Παχτίκος στα Χανιά ο Τυχερός Μαχαιροποιός Εκτύπωση E-mail

Κουήν Μινασιάν

Περιοδικό «Aρμενικά» Ιούλιος - Σεπτέμβριος 2014. Τεύχος 82

 

Στα Χα­νιά της Κρή­της, σε μια α­νη­φο­ριά στην καρ­διά της πα­λιάς πό­λης, η τα­μπέλα του κα­τα­στή­μα­τος γρά­φει: ΜΑ­ΧΑΙ­ΡΟ­ΠΟΙΕΙΟΝ-ΤΡΟ­ΧΕΙΟΝ «Ο ΑΡ­ΜΕ­ΝΗΣ» ΜΙ­ΧΑ­ΗΛ Α­ΠΟ­ΣΤΟ­ΛΟΥ ΠΑ­ΧΤΙ­ΚΟΣ. Έ­νας και μο­να­δι­κός σε ό­λα τα Χα­νιά. Ή­ταν α­να­πά­ντε­χη και πο­λύ ευ­χά­ρι­στη η συ­νά­ντη­ση μα­ζί του, ι­διαί­τε­ρα ό­ταν ξε­τύ­λι­ξε το κου­βάρι της ι­στο­ρί­ας του.
Ο παπ­πούς μου έ­φτα­σε ε­δώ το 1912, α­πό το Ορ­τα­κιούγ (Ορ­τα­κιό­ι) της Κων­στα­ντι­νούπο­λης. Εί­χε φέ­ρει μα­ζί την τέ­χνη του, ή­ταν μα­χαι­ρο­ποιός. Έ­φε­ρε στα Χα­νιά τον σβαρ­νά ή αλ­λιώς τον «τσεκ­μέ», δη­λα­δή το σα­ρα­κά­κι ό­πως το λέ­με ε­δώ, που είναι το κλα­δο­μά­χαι­ρο με τα δο­ντά­κια. Ό­λοι οι α­γρό­τες θέ­λουν ως τα σή­με­ρα να α­γο­ρά­σουν το μα­χαί­ρι μας, διό­τι κό­βει με τη μί­α τα κλα­διά. Το μυ­στι­κό του εί­ναι τα δο­ντά­κια και η λα­βή, εί­ναι και πιο ε­λα­φρύ και πιο κο­φτε­ρό α­πό τα άλλα. Μ’ αυ­τό α­πο­τε­λειώ­νουν τα χω­ρά­φια πο­λύ πιο γρή­γο­ρα, γι’ αυ­τό και έ­γι­νε αμέ­σως πε­ρι­ζή­τη­το. Εί­ναι έ­να ερ­γα­λεί­ο, που ό­ταν το πρω­το­εί­δαν οι ντό­πιοι και το χρη­σι­μο­ποί­η­σαν, οι άλ­λοι τους ρω­τού­σαν: «πού το βρή­κες αυτό;» και η απά­ντη­ση ή­ταν: «έ­νας Αρ­μέ­νης ήρ­θε και το έ­φε­ρε». Το α­πο­τέ­λε­σμα ή­ταν να γνω­ρίζουν το μα­γα­ζί με το ό­νο­μα «Ο Αρ­μέ­νης». Μι­κρός νό­μι­ζα πως Αρ­μέ­νης εί­ναι ο πρό­σφυ­γας που κα­τέ­χει μια τέ­χνη και οι ντό­πιοι ντρε­πό­ντου­σαν να πού­νε πως πά­νε να πά­ρου­νε μα­χαί­ρι α­πό τον πρό­σφυ­γα, έ­λε­γαν πά­νε α­πό του Αρ­μέ­νη, αυ­τόν που κα­τέ­χει μια τέ­χνη. Αρ­γό­τε­ρα έ­μα­θα πια εί­ναι η κα­τα­γω­γή μας, ό­τι ο παππούς μι­λού­σε ά­πται­στα Αρ­με­νι­κά και ό­τι η ρί­ζα «πα­χτ» στο οι­κο­γε­νεια­κό μας ε­πί­θε­το εί­ναι αρ­μενι­κή λέ­ξη που ση­μαί­νει τύ­χη. Ψά­χνο­ντας για την ι­στο­ρί­α του παπ­πού μου, έ­μα­θα πως α­δελ­φός του ή­ταν ο φημι­σμέ­νος μου­σι­κο­-φι­λό­λο­γος της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης Γε­ώρ­γιος Πα­χτί­κος α­πό το Ορ­τα­κιούγ, ο οποί­ος κα­τεί­χε και μου­σι­κή σχο­λή.
Α­πό μι­κρός μου ά­ρε­σε να πη­γαί­νω στο μα­γα­ζί κο­ντά στον παπ­πού μου, ό­ντας περί­ερ­γος για την τέ­χνη αυ­τή. Πού με έ­χα­νες, πού μ’ έ­βρι­σκες, ε­δώ γυ­ρό­φε­ρα, με τρά­βα­γε και μου ά­ρε­σε ο τρο­χός, τα ερ­γα­λεί­α, τα χα­ράγ­μα­τα πά­νω στο μέ­ταλ­λο. «Μην κά­θε­σαι ά­πρα­γος, ά­μα σ’ α­ρέ­σει, πά­ρε έ­να κομ­μά­τι και κά­τσε δού­λευ’ το!», μου εί­πε μια μέ­ρα ο παπ­πούς. Ως τα σή­με­ρα δεν έ­χω στα­μα­τή­σει ού­τε μέ­ρα και χαί­ρο­μαι κά­θε φο­ρά που α­πο­τε­λειώ­νω έ­να μα­χαί­ρι. Τε­λευ­ταί­α έρ­χο­νται ντί­λερ α­πό την Κί­να να πά­ρουν την πα­τέ­ντα και να το βγά­λουν σε μα­ζι­κή πα­ραγω­γή στο έ­να τρί­το της τι­μής τους. Τους α­πα­ντώ: «Έρ­χε­στε ε­δώ και μου μι­λά­τε για κι­νέ­ζι­κα μα­χαί­ρια, έ­ξω α­πό το μα­γα­ζί μου!».
Εί­ναι ευ­λο­γί­α να βγά­ζεις τον ε­πιού­σιο δη­μιουρ­γώ­ντας κά­τι μο­να­δι­κό και χρή­σι­μο. Αυ­τό δεν πω­λεί­ται!

Ο Αρ­μέ­νης. Ο Τυ­χε­ρός Μα­χαι­ρο­ποιός, ο ε­πί­μο­νος μά­στο­ρας και ο γνή­σιος άν­θρω­πος. Και εί­ναι πραγ­μα­τι­κά τυ­χε­ρό μας που τον γνω­ρί­σα­με α­πό κο­ντά. Κι αν ο δρό­μος σας περ­νά­ει α­πό τα Χα­νιά, τώ­ρα έ­χε­τε λό­γο και α­ξί­ζει μια ε­πί­σκε­ψη στα μα­χαι­ρά­δι­κα!

Share
 

Για να εξασφαλίσουμε τη σωστή λειτουργία του ιστότοπου, μερικές φορές τοποθετούμε μικρά αρχεία δεδομένων στον υπολογιστή σας, τα λεγόμενα «cookies». Οι περισσότεροι μεγάλοι ιστότοποι κάνουν το ίδιο. Περισσότερα...

"Δέχομαι"


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΩΝ


διαφήμιση στο αρμενικά

armenian community

Online Επισκέπτες

Έχουμε 9 επισκέπτες συνδεδεμένους