Mαθήματα αρμενικής γλώσσας ενηλίκων... και όχι μόνο. Εκτύπωση

krikor demirjian

Βερζίν Καραμπετιάν
Ιανουάριος- Μάιος 2020, τεύχος 103

Σεπτέμβρης 1922…
Σε όλη την Ελλάδα διάσπαρτοι οι Αρμένιοι επιζήσαντες…
Κάποιοι φεύγουν για άλλες χώρες, αρκετοί μένουν εδώ…
Αυτοί που μένουν πρέπει να δουλέψουν, να φτιάξουν σπίτια, να φτιάξουν οικισμούς, να φτιάξουν ζωές…
Λειτουργούν οι πρώτες εκκλησίες, κατόπιν τα σχολεία και ο Τύπος. Στα σχολεία φοιτούν τα μικρά προσφυγόπουλα του δημοτικού, όχι τα μεγαλύτερα, διότι, για τους περισσότερους εφήβους και νέους, το σχολείο και η συνέχιση της φοίτησής τους είναι μια πολυτέλεια. Εκείνοι πρέπει να μάθουν μια τέχνη για να έχουν εφόδια για τη μελλοντική τους ζωή.
Το Ευαγγέλιο, τα βιβλία και ο αρμενικός Τύπος βοηθούν ώστε να μην ξεχάσουν αυτά που έμαθαν στην πατρίδα, τα αγόρια στέλνονται από τους γονείς τους να μαθητεύσουν δίπλα σε τεχνίτες, ενώ τα κορίτσια μαθαίνουν κέντημα, ράψιμο, πλέξιμο, μαντάρισμα και κομμωτική. Παράλληλα, ανεξαρτήτως ηλικίας, όλοι βοηθούν οικειοθελώς στη συγκρότηση και οργάνωση της αρμενικής κοινότητας.
Στα ορφανοτροφεία που λειτουργούν σε όλη την επικράτεια τα ορφανά διδάσκονται την γαλλική, την ελληνική και την αρμενική γλώσσα. Οι δάσκαλοί τους είναι διορισμένοι από τις οργανώσεις αρωγής και εθελοντές, ενώ οι δάσκαλοι των αρμενικών είναι Αρμένιοι της διανόησης, που κι αυτοί ήρθαν πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, όπως για παράδειγμα ο ποιητής, μουσικός και συνθέτης Κεβόρκ Γκαρβαρέντς, που δίδαξε για τρία χρόνια στο ορφανοτροφείο της Κέρκυρας, ο λογοτέχνης Τεοτίκ (Θεόδωρος Λεμπτζιντζιάν) και πολλοί άλλοι. Στα ορφανοτροφεία, εκτός από μαθήματα, λειτουργούν συγχρόνως και εργαστήρια για τον επαγγελματικό προσανατολισμό των νέων, που μόλις ενηλικιωθούν αναζητούν την κοντινότερη σε αυτούς αρμενική κοινότητα για να ενταχθούν και να ζήσουν με τους συμπατριώτες τους.
Τα νεοσύστατα αρμενικά σχολεία στις μεγαλουπόλεις Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης κλπ. είναι δίγλωσσα και τα προσφυγόπουλα διδάσκονται την αρμενική γλώσσα και ιστορία παράλληλα με την ελληνική. Μόνο τα θρησκευτικά παραλείπονται στην ελληνική, διότι οι Αρμένιοι, ως χριστιανοί, διδάσκονται την ίδια ύλη στη δική τους γλώσσα.
Οι δάσκαλοι των ελληνικών είναι διορισμένοι από το κράτος, ενώ των αρμενικών είναι διανοούμενοι όπως ο λογοτέχνης Σος Βανί, ο συγγραφέας Μανούκ Μανουκιάν, ο ποιητής Κεβόρκ Γκαρβαρέντς, ο Γεπρέμ Βαρτανιάν, ο Οννίκ Ζακαριάν και πολλοί άλλοι. Διδάσκουν και ιερωμένοι, όπως ο καθολικός επίσκοπος Γκιουρέγ Ζοχραμπιάν, ο τυφλός αιδεσιμότατος Κρικόρ Ντεμιρτζιάν -του οποίου η θέληση και ο αλτρουισμός προκαλούν δέος μέχρι σήμερα- και ο καθολικός ιερέας Χοβαννές Γκαμσαραγκάν.
Για τους πρόσφυγες που δεν πηγαίνουν σχολείο η ελληνική γλώσσα είναι μια γλώσσα δύσκολη που πολλές φορές δημιουργεί αστείες καταστάσεις και μικροπαρεξηγήσεις στην επικοινωνία τους με τους Έλληνες.
Κάποιες φορές, η μη κατανόηση της γλώσσας σε δημόσιους φορείς και υπηρεσίες δημιουργεί σοβαρότερα προβλήματα, όπως η λανθασμένη γραφή ονομάτων, επωνύμων, ημερομηνιών γέννησης κλπ. Σύντομα αρχίζουν να κυκλοφορούν ανάμεσα στους Αρμένιους αστεία και ανέκδοτα με την παρερμηνεία των ελληνικών λέξεων. Οι Έλληνες σατιρίζουν συχνά τον ιδιαίτερο τρόπο εκφοράς της ελληνικής γλώσσας από τους Αρμένιους πρόσφυγες σε ραδιόφωνο, θέατρα και κινηματογράφο -κυρίως με τον Κωνσταντινουπολίτη ηθοποιό Φίλιο Φιλιππίδη στον ρόλο του αγαθού και κουτοπόνηρου «Αγκόπ». Η σάτιρα αυτή μας βρίσκει σύμφωνους όσον αφορά την προφορά των ελληνικών και τη λάθος απόδοση ορισμένων λέξεων, αλλά όχι ως προς την κουταμάρα και την ανοησία που της αποδίδονται. Σε κάποιες ταινίες του Θανάση Βέγγου ο ρόλος του μικρόμυαλου «Αγκόπ» ερμηνεύεται και από τον επίσης Κωνσταντινουπολίτη Γιάννη Σπαρίδη.
Οι μικρότεροι, ως συνήθως, μαθαίνουν αμέσως τα ελληνικά, καθώς τα εξασκούν καθημερινά στις αλάνες και στις αυλές παίζοντας με τα ελληνόπουλα, ενώ γίνονται οι επίσημοι μεταφραστές των γονέων τους. Η πρώτη γενιά των ενηλίκων προσφύγων μιλάει μόνο την αρμενική και την τουρκική γλώσσα. Η εκμάθηση των ελληνικών δεν είναι απαραίτητη για αυτούς, διότι εργάζονται ή συνεργάζονται με συμπατριώτες τους, ενώ οι γρήγορα αναπτυσσόμενες κοινότητες καλύπτουν τις ανάγκες τους όχι μόνο με αρμενικά καταστήματα και υπηρεσίες αλλά και με εκκλησίες, σχολεία, εφημερίδες, πολιτιστικούς και αθλητικούς συλλόγους.
Την πρώτη δεκαετία οι γάμοι γίνονται μόνο μεταξύ Αρμενίων, ο μεικτός γάμος είναι πολύ σπάνιο έως ανύπαρκτο φαινόμενο.
Στα επόμενα χρόνια, η δεύτερη γενιά προσφύγων κατέχει άπταιστα την ελληνική γλώσσα, έχει περισσότερες επαφές και σχέσεις με τους Έλληνες και οι γάμοι μεταξύ των Αρμενίων είναι μεν συνηθισμένοι και κυρίως επιθυμητοί, αλλά όχι αποκλειστικοί. Αρκετές Ελληνίδες κυρίες που έχουν παντρευτεί Αρμένιους γίνονται ενεργά μέλη στους πολιτιστικούς συλλόγους, ενώ κάποιες άλλες μαθαίνουν παράλληλα να μιλούν, με μεγάλη ευχέρεια, την αρμενική γλώσσα. Μαζί με τα παιδιά τους, που φοιτούν στα αρμενικά σχολεία, ξεκινούν και αυτές να διαβάζουν και να γράφουν.
Υπάρχουν, όμως, και πολλές περιπτώσεις που οι μεικτοί γάμοι απομακρύνουν τους Αρμένιους από την κοινότητα. Με την πάροδο των χρόνων, και καθώς οι μεικτοί γάμοι ολοένα αυξάνονται, οι απόγονοι κάποιων προσφύγων κληρονομούν ένα αρμενικό επώνυμο με την αμυδρή (ή και καθόλου) θύμηση της γιαγιάς ή του παππού να μιλά αρμενικά με τον πατέρα τους. Το ίδιο συμβαίνει και με εκείνους που έχουν καταγωγή από τη μητέρα τους αλλά έχουν ελληνικό επώνυμο. Μερικοί, ως ενήλικες πλέον, αναζητούν τις ρίζες τους, διαβάζουν την ιστορία των Αρμενίων και θέλουν να μάθουν την γλώσσα.
Τα δημοτικά σχολεία και το μοναδικό γυμνάσιο που εδρεύει στην Αθήνα δε μπορούν να τους δεχτούν και δε διαθέτουν προγράμματα εκμάθησης ενηλίκων. Μόνο μερικοί δάσκαλοι και δασκάλες ή γνώστες της αρμενικής γλώσσας παραδίδουν ιδιαίτερα μαθήματα. Η ζήτηση μεγάλη αλλά η προσφορά ελάχιστη.
Έτσι, το 1985, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ο πολιτιστικός και μορφωτικός σύλλογος «Χαμασκαΐν» αντιλαμβάνεται την αυξημένη ανάγκη και διοργανώνει τα πρώτα ομαδικά μαθήματα εκμάθησης της αρμενικής γλώσσας. Τόπος διεξαγωγής των μαθημάτων είναι το Σχολείο Αρμενοπαίδων του Κυανού Σταυρού στον Νέο Κόσμο. Οι μαθητές έρχονται δύο φορές την εβδομάδα, για δύο ώρες περίπου, και παρακολουθούν δωρεάν μαθήματα αρμενικών.
Ο πρώτος χρόνος ξεκινά με ένα τμήμα αρχαρίων και απαρτίζεται κυρίως από Αρμένιους που αναζητούν τις ρίζες τους, Έλληνες που είτε έχουν ακούσει για τον πολιτισμό και θέλουν να μάθουν την γλώσσα είτε είναι παντρεμένοι με Αρμένιους. Τον δεύτερο χρόνο λειτουργεί το δεύτερο επίπεδο των αρχαρίων, και μαζί με τους Έλληνες πλέον βρίσκουμε και κάποιους Αρμένιους που θέλουν να φρεσκάρουν αυτά που είχαν μάθει στο δημοτικό. Προστίθεται και το επίπεδο των προχωρημένων, όπου διακεκριμένοι Ελληνοαρμένιοι γλωσσολόγοι και φιλόλογοι διδάσκουν τους Αρμένιους που επιθυμούν ένα ανώτερο επίπεδο από αυτό που τους παρέχει το δημοτικό σχολείο. Η καινοτομία της συγκεκριμένης προσπάθειας είναι ότι τον τελευταίο χρόνο εμπλουτίζεται με την ανάγνωση αρμενικών εφημερίδων ανά τον κόσμο και παράλληλα γίνονται συζητήσεις για τα τρέχοντα θέματα. Οι δάσκαλοι είναι όλοι εθελοντές και η διδακτέα ύλη είναι επινόηση των διδασκόντων, διότι, ως γνωστόν, βιβλία και βοηθήματα εκμάθησης αρμενικών στην ελληνική γλώσσα δεν υπάρχουν. Τα μαθήματα διαρκούν για τρία πετυχημένα χρόνια και λήγουν το 1988.
Μία ακόμη προσπάθεια, αυτή τη φορά, εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας στους Αρμένιους οικονομικούς πρόσφυγες που καταφτάνουν στην Ελλάδα την περίοδο 1991-1992, πραγματοποιείται υπό την αιγίδα του Συλλόγου Γονέων του Δημοτικού Σχολείου «Ζαβαριάν» στην Κοκκινιά.
Το 1995, και για δύο χρόνια, Ελληνοαρμένιοι δάσκαλοι και εθελοντές προσφέρουν αφιλοκερδώς τις γνώσεις τους στο Δημοτικό Σχολείο «Ζαβαριάν» σε 80 περίπου μαθητές. Και εδώ λειτουργούν τρία τμήματα, δύο φορές την εβδομάδα, για δύο ώρες, και η επιλογή των τμημάτων γίνεται βάσει των ημερών που μπορεί να διαθέσει ο κάθε μαθητής. Η διδακτέα ύλη είναι το βιβλίο εκμάθησης ελληνικών για πρόσφυγες του Υπουργείου Παιδείας.
Τριάντα χρόνια μετά, το 2017, ο πολιτιστικός και μορφωτικός σύλλογος «Χαμασκαΐν» αναβιώνει τα μαθήματα αρμενικών για ενηλίκους
Μαθητές είναι πάλι αυτοί που αναζητούν τις ρίζες τους, αυτοί που ξαναθυμούνται όσα διδάχτηκαν στο δημοτικό, αυτοί που ενδιαφέρονται για τον πολιτισμό και την γλώσσα μας, αλλά και εκείνοι που χάριν των συντρόφων τους μαθαίνουν την αρμενική γλώσσα για να συγκροτήσουν την επόμενη γενιά, της σχεδόν εκατονταετούς ελληνοαρμενικής κοινότητας. Ο τόπος διεξαγωγής των μαθημάτων είναι το αρμενικό πολιτιστικό κέντρο «Aράμ Μανουκιάν» στον Νέο Κόσμο, και από το 2019 το τμήμα αρχαρίων λειτουργεί στο πολιτιστικό κέντρο «Αζανταμάρντ» στον Καρέα. Ο κύκλος των μαθημάτων διαρκεί δύο χρόνια και είναι σε δύο επίπεδα. Η ύλη είναι δημιούργημα των δύο εθελοντριών που ξεκίνησαν το πρόγραμμα και εμπλουτίζεται κάθε χρόνο με νέο υλικό.
Τα μαθήματα φέτος κλείνουν αισίως τρία χρόνια και οι εθελόντριες «δασκάλες» είναι πλέον τρεις. Οι μαθητές, εκτός της μάθησης της μητρικής τους γλώσσας, δημιουργούν παρέες μέσα σε ένα φιλικό και εγκάρδιο κλίμα και συμμετέχουν σε δρώμενα και εκδηλώσεις της κοινότητας. Αυτός άλλωστε είναι και ο απώτερος σκοπός των μαθημάτων που γίνονται, χρόνια τώρα, από τον πολιτιστικό σύλλογο «Χαμασκαΐν».
Εκτός από τη μάθηση της γλώσσας, να φέρνουν κοντά τους διάσπαρτους Αρμένιους για να αναζωπυρώσουν και να κρατήσουν ζωντανή την αρμενική τους υπόσταση.
Και τα καταφέρνουν…
Αμφότεροι…