά βιβλία -αρχέτυπα και παλαίτυπα-, τα οποία διατηρούνται σε βιβλιοθήκες και μουσεία ξένων χωρών. Έτσι λοιπόν, με την έκθεση 1.106 παλαιών βιβλίων, η αρμενική τυπογραφία, η γεωγραφία της καθώς και οι θεμελιώδεις ιδέες της θα καταστούν πλέον εμφανείς στο ευρύ κοινό. Το τρέχον έτος πρόκειται να παρουσιαστούν σε παγκόσμιες εκθέσεις, αρμενικά βιβλία από τις βιβλιοθήκες του Κογκρέσου των ΗΠΑ, τη βιβλιοθήκη του Αγίου Μάρκου της Ιταλίας, από τη Γαλλία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Κίνα, την Ολλανδία, τη Γερμανία και τη Ρωσία. Μόνο στη μεγαλύτερη βιβλιοθήκη της Αγίας Πετρούπολης υπάρχουν 75.000 αρμενικά βιβλία σε έντυπη μορφή, εκ των οποίων τα 93 είναι αντίκες από το 17ο-18ο αιώνα, όπως η «Ιστορία της Αρμενίας» του Μοβσές Χορενατσί (Άμστερνταμ, 1669) και το «Αλφαβητάριο» (1623). Πλέον, η αρμενική τυπογραφία μετρά 500 χρόνια ύπαρξης και για το Ερεβάν οι εορτασμοί δεν αποτελούν μόνο φόρο τιμής σε όσους προσέφεραν στην ανάπτυξή της. Αντίθετα, μέσω αυτών επιχειρείται η εξασφάλιση της σπουδαίας σύνδεσης και άρρηκτης σχέσης των γενεών, καθώς και η ανάδειξη της ιστορικής πορείας του βιβλίου, από την εφεύρεση του Γουτεμβέργου μέχρι την εμφάνιση του διαδικτύου. Για την ιστορία, η UNESCO απονέμει τον τίτλο της Παγκόσμιας Πρωτεύουσας Βιβλίου από το 2001 και κάθε χρόνο, σε πόλεις που είναι αφοσιωμένες στην προώθηση του βιβλίου και του διαβάσματος. Το Ερεβάν είναι η δωδέκατη πόλη που επιλέχθηκε ως Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου μετά τις: Μαδρίτη (2001), Αλεξάνδρεια (2002), Νέο Δελχί (2003), Αμβέρσα (2004), Μόντρεαλ (2005), Τορίνο (2006), Μπογκοτά (2007), Άμστερνταμ ( 2008), στη Βηρυτό (2009), Λιουμπλιάνα (2010) και Μπουένος Άιρες (2011).
Τα πρώτα τυπωμένα αρμενικά βιβλια Το 16ο αιώνα υπήρχε μεγάλη έλλειψη βιβλίου στην Αρμενία, αφού τα χειρόγραφα δεν επαρκούσαν. Μοναδική λύση ήταν να δημιουργηθεί αρμενική τυπογραφία στην Ευρώπη. Πρωτοπόρος αυτής της κίνησης υπήρξε ο Αγκόπ ο επιλεγόμενος «Μεγαμπάρτ» (=αμαρτωλός). Ο Αγκόπ Μεγαμπάρτ γνωρίζουμε πως εργάστηκε στη Βενετία όπου υπήρχε αρμενική κοινότητα, από τα τέλη του 15ου ως τις αρχές του 16ου αιώνα. Κατ’ αρχήν παράγγειλε στους βενετούς τεχνίτες χυτά αρμενικά στοιχεία πεζά «πολορκίρ» (μεσαιωνικό είδος γραφής, που καθιερώθηκε έκτοτε σαν τυπογραφικό στοιχείο) και κεφαλαία, καθώς και πλάκες με διακοσμητικά, φιγούρες, βινιέττες και 24 επιτίτλους κύκλους. Είναι αρκετά ενδιαφέρουσα η λεπτομέρεια πως ορισμένα γράμματα τα ετοίμασε σε παραλλαγές για να δίνει το βιβλίο την εντύπωση του χειρογράφου. Επιπλέον χρησιμοποίησε διακοσμημένα αρχικά, ανθόμορφα γράμματα και 4 διακοσμητικά που τα τύπωσε εναλλάξ πότε σε μαύρο και πότε σε κόκκινο. Από τα βιβλία του, όλα σχήματος 8ου, (11Χ17 εκ.), είναι γνωστά τα εξής πέντε τυπωμένα μεταξύ 1512-1513: «Ουρπατακίρκ» («Βιβλίο της Παρασκευής») - ιατρικό, «Μπανταρακαντέντρ» («Λειτουργικό») - θρησκευτικό, «Αγτάρκ» - αστρολογικό, «Μπαρζαντουμάρ» («Ημερολόγιον» του 1512) - θρησκευτικό - λαϊκό, «Νταγαράν» («Τραγουδιστάρι») - καλλιτεχνικό, συλλογή κοσμικών και θρησκευτικών ασμάτων.
Πηγή: Η Αρμενική τυπογραφιά, η πρώιμη περίοδος (1486-1800) του Αγκόπ Τζελαλιάν.
|